Κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει με σιγουριά τον ακριβή συσχετισμό δυνάμεων που οδήγησαν στην εντυπωσιακή καρατόμηση τουΑλεξέι Ουλιουκάγεφ, υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης της Ρωσίας έως τα ξημερώματα της περασμένης Τρίτης, όταν συνελήφθη με την κατηγορία της δωροδοκίας. Ανθρωπος του Βλαντίμιρ Πούτιν, στέλεχος της κυβέρνησης από το 2000, ο 60χρονος τεχνοκράτης οικονομολόγος και πρώην αντιπρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας αποπειράθηκε να λάβει μίζα ύψους δύο εκατομμυρίων δολαρίων (1,8 εκατ. ευρώ). Είναι ο υψηλότερος κυβερνητικός αξιωματούχος που συλλαμβάνεται ποτέ για διαφθορά στη μετακομμουνιστική Ρωσία ενώ, εάν κριθεί ένοχος, κινδυνεύει να καταδικαστεί σε πολυετή κάθειρξη.
Για πολλούς η σύλληψη αποτελεί ακόμη μία ένδειξη ότι η διαφθορά κατοικεί πίσω από τα τείχη του Κρεμλίνου. Για άλλους είναι σημάδι της αποφασιστικότητας των Αρχών να πατάξουν τη διαφθορά. Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για μία ακόμη υπενθύμιση: απόλυτος κυρίαρχος των εξελίξεων στη Ρωσία ήταν, είναι «και θα είναι» ο πρόεδρος Πούτιν.
Ο Ουλιουκάγεφ, μέλος της φιλελεύθερης πτέρυγας της ρωσικής κυβέρνησης και υπέρμαχος του περιορισμού της κρατικής εμπλοκής στην οικονομία, φέρεται να έλαβε τη μίζα για να μην εμποδίσει την εξαγορά του 50% των μετοχών της κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας Bashneft από την κατά πολύ μεγαλύτερη –και επίσης κρατική –Rosneft, του ίδιου κλάδου, επικεφαλής της οποίας είναι ο Ιγκόρ Σέντσιν, πρώην πράκτορας της KGB, στενός φίλος του Πούτιν και, κατ’ επέκταση, ένας από τους πιο ισχυρούς άνδρες στη Ρωσία.
Ο έμπειρος πρώην υπουργός αρνείται τα πάντα, κάνοντας λόγο για «μια προκλητική πράξη ενάντια σε έναν κρατικό αξιωματούχο» και λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσό που φέρεται να έλαβε είναι σχετικά μικρό σε μια χώρα όπου η διαφθορά είναι ανεξέλεγκτη, οι περισσότεροι ειδικοί μιλούν για μια μάχη με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη μεταξύ των μελών της κυβερνώσας ελίτ, με διακύβευμα την πορεία και τον έλεγχο της ασθμαίνουσας ρωσικής οικονομίας.
Το Κρεμλίνο και οι σύμμαχοί του αναζητούν απεγνωσμένα τρόπους να γεμίσουν τα άδεια –λόγω των δυτικών κυρώσεων και της πτώσης των τιμών του πετρελαίου –κρατικά ταμεία. Και η εξαγορά μέρους της Bashneft (την οποία το κράτος κατέσχεσε το 2014 από έναν ολιγάρχη) από τη Rosneft ήταν μια ιδανική ευκαιρία.
Το λάθος του Ουλιουκάγεφ ήταν να αμφισβητήσει δημόσια τις μεθόδους τους –τασσόμενος ανοιχτά κατά της εξαγοράς και εν μέσω, μάλιστα, της δυσφορίας μέρους της κοινής γνώμης για το γεγονός ότι, όπως ακριβώς κατά τη δεκαετία του 1990, οι ολιγάρχες επωφελούνται των διασυνδέσεών τους με τον σκληρό πυρήνα του Κρεμλίνου για να αγοράσουν κρατικές επιχειρήσεις σε τιμή ευκαιρίας. Γενικότερα μιλώντας, σκοπός της σύλληψής του «ήταν η εξάλειψη κάθε αντίστασης», όπως δήλωσε ο Βλαντίμιρ Μίλοφ, πολιτικός της αντιπολίτευσης και πρώην υφυπουργός Ενέργειας.

