Παρά την αποσπασματική γνώση μου για τον 007, η ιδέα της οδήγησης ενός αυθεντικού Bond Car όπως η DB10 αποτελεί κάτι σαν τίτλο τιμής για μένα.
Η συνάντησή μου με ένα από τα 10 αντίτυπά της που δημιουργήθηκαν για τις ανάγκες του «Spectre» πραγματοποιήθηκε στην ίδια πίστα όπου γυρίστηκε το ντεραπάρισμα της DBS στο «Casino Royale». Ο μόνος περιορισμός ήταν φροντίσω να μη βρεθώ στα… λιβάδια, περνώντας από το διαβόητο σημείο του Millbrook όπου η κλίση του οδοστρώματος ευνοεί τις… πτήσεις.
Η DB10 βασίζεται στην οκτακύλινδρη Vantage S και εξοπλίζεται με τον εντυπωσιακό σε απόκριση V8 κινητήρα των 4,7 λίτρων, μηχανικό κιβώτιο έξι σχέσεων και αμορτισέρ με σταθερό συντελεστή σκληρότητας.
Ναι, η DB10 έχει μηχανικό κιβώτιο, όπως ζητήθηκε από τον σκηνοθέτη Sam Mendes που ήθελε να δημιουργήσει μια χειροπιαστή σύνδεση με την DB5 του Χρυσοδάκτυλου.
Για ένα αυτοκίνητο που σημαίνει τόσα πολλά για το μέλλον της Aston Martin, η τεχνολογία μοιάζει παλιάς σχολής, αλλά συνολικά η DB10 είναι απλώς συναρπαστική.
Είναι στιβαρή και δείχνει πιο compact από ό,τι προδιαθέτει το πραγματικό της μέγεθος, αποπνέοντας μια κρυφή ένταση από τις λεία σμιλεμένες επιφάνειές της.
Η χρήση μεγάλων ανθρακονημάτινων επιφανειών, προκειμένου να είναι όσο το δυνατόν λιγότερες οι ενώσεις στο αμάξωμα, αποδεικνύεται σοφή επιλογή δίνοντας στο σύνολο μια ζωτικότητα που συνειρμικά θυμίζει καρχαρία.
Εμφαση στη λεπτομέρεια
Το συγκλονιστικό συναίσθημα της εξωτερικής της εικόνας εντείνεται περισσότερο στο άνοιγμα της ελαφριάς πόρτας.
Τα μαρσπιέ, οι πόρτες και το τούνελ μετάδοσης επενδύονται με ανθρακόνημα που επικαλύπτεται από μια ευχάριστη στην αφή, σατινέ επίστρωση.
Το μαύρο δέρμα με τις ανοιχτόχρωμες ραφές εμπλουτίζει την εμπειρία της αφής προσθέτοντας ταυτόχρονα μια πινελιά πολυτέλειας στο σχεδόν μινιμαλιστικό εσωτερικό.
Καθισμένος χαμηλά, ο οδηγός βρίσκεται μπροστά στο κεντρικά τοποθετημένο ταχύμετρο το οποίο φιλοξενεί στο εσωτερικό του τις ενδείξεις για τη θερμοκρασία του λαδιού, του νερού και τη στάθμη καυσίμου, ενώ γύρω του βρίσκονται το στροφόμετρο και ένας μετρητής πίεσης.
Το τιμόνι έχει τρεις πλατιές ακτίνες από ανθρακόνημα και εξαγωνικό σχήμα, όπως αυτό της αγωνιστικής Vulcan, ενώ τα χειριστήρια φιλοξενούνται στα πιο όμορφα σμιλεμένα κομμάτια από αλουμίνιο που έχω δει ποτέ μου, με το μοτίβο Delta-Wing λειτουργεί συναρπαστικά σε επίπεδο design.
Αν και το τιμόνι της DB10 διαθέτει πολλά χειριστήρια –για το launch control, το πρόγραμμα Sport, τη ρύθμιση της ανάρτησης (λειτουργία που δεν διέθετε το συγκεκριμένο αυτοκίνητο) και σύστημα αναγνώρισης δακτυλικού αποτυπώματος, εν είδει διακόπτη εκκίνησης -, δεν είναι σχεδιαστικά «βαρυφορτωμένο».
Η δερμάτινη στεφάνη του δεν είναι ακριβώς στρογγυλή, ωστόσο η αίσθηση είναι υπέροχη, με μια ιδανικά αφρώδη υφή. Αν αναλογιστεί κανείς δε ότι πρόκειται απλώς για ένα λειτουργικό πρωτότυπο, τότε η προσοχή που έχει δοθεί στη λεπτομέρεια είναι συγκινητική.
Ακατέργαστη
Η διαδικασία εκκίνησης της DB10 είναι λίγο πολύπλοκη: πρέπει να σκύψω, να σηκώσω το πατάκι του συνοδηγού, να ανασύρω το μαύρο κουτί ελέγχου μαζί με ένα κουβάρι από καλώδια, να ανοίξω έναν κόκκινο διακόπτη που δίνει ρεύμα, να ανασηκώσω το κάλυμμα, να πατήσω τον διακόπτη ανάφλεξης και ύστερα να πατήσω έναν ακόμη διακόπτη προτού ξεκινήσει.
Ο V8 της Aston Martin βρυχάται στέλνοντας στα αφτιά μου μια «συμφωνία» από οκτακύλινδρα μπάσα και αγωνιστικά πρίμα.
O επιλογέας ταχυτήτων παραπέμπει σε αυτόματο κιβώτιο φέροντας στην κορυφή του το εγχάρακτο σήμα της Aston Martin, ενώ το Delta-Wing μοτίβο από αλουμίνιο δίνει και εδώ το παρών ως οπτικό εφέ, αν και στον δικό μου φανταστικό κόσμο θα μπορούσε να επιτελεί μια σειρά λειτουργιών.
Η στιγμή της αλήθειας

