Τα ομόλογα συνιστούν ένα από τα παλαιότερα είδη χρηματοοικονομικών επενδύσεων, αφού χρησιμοποιούνται ως μέσο συγκέντρωσης κεφαλαίων εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Δεδομένου ότι αποτελούν ένα ιδιαίτερα εξειδικευμένο χρεόγραφο, τα ομόλογα αντιμετωπίζονταν παραδοσιακά ως επένδυση μειωμένου κινδύνου σε σύγκριση με την αγορά μετοχών.

Παρά -ή ίσως εξαιτίας- της μακράς ιστορίας και της δημοτικότητας των ομολόγων μεταξύ των επενδυτών, η συγκεκριμένη αγορά έχει αργήσει χαρακτηριστικά να υιοθετήσει την ψηφιακή τεχνολογία στις συναλλαγές. Την εποχή που οι επενδυτές μετοχών αξιοποιούσαν ήδη όλα τα πλεονεκτήματα της πρόσφατης ανακάλυψης του ίντερνετ, κάτι ανάλογο στα ομόλογα ήταν οικονομικά εφικτό μόνο για τους θεσμικούς επενδυτές (επενδυτικές τράπεζες και διαμεσολαβητές/broker). Αυτό αιτιολογείται από μια σειρά παραγόντων: τα ομόλογα δεν είναι σαν τις μετοχές, όπου κανείς γνωρίζει ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να πάει σε ένα χρηματιστήριο και να βρει την καλύτερη τιμή διαπραγμάτευσης –αντίθετα, η διαπραγμάτευσή τους πραγματοποιείται ανάμεσα στις μεγαλύτερες παγκόσμιες τράπεζες και διαμεσολαβητές. Αυτό σημαίνει ότι η πληροφόρηση για την τιμή είναι πολύ λιγότερο αξιόπιστη και ότι η ρευστότητα ενδέχεται να διαφέρει σημαντικά από ομόλογο σε ομόλογο. Για τους ιδιώτες επενδυτές, η διαπραγμάτευση ομολόγων συνήθως απαιτεί πληθώρα τηλεφωνημάτων, είναι πολυδάπανη και χρονοβόρα, ενώ δεν προσφέρει εγγυήσεις ότι τελικά εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή τιμή. Ακόμα και σήμερα, η διαδικασία προϋποθέτει τη μη αυτόματη υποβολή «αιτήματος για λήψη τιμής» σε έναν πολύ μικρό αριθμό τραπεζών, και σε ορισμένες περιπτώσεις σε μόλις μία τράπεζα.
Αυτή η δυσανάλογη πρόσβαση στην αγορά προκάλεσε σημαντικό πρόβλημα υπο-διαφοροποίησης στα χαρτοφυλάκια ομολόγων των επενδυτών. Όπως αναφέρθηκε ήδη, η αγορά ομολόγων είναι πολύ πιο σύνθετη από την αγορά μετοχών. Η Nestle, για παράδειγμα, έχει μόνο μία μετοχή και περισσότερα από 200 ομόλογα που διαφοροποιούνται βάσει μιας ντουζίνας δεικτών. Η έλλειψη μίας διαφανούς, γρήγορης και οικονομικής ψηφιακής λύσης έχει δημιουργήσει πολύ πιο δύσκολες συνθήκες πρόσβασης σε χιλιάδες ομόλογα παγκοσμίως. Και με τις αποδόσεις στα δημοφιλή και πιο εύκολα προσβάσιμα κρατικά ομόλογα να έχουν πάρει την κατιούσα την τελευταία δεκαετία, η αδυναμία των επενδυτών να διαφοροποιήσουν αποτελεσματικά τα χαρτοφυλάκιά τους έχει μετατραπεί πλέον σε αίτημα για αλλαγή.
