Πρέπει να μάθεις να κοιτάς μπροστά. Και μεταφορικά και κυριολεκτικά. Ας δούμε πρώτα το πιο εύκολο, το κυριολεκτικό. Πρόσφατα, παρουσιάστηκε ένα application για κινητό που συνοπτικά κάνει το εξής: σου επιτρέπει να περπατάς κοιτώντας το κινητό σου, ενώ στο πάνω, δεξί μέρος της οθόνης μπορείς να παρακολουθείς τον δρόμο μέσα από την κάμερα του smartphone σου. Σύμφωνοι, μια έξυπνη ιδέα, μιας εξωφρενικής πραγματικότητας. Οπως και στην Αθήνα, έτσι και στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, οι διαβάτες που περπατούν ενώ κοιτούν το κινητό τους είναι όλο και περισσότεροι, όλο και πιο απορροφημένοι στην οθόνη.
Ας μην μπούμε σε πρόχειρες κοινωνιολογικές παρατηρήσεις, οι άνθρωποι το κάνουν όλο και πιο συχνά, βασικά γιατί μπορούν. Σκέφτηκα αυτή την εφαρμογή μια μέρα της προηγούμενης εβδομάδας, περπατώντας στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Γύρω μου ήταν τα γνωστά: σπασμένα παγκάκια που έχασκαν ως art installations μιας πόλης που θα ήθελε να είναι βιώσιμη. Σκουπίδια που είχαν συσσωρευτεί. Η έλλειψη κάδων ήταν εμφανής, ίσως για να βοηθάει τη γονιδιακή τάση του Ελληνα να πετάει κάτω ό,τι δεν θα πετούσε ποτέ σπίτι του. Παραδόξως, ο Εθνικός Κήπος ήταν ανοιχτός αυτή τη φορά, και όχι κλειστός, όπως αποφάσισε πρόσφατα η κυβέρνηση που φοβάται τη λαϊκή οργή, όπως όλοι οι φορομπήχτες ηγεμόνες.
Υπήρχαν, επίσης, πεζόδρομοι γεμάτοι με αυτοκίνητα και σκέφτηκα κάτι που παρατήρησα πρόσφατα στην Κωνσταντινούπολη, κάτι ράμπες με (όχι κοφτερά) καρφιά που χρησιμοποιούνται εκεί για να επιβάλουν –όχι εξηγήσουν –πως όποιο αυτοκίνητο καταπατά πεζόδρομο θα το πληρώσει στο βουλκανιζατέρ. Σκέφτηκα παράλληλα την ατέρμονη κουβέντα περί «ελευθερίας» και «φασισμού» που θα ξεσπούσε αν ο δήμος τολμούσε να εγκαταστήσει τα αποτρεπτικά καρφιά σε έναν από τους δήθεν πεζόδρομους του κέντρου –εδώ έφερε δαγκάνες για τα παράνομα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και το πανηγύρισε στα social media σαν να έκανε πολιτισμένη την Αθήνα. Υπήρχαν, ακόμη, αποκεφαλισμένα αγάλματα δίπλα σε κάτι ξεχασμένες πινακίδες από τον χιλιοστό αγώνα δρόμου για το 2016 που διοργανώθηκε με αποτέλεσμα ένα πρωτοφανές κυριακάτικο μποτιλιάρισμα με αντάλλαγμα το ευ ζην των αγωνιζόμενων –και των χορηγών. Είδα, κοινώς, αυτά που βλέπει κάθε άνθρωπος με την ελάχιστη παρατηρητικότητα, ένα απόγευμα στο κέντρο της πόλης.
Στράφηκα στο κινητό μου και, κάπου εκεί, εμφανίστηκε ένα υπέροχο άρθρο για μια υπέροχη πόλη, την Αθήνα ή αλλιώς το «Brooklyn by the Sea», όπως μας ενημέρωνε η ηλεκτρονική έκδοση της «Vogue». Πριν αρχίσουμε να νιώθουμε πραγματικά κοσμοπολίτες, να πούμε πως το άρθρο, που ασφαλώς είναι τιμητικό όταν γράφεται στη βίβλο του στυλ, είναι παρουσίαση μιας εξαιρετικής καμπάνιας, της www.imanathenian.com, στην οποία φορείς της τουριστικής βιομηχανίας παρουσιάζουν την Αθήνα που αντιστέκεται. Και καλά κάνουν· η Αθήνα είναι όμορφη με έναν διεστραμμένο τρόπο.
Αυτό, όμως, δεν απαλλάσσει τους υπεύθυνους. Ο Δήμος Αθηναίων, η Περιφέρεια Αττικής και η ελληνική κυβέρνηση, ο καθένας από την πλευρά του (μεταξύ άλλων, ο δήμος για την έλλειψη κάδων, η περιφέρεια για την τρομακτική αποτυχία της στο πρότζεκτ «ανάπλαση του Πεδίου του Αρεως», η ελληνική κυβέρνηση για την πλήρη εγκατάλειψη της έννοιας «δημόσιος χώρος», είτε αυτό είναι ο Εθνικός Κήπος είτε η μονίμως κλειστή Ηρώδου Αττικού), μοιάζουν τόσο αγχωμένοι να εντυπωσιάσουν τον τουρίστα, να καλλωπίσουν το σκονισμένο σπίτι, που ξεχνούν τον Αθηναίο. Και στην πορεία, σαν ταχυδακτυλουργοί της σειράς, αποτυγχάνουν και στα δύο, καθώς ο τουρίστας καταλαβαίνει σύντομα πως δεν έρχεται ούτε στο Βερολίνο του Νότου ούτε στο Μπρούκλιν των Βαλκανίων, πως έρχεται σε μια πόλη με απεριποίητη ομορφιά, με εξωτική αναρχία, με βρωμιά, εγκατάλειψη και σπασμένα πεζοδρόμια, όλα τα βασικά, δηλαδή, που ο δήμος θα έπρεπε να κάνει προτού ασχοληθεί με τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά.
Εκτός και αν το πλάνο είναι άλλο. Μπορεί να είναι η παρουσίαση της πόλης μέσα από την κατάρρευσή της. Αυτό που ο ελληνικής καταγωγής, αλλά γεννημένος στο επίσης πτωχευμένο Ντιτρόιτ, Τζέφρι Ευγενίδης, έλεγε πριν από λίγα χρόνια στο ΒΗΜΑgazino, πως «με έχει κουράσει πολύ αυτή η αισθητικοποίηση των οικονομικών δυσκολιών της πόλης μου. Είναι το πορνό των ερειπίων και είναι ανατριχιαστικό». Ας πρόσεχε, θα μπορούσε να μένει στο Μπρούκλιν των φτωχών.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 12 Ιουνίου 2016
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