Η διαδρομή Hill Route στην πίστα του Millbrook μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματική δοκιμασία για οποιοδήποτε αυτοκίνητο, ειδικά αν δεν τη γνωρίζεις, καθώς βρίθει από τυφλές στροφές, ύπουλες κλίσεις και σαμαράκια σε τρομακτική αλληλουχία.
Ωστόσο, από τη στιγμή που ξεκινάς να μαθαίνεις αν η επόμενη στροφή είναι αριστερά ή δεξιά, η οδήγηση γίνεται από συναρπαστική ως εθιστική.
Εδώ ακόμα και ένα supercar παραγωγής θα ρίσκαρε να ξύσει το splitter του στην άσφαλτο, να εξαντλήσει τα όρια αντοχής των αμορτισέρ του ενώ θα δυσκολευόταν πολύ να αντεπεξέλθει στις καταπονήσεις που υπαγορεύονται από τις απότομες αλλαγές κατεύθυνσης με μεγάλη ταχύτητα.
Ανάμεσα στις εγκαταστάσεις της Aston Martin στο Millbrook και στον προορισμό μου, την αφετηρία του Hill Route, παρεμβάλλονται μια απότομη κατηφόρα με χαλίκι και μια ευθεία στρωμένη με σκασμένο τσιμέντο.
Κινούμαι ακούγοντας μεταλλικούς κρότους από την ανάρτηση και υπόκωφους θορύβους από τον πίσω άξονα με ένα αυτοκίνητο δεν διαθέτει ούτε ηχομόνωση ούτε αερόσακους, ενώ τα πατάκια είναι το μόνο που με χωρίζει από το γυμνό αλουμινένιο πλαίσιο.
Η αίσθηση είναι πρωτόγονη, αλλά προσωπικά τής το συγχωρώ συνυπολογίζοντας το χαμηλότερο βάρος έναντι της Vantage S (1.524 έναντι 1.610 κιλών).
Με την ταχύτητα τα πράγματα βελτιώνονται και, αν και κάθε φορά που τα αμορτισέρ εξαντλούν τη διαδρομή τους ακούω τον συριστικό ήχο του ελαστικού που ακουμπάει στον θόλο, στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής η DB10 τα πάει περίφημα.
Μπορεί το μηχανικό σύνολο να λειτουργεί καλύτερα στις υψηλές στροφές και οι απότομες ανηφόρες να φέρνουν στην επιφάνεια ένα έλλειμμα ροπής, ωστόσο σε ανταμείβει με μεγάλα περιθώρια πρόσφυσης, ενθαρρύνοντάς σε να αναζητήσεις τα όριά της.
Αν ενδώσεις, η DB10 δίνει την αίσθηση ενός γρήγορου, ευέλικτου και ισορροπημένου τετράτροχου, αν και η υπερβολική στιβαρότητά της και το μεγαλύτερο μήκος του μεταξονίου και των μετατροχίων τής έχουν στερήσει κάτι από την προσαρμοστικότητα της V8 Vantage S.
Για την ακρίβεια, αν την εξωθήσεις πέρα από εκείνη τη λεπτή γραμμή όπου η προσαρμοστικότητα δεν είναι αυτονόητη και τα όρια μεταξύ πρόσφυσης και ολίσθησης θολώνουν, θα αντιδράσει με πιο μονοκόμματο τρόπο.
Συνειδητοποιώ ότι ενώ η αισθητική της αποτελεί οδηγό για το μέλλον της Aston Martin, η οδική της συμπεριφορά λειτουργεί ως υπενθύμιση για όσα θα πρέπει να διατηρήσει καθώς «τρέχει» προς τη νέα εποχή.
Δεν βρίσκω ιδιαίτερα ελκυστική ως αίσθηση τη λαβή του επιλογέα, ωστόσο το ότι αλλάζω τις ταχύτητες χειροκίνητα μού προσφέρει ασύγκριτη ικανοποίηση.
Το υδραυλικά υποβοηθούμενο σύστημα διεύθυνσης σχεδόν «πάλλεται» από τον όγκο της πληροφόρησης που μεταφέρει, τα συνθετικά δισκόφρενα είναι άριστα ρυθμισμένα, ενώ συνολικά το αυτοκίνητο αποπνέει αυθεντικότητα.
Ολα γίνονται φυσικά, σχεδόν ενστικτωδώς, ακριβώς διότι τα χέρια και οι αισθήσεις σου ξέρουν με μαθηματική ακρίβεια τι θα επακολουθήσει.
Είναι σαν να βρίσκεσαι καλωδιωμένος στο κέντρο ενός μηχανισμού εμπειριών, σε απόλυτη επικοινωνία με κάθε παράμετρο του μηχανικού συνόλου και του πλαισίου.
Στα ίχνη του ανταγωνισμού
Αυτοκίνητα όπως η Porsche 911 και η Mercedes AMG GT S ξεπερνούν εύκολα σε επιδόσεις την DB10 αλλά και τη V8 Vantage στην οποία οφείλει τα πάντα.
Εχουν περισσότερη ισχύ, περισσότερη ροπή, περισσότερη πρόσφυση και ταχύτερες αλλαγές σχέσεων, λειτουργώντας σε υψηλότερο επίπεδο από κάθε άποψη. Αλλά αυτό δεν σημαίνει τα πάντα.
Η πρόκληση για την Aston Martin είναι να μην απεμπολήσει τον μοναδικό χαρακτήρα της. Το πώς θα διατηρήσει το επιθετικό στυλ οδήγησης που τόσο ταιριάζει στο συγκεκριμένο αυτοκίνητο αλλά και την ίδια συμμετοχική αίσθηση στην οδηγική διαδικασία χωρίς μηχανικό κιβώτιο.
Προσωπικά θεωρώ ότι η μαγεία βρίσκεται στον συνδυασμό της αισθητικής με τη δυναμική οδική συμπεριφορά και ελπίζω ότι τα μεγέθη και οι χρόνοι στις πίστες δεν θα τεθούν σε προτεραιότητα έναντι της απλής οδηγικής ευχαρίστησης.
Οπως και να έχει πάντως, το να γλιστράς γράφοντας γύρους με μια μοναδική, ανθρακονημάτινη Aston Martin μπορεί να περιγραφεί μόνο ως «μια πολύ αποδοτική μέρα».
HIGHLIGHTS

