Στην τηλεοπτική φιέστα για τη συνταγματική αναθεώρηση ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε σε λαϊκά δημοψηφίσματα με μακρόσυρτες διαδικασίες, σε θρησκευτική ουδετερότητα χωρίς διαχωρισμό κράτους – Εκκλησίας, σε αύξηση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας χωρίς ουσιαστική ενίσχυση του θεσμού, σε κατοχύρωση του δημόσιου χαρακτήρα του νερού και της ενέργειας, όταν έχει δεσμευθεί για ιδιωτικοποίηση των πάντων, και σε άλλες άτολμες, ασαφείς ή ανούσιες αλλαγές. Δεν είπε λέξη όμως για την ανάπτυξη, τη συνταγματική πρόληψη μιας νέας δημοσιονομικής εκτροπής και ιδιαίτερα δεν αναφέρθηκε στον μεγάλο ασθενή της χώρας, τον δημόσιο τομέα.
Αυτή τη στιγμή στη δημόσια διοίκηση υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός που εύκολα διακρίνουν οι συναλλασσόμενοι με τις δημόσιες υπηρεσίες. Από τη μία πλευρά υπάρχει η νέα φουρνιά δημοσίων υπαλλήλων, που διορίστηκε ύστερα από εξετάσεις στο ΑΣΕΠ. Πρόκειται για νέα παιδιά, αποφοίτους ανωτάτων σχολών, με μεταπτυχιακούς τίτλους, που γνωρίζουν ξένες γλώσσες, διαθέτουν δεξιότητες στη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, προσόντα τα οποία αξιολογήθηκαν κατά την πρόσληψή τους, όπως και τα αποτελέσματα των εξετάσεών τους. Τα παιδιά αυτά αμείβονται με χαμηλούς μισθούς της τάξεως των 800 ευρώ, δεν αναμένεται να πάρουν σύνταξη πριν από τα 65 τους και όταν βγουν θα έχουν πενιχρές συντάξεις και μηδενικά εφάπαξ.
Από την άλλη, βρίσκονται οι μεγαλύτερης ηλικίας συνάδελφοί τους, που διορίστηκαν στην προ ΑΣΕΠ εποχή και το μεγαλύτερο μέρος αυτών με βασικό κριτήριο όχι τα πτυχία τους αλλά τον… μπάρμπα στην Κορώνη. Πολλοί από αυτούς και σε καμία περίπτωση όλοι, μη έχοντας μάθει τίποτε άλλο από τη θητεία τους στον δημόσιο τομέα παρά μόνο να διεκδικούν δικαιώματα, επιδόματα, άδειες, να λουφάρουν και να κτυπούν κάρτες άλλων, ακολουθούν «συνδικαλιστικούς» ρυθμούς στην εργασία τους: δεν «ζορίζονται», αδιαφορούν για τους πολίτες, την εμφάνισή τους, την απαγόρευση του καπνίσματος κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά απολαμβάνουν υπερδιπλάσιες αποδοχές από τους παραγωγικότερους, ευγενικότερους, εξυπηρετικότερους, αποδοτικότερους νεαρούς συναδέλφους τους.
Βεβαίως μισθολογικές διαφορές υπάρχουν και στον ιδιωτικό τομέα. Για διαφορετικούς ωστόσο λόγους. Αυτό όμως που δεν υπάρχει είναι τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι διευθυντές όταν επιχειρούν να οργανώσουν αποτελεσματικότερα τις υπηρεσίες που διοικούν.
Για παράδειγμα, διευθυντής υπηρεσίας, στην προσπάθειά του να κάνει εσωτερικές αλλαγές για να ενισχύσει τα έσοδα του Δημόσιου Ταμείου όπως του ζήτησε ο προϊστάμενος υπουργός, μετακίνησε έναν υπάλληλο-ελεγκτή μέσα στην ίδια υπηρεσία και τοποθέτησε στη θέση του έναν δραστήριο νεαρό συνάδελφό του. Στην προσπάθειά του αυτή συνάντησε την αντίδραση όχι μόνο του υπαλλήλου αλλά και του συνδικαλιστικού του οργάνου.
Ο απομακρυνθείς υπάλληλος υποστήριξε ότι με τη μετακίνησή του υπέστη «υπηρεσιακή δίωξη» και βρήκε ευήκοα ώτα στο σωματείο του, το οποίο διαμαρτυρήθηκε στον διευθυντή για να «υπερασπιστεί» τα συμφέροντα των εργαζομένων. Λες και ο νέος εργαζόμενος δεν έχει και αυτός τα ίδια συμφέροντα με τον παλαιότερο ή ο διευθυντής δεν είναι εργαζόμενος. Αλλά για τους «συνδικαλιστές» ο διαχωρισμός είναι «εμείς» και «αυτοί».
Από την κατάργηση του διαχωρισμού αυτού στον δημόσιο τομέα, αλλά και στην κοινωνία ευρύτερα θα έπρεπε να ξεκινήσει τη συνταγματική του αναθεώρηση ο κ. Τσίπρας. Και για να το κάνει, ένας τρόπος υπάρχει: η θεσμική κατοχύρωση της αξιοκρατίας, τόσο στον δημόσιο τομέα όσο και στον δημόσιο βίο εν γένει. Ωστόσο τότε θα κινδύνευε να χάσει την εκλογική του πελατεία…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