Ενώ οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές είχαν ήδη εδώ και καιρό τη δυνατότητα ψηφιακής διαπραγμάτευσης των κρατικών και εταιρικών ομολόγων υψηλής ρευστότητας, μέχρι σήμερα η ηλεκτρονική διαπραγμάτευση ομολόγων παρέμενε μη διαθέσιμη για μεγάλη μερίδα της βάσης επενδυτών. Η εικόνα ενός επενδυτή ο οποίος χειρίζεται το περιορισμένο του χαρτοφυλάκιο μέσω τηλεφώνου, σε μια εποχή όπου το ίντερνετ έχει αγγίξει σχεδόν κάθε πλευρά όχι μόνο των χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά και της ζωής μας, αποτελεί ξεκάθαρο αίτημα για ανατροπή της κατάστασης. Η υπάρχουσα διαδικασία είναι αναποτελεσματική, καθώς δεν εκμεταλλεύεται το συνολικό βάθος ρευστότητας και εύρος τιμών που είναι διαθέσιμα στην αγορά.
Ευτυχώς, με την τεχνολογία του Fintech να παίζει ηγετικό ρόλο στις καινοτόμες εξελίξεις του τομέα επενδύσεων και συναλλαγών, πλέον το παιχνίδι μεταξύ θεσμικών και ιδιωτών επενδυτών εξισορροπείται. Για παράδειγμα, εμείς αποφασίσαμε να συνδυάσουμε την ιστορική τεχνολογική μας εξειδίκευση και τις υφιστάμενες σχέσεις μας με τους μεγαλύτερους παγκόσμιους επενδυτές ομολόγων στην αγορά ώστε να εγκαινιάσουμε την πρώτη πραγματικά ψηφιακή λύση διαπραγμάτευσης εταιρικών και κρατικών ομολόγων. Από τον Οκτώβριο, τόσο οι θεσμικοί όσο και οι ιδιώτες επενδυτές μας έχουν πλέον πρόσβαση σε επενδυτικές ευκαιρίες σε περισσότερα από 5.000 εταιρικά και κρατικά ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης και υψηλής απόδοσης από ολόκληρο τον κόσμο, σε 20 διαφορετικά νομίσματα.
Δεν ισχυριζόμαστε ότι είμαστε οι πρώτοι που θίξαμε το ζήτημα της ηλεκτρονικής διαπραγμάτευσης. Υπήρξαν πολλοί πάροχοι οι οποίοι αποπειράθηκαν να λύσουν το πρόβλημα, ωστόσο απέτυχαν επειδή ακολούθησαν λάθος προσέγγιση. Αρκετοί προσπάθησαν απλώς να αντιγράψουν τον τρόπο διαπραγμάτευσης των μετοχών, αγνοώντας το γεγονός ότι η αγορά ομολόγων είναι εξαιρετικά και ουσιωδώς διαφορετική εξαιτίας των προκλήσεων από άποψη ρευστότητας και πληροφόρησης για την τιμή. Άλλοι προσπάθησαν να μιμηθούν μια ψηφιακή λύση. Αντί τηλεφώνου, οι επενδυτές καταχωρούσαν τις εντολές τους διαδικτυακά όπως θα έκαναν σε μια πλήρως ψηφιακή λύση. Παρά το περιβάλλον διάδρασης, ωστόσο, λίγα πράγματα ήταν τελικά διαφορετικά: η εντολή κατέληγε στα χέρια κάποιου εργαζόμενου σε τράπεζα ή εταιρεία διαμεσολάβησης και η επεξεργασία της γινόταν πάλι χειροκίνητα.
Εμείς πιστεύουμε ότι στη νέα εποχή των διαδικτυακών συναλλαγών, η ψηφιακή διαπραγμάτευση ομολόγων θα πρέπει να συνδέει κάθε πελάτη με το σύνολο της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων, με άμεσο, ανταγωνιστικό, διαφανή και αξιόπιστο τρόπο. Στη Saxo Bank, λύσαμε αυτό το πρόβλημα προωθώντας κάθε εντολή που αφορά ομόλογα σε μια βελτιστοποιημένη δημοπρασία, όπου συμμετέχουν μέχρι και 40 από τους μεγαλύτερους παρόχους ρευστότητας στα ομόλογα. Οι περισσότερες συναλλαγές ολοκληρώνονται εντός λίγων δευτερολέπτων. Παράλληλα, οι πελάτες εξοικονομούν τεράστια κόστη λόγω της ανταγωνιστικής φύσης ενός περιβάλλοντος που αποτελείται από πολλούς διαφορετικούς dealer. Με λίγα λόγια, δημιουργήσαμε στην αγορά ομολόγων μια εμπειρία συναλλαγών παρόμοια με αυτήν της αγοράς μετοχών.