Προς το μέλλον
Παρά την ιδιότητά της ως «σινεφίλ» πρωτοτύπου που κατασκευάστηκε για συγκεκριμένο σκοπό, η Aston Martin DB10 αποτελεί το πρώτο δείγμα του σχεδιαστικού κώδικα που θα δούμε στη νέα V8 Vantage και όχι μόνο, σηματοδοτώντας παράλληλα μια νέα φιλοσοφία όπου τα GT – όπως η νέα DB11 που θα εμφανιστεί στην έκθεση της Γενεύης τον Μάρτιο του 2016 – και τα καθαρόαιμα sports cars χωρίζουν εντελώς τους αισθητικούς τους δρόμους. Επιπλέον το εσωτερικό της βρίθει από νέες ιδέες, σχήματα και υφές, τα οποία σίγουρα θα συναντήσουμε στις μελλοντικές Aston Martin.

Αναλογικότητα
Το μεγάλο ταχύμετρο σταματά στα 355 χλμ./ώρα και φιλοξενεί στο εσωτερικό του, σε ένα κυκλικό αναλογικό μοτίβο που θυμίζει χρονογράφο, τις ενδείξεις για τη θερμοκρασία του λαδιού, του νερού και τη στάθμη καυσίμου. Αριστερά και δεξιά, μέσα σε μικρότερους «κύκλους» αντίστοιχου στυλ, βρίσκονται το στροφόμετρο και ένας γαργαλιστικός μετρητής πίεσης που φτάνει ως τα 30 psi (2 bar).

Πρωτοτυπία
Ο επιλογέας του μηχανικού κιβωτίου αναδεικνύει την έμφαση στη λεπτομέρεια, με το Delta-Wing μοτίβο να φαντάζει ως τo ιδανικό χειριστήριο για λειτουργίες όπως το traction control, το cruise control και η όπισθεν στις μελλοντικές Aston Martin.

Φωτογραφίες: Aston Parrott

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