«Μόνο ο Πούτιν μπορούσε…»
Επίσημα η ρωσική κυβέρνηση αναφέρεται σε μια μεγάλη νίκη κατά της διαφθοράς, με τον Ντμίτρι Πέσκοφ, εκπρόσωπο της προεδρίας, να τονίζει ότι πρόκειται για μια «συστηματική και όχι επιλεκτική» μάχη. Σύμφωνα, ωστόσο, με αντιφρονούντες και στελέχη της αντιπολίτευσης, η όλη υπόθεση δεν έχει καμία σχέση με την πάταξη της διαφθοράς. «Είναι ξεκάθαρο πως μόνον ο Πούτιν μπορούσε να λάβει μια απόφαση αναφορικά με κάτι τόσο σημαντικό όσο η εξαγορά της Bashneft από τη Rosneft. Η ιδέα ότι ο Ουλιουκάγεφ ήταν σε θέση να εκβιάσει τη Rosneft και να απαιτήσει χρήματα για να εγκρίνει τη συμφωνία είναι απλά αστεία. Θεωρώ πως πρόκειται για ένα είδος ρωσικής ρουλέτας. Ολοι γνωρίζουν κάτι για τον καθένα, και ο Πούτιν αποφασίζει ποιος θα χτυπηθεί» επισήμανε ο Αλεξέι Ναβάλνι, ένας από τους πιο επιφανείς επικριτές του προέδρου της Ρωσίας.

Ιγκόρ Λούκις, καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης
«Ας ξεκινήσει από συνεργάτη του που φοράει ρολόι 670.000 δολαρίων»

«Δεν γνωρίζω –και ενδέχεται να μη μάθουμε ποτέ –εάν ο Αλεξέι Ουλιουκάγεφ έλαβε ή δεν έλαβε τη μίζα. Αλλά βρέθηκε στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας, όχι εξαιτίας αυτού. Τιμωρείται γιατί ο Πούτιν έχει ανάγκη να διατηρήσει τον απόλυτο έλεγχο της Rosneft και άλλων επιχειρήσεων. Οποιος εναντιώνεται στον Πούτιν, τιμωρείται».
Αυτά δηλώνει στο «Βήμα» ο Ιγκόρ Λούκις, καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, σχολιάζοντας τη σύλληψη του ρώσου πρώην υπουργού. Σύμφωνα με τον αμερικανό ακαδημαϊκό, περισσότερο από μια νίκη στον πόλεμο κατά της διαφθοράς, η υπόθεση Ουλιουκάγεφ αποτελεί υπενθύμιση της παντοδυναμίας του προέδρου της Ρωσίας.


«Ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος Τύπου του Βλαντίμιρ Πούτιν, και τα ελεγχόμενα από το Κρεμλίνο ΜΜΕ ξεχειλίζουν από υπερηφάνεια. Η σύλληψη του Ουλιουκάγεφ αποδεικνύει –ισχυρίζονται –ότι ο πόλεμος κατά της εγκληματικότητας και της διαφθοράς είναι καθολικός και πως οι Αρχές δεν διστάζουν να αποκαλύψουν και να τιμωρήσουν ακόμη και ανώτατους αξιωματούχους. Αλλά αυτή είναι η μισή αλήθεια. Τα θύματα είναι πάντα άτομα που δυσαρεστούν τη σημερινή κλίκα που κυριαρχεί στο Κρεμλίνο. Ενα ανάλογο περιστατικό που προηγήθηκε της σύλληψης και της κράτησης του Ουλιουκάγεφ είναι η πτώση του
Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, ενός από τους πρώτους ολιγάρχες της Ρωσίας, ο οποίος παρέμεινε στη φυλακή για μια δεκαετία, όχι γιατί ήταν διεφθαρμένος –που ήταν! -, αλλά γιατί αρνήθηκε να υποταχτεί στον Πούτιν. Δεν αποκλείεται να αποκαλυφθεί σύντομα ότι η υπόθεση Ουλιουκάγεφ και η υπόθεση Χοντορκόφσκι είχαν ανάλογα αίτια, ενώ είναι πιθανό να εξελιχτούν και με ανάλογο τρόπο. Κανένας από τους δύο άνδρες δεν είναι άσπιλος, αλλά αμφότεροι τιμωρούνται για την εναντίωσή τους προς την κλίκα που κατέχει την εξουσία και κυβερνά, όχι για τα εγκλήματα που φέρεται ότι διέπραξαν» υποστήριξε ο κ. Λούκις.
Και επισήμανε πως «εάν ο Πούτιν, ο άρχοντας του Κρεμλίνου, είχε σοβαρές προθέσεις για την καταπολέμηση της διαφθοράς, θα ξεκινούσε δίνοντας τις απαραίτητες εξηγήσεις όσον αφορά τον φίλο του Σεργκέι Ρολντούγκιν, απλό τσελίστα αλλά και νονό της κόρης του, στους τραπεζικούς λογαριασμούς του οποίου υπάρχουν 2 δισεκατομμύρια δολάρια. Στη συνέχεια θα προέβαινε στην κάθαρση του στενού του κύκλου, αρχίζοντας με τον Ντμίτρι Πεσκόφ, τον εκπρόσωπο Τύπου του, ο οποίος τον Αύγουστο του 2015 φωτογραφήθηκε να φέρει στο χέρι του ένα ρολόι αξίας 670.000 δολαρίων, ποσό που ξεπερνά το σύνολο των αμοιβών που έχει λάβει ως κυβερνητικός αξιωματούχος».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