Περίπου 50.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν εξαιτίας της μεγάλης επίθεσης που εξαπέλυσε η τζιχαντιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ την Παρασκευή στην πόλη Μπόσο στον νοτιοανατολικό Νίγηρα, ανακοίνωσε την Τρίτη η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
«Υπολογίζεται ότι 50.000 άνθρωποι έφυγαν για να γλιτώσουν από την επίθεση της Παρασκευής» και η πλειονότητα από αυτούς έφτασε με τα πόδια στην πόλη Τούμουρ, που βρίσκεται 30 χιλιόμετρα δυτικά της Μπόσο, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο εκπρόσωπος της UNHCR Άντριαν Έντουαρντς.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν στέγη και χρειάζονται βοήθεια, προσέθεσε.
Κάποιοι άλλοι κατευθύνονται προς την Ντίφα, η οποία βρίσκεται 140 χιλιόμετρα δυτικά της Μπόσο ή την Καμπελάουα, βόρεια της Μπόσο, όπου βρίσκεται ένας καταυλισμός που μπορεί να φιλοξενήσει 10.000 ανθρώπους αλλά είναι ήδη σχεδόν πλήρης.
Η επίθεση στην Μπόσο είναι μια από τις πιο αιματηρές που έχει εξαπολύσει η Μπόκο Χαράμ στον Νίγηρα από τότε που οι αρχές της χώρας της κήρυξαν τον πόλεμο, τον Φεβρουάριο του 2015. Σύμφωνα με τις αρχές του Νίγηρα, ο αριθμός των νεκρών ανέρχεται σε 55 στις τάξεις της Μπόκο Χαράμ και σε 26 στις δικές της και τις συμμαχικές της.
Η UNHCR, η οποία δεν έχει παρουσία στην Μπόσο από τον Φεβρουάριο του 2015, συνεργάζεται με τις αρχές και με εταίρους της εκεί για να υπάρξει μια «συντονισμένη ανταπόκριση» και να χορηγηθεί βοήθεια στους εκτοπισμένους, η κατάσταση των οποίων προκαλεί «σοβαρή» ανησυχία στην υπηρεσία του ΟΗΕ.
Αυτήν την εβδομάδα θα αποσταλεί στην Ντίφα μία ομάδα της UNHCR, πρόσθεσε ο Έντουαρντς.
Παράλληλα σε ανακοίνωσή του το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (OCHA) στη Νιαμέι υπογράμμιζε τη Δευτέρα ότι αυτό που επείγει είναι η χορήγηση νερού, τροφίμων, στέγης και ιατρικών φροντίδων στους εκτοπισμένους.
Στην περιοχή της Ντίφα βρίσκονται περισσότεροι από 240.000 πρόσφυγες και εκτοπισμένοι, οι οποίοι διαμένουν σε μια περιοχή όπου ο πληθυσμός είναι ήδη πολύ φτωχός, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο οποίος απευθύνει έκκληση στη διεθνή κοινότητα να αυξήσει την οικονομική της υποστήριξη.