Πώς διαφέρει η νέα λύση από το υφιστάμενο καθεστώς τόσο στον τομέα των ιδιωτικών συναλλαγών όσο και στον τομέα των θεσμικών επενδυτών κατηγορίας Tier 2 και Tier 3; Η απάντηση έγκειται στην πλήρως ψηφιοποιημένη αξιοποίηση της αλυσίδας αξίας και στην απουσία ανθρώπινης εμπλοκής από τη στιγμή που ο πελάτης καταχωρεί την εντολή μέχρι τη στιγμή που λαμβάνει την επιβεβαίωση συναλλαγής. Αυτό μας επιτρέπει να διευρύνουμε σημαντικά τη δυνατότητα κλιμάκωσης και να μειώσουμε ριζικά τα κόστη. Η τράπεζα λειτουργεί, έτσι, ως διαμεσολαβητής για τους πελάτες της, εκδημοκρατίζοντας τις συναλλαγές: με ένα απλό κλικ, η τεχνολογία αναζητά τις καλύτερες και τις πλέον αξιόπιστες τιμές, σύμφωνα με ιστορικά και δυναμικά στοιχεία, μεταξύ των μεγαλύτερων τραπεζών και παρόχων ρευστότητας παγκοσμίως.
Οι παρατηρήσεις μας καταδεικνύουν ότι η νέα ψηφιακή λύση διαπραγμάτευσης ομολόγων θα προσφέρει, κατά μέσο όρο, μια βελτίωση τιμής 30 μονάδων βάσης (0,3 ποσοστιαίων μονάδων) στη διαπραγμάτευση εταιρικών ομολόγων, λόγω της βελτιστοποιημένης δημοπρασίας ανάμεσα στους 40 μεγαλύτερους παρόχους ρευστότητας στα ομόλογα. Επιπλέον, έχουμε παρατηρήσει βελτιώσεις τιμής άνω των 100 μονάδων βάσης (1 ποσοστιαία μονάδα) σε συγκεκριμένα εταιρικά ομόλογα. Σε ό,τι αφορά τα κρατικά ομόλογα, τα πλεονεκτήματα αποδοτικότητας είναι επίσης σημαντικά, της τάξης των 5-10 μονάδων βάσης περίπου –δηλαδή λίγο χαμηλότερα από αυτά των εταιρικών ομολόγων, λόγω της σημαντικά υψηλότερης ρευστότητας και διαπραγματευτικής δραστηριότητας σε αυτές τις αγορές συγκριτικά με τη μέση αγορά εταιρικών ομολόγων.
Βρίσκεται, άραγε, η τεχνολογία στην καρδιά του μέλλοντος για τη διαπραγμάτευση ομολόγων και τις συναλλαγές εν γένει; Έτσι πιστεύουμε. Είναι απλό − και οι επενδυτές οφείλουν να αναρωτηθούν αν θέλουν να συνεχίσουν τη διαπραγμάτευση σύμφωνα με μια ενδεικτική τιμή που δίνει μία και μόνη τράπεζα ή αν θέλουν να έχουν την καλύτερη διαθέσιμη τιμή στην αγορά με μόλις ένα κλικ. Ακόμα και θεσμικοί επενδυτές με πρόσβαση σε προσφορές από, λόγου χάρη, πέντε τράπεζες, η δυνατότητα πρόσβασης σε τιμές μέχρι και από 40 από τους καλύτερους παρόχους ρευστότητας στον κόσμο αποτελεί ξεκάθαρο πλεονέκτημα.
Ο κ. Fasdal Simon είναι Επικεφαλής Στρατηγικής Σταθερού Εισοδήματος στη Saxo Bank