Μπορεί μια ηλεκτρονική εφαρμογή να αντικαταστήσει μια παραδοσιακή τράπεζα; Ο Τομ Μπλούμφιλντ πιστεύει ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό και γι’ αυτό δημιούργησε τη Mondo, μια εταιρεία που φιλοδοξεί να γίνει η Google του τραπεζικού τομέα, με λογαριασμούς που θα μπορεί κανείς να διαχειρίζεται μέσα από το κινητό του τηλέφωνο.
Η Mondo είναι μία από μια σειρά νεοφυών επιχειρήσεων που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αυξανόμενη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας για να διευκολύνουν την καθημερινότητα των πελατών τους. Την περασμένη εβδομάδα ο Μπλούμφιλντ και η ομάδα του παρουσίασαν το επιχειρηματικό τους σχέδιο στην αρμόδια επιτροπή της Τράπεζας της Αγγλίας προκειμένου να αποκτήσουν την πολυπόθητη άδεια λειτουργίας που θα επιτρέψει στη Mondo να αρχίσει και επισήμως τη λειτουργία της. Επί δύο ώρες, περιγράφει το Bloomberg, η επιτροπή «ανέκρινε» τον διευθύνοντα σύμβουλο της Mondo και τους συνεργάτες του για το πώς σκοπεύουν να προσελκύσουν πελάτες και να παραμείνει η ψηφιακή τους τράπεζα οικονομικά βιώσιμη. Οταν μάλιστα ο μόλις 29 ετών βρετανός μάνατζερ ρωτήθηκε γιατί ήθελε να ιδρύσει και να διοικήσει μια τράπεζα, η απάντησή του ήταν αποστομωτική: «Θέλω να δημιουργήσω μια νέου τύπου τράπεζα».
Ο Μπλούμφιλντ, απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και ανήσυχο επιχειρηματικό πνεύμα στη μετέπειτα επαγγελματική πορεία του, υποστηρίζει ότι ήταν η προσωπική του εμπειρία ως πελάτη των «συμβατικών» τραπεζών που τον οδήγησε στην απόφαση να δημιουργήσει μια ψηφιακή τράπεζα.
«Παλαιολιθική»
Η παθογένεια, κατά τον ίδιο, των διαδικασιών που ακολουθούν τα κοινά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους τους καταναλωτές: άπειρες ώρες γραφειοκρατίας για το άνοιγμα ενός λογαριασμού ή για την υποβολή μιας αίτησης για ένα δάνειο, υπερβολικές αμοιβές για τη χρήση της χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας στο εξωτερικό, επαχθείς επιβαρύνσεις υπερανάληψης και καθόλου φιλικές προς τον χρήστη ηλεκτρονικές υπηρεσίες.
«Ξυπνάω και σκέφτομαι ότι η τράπεζά μου είναι παλαιολιθική» λέει ο Μπλούμφιλντ στο αμερικανικό πρακτορείο και προσθέτει: «Αυτό επηρεάζει εμένα, την οικογένειά μου, τους φίλους μου. Πρέπει όλοι μας να χρησιμοποιούμε τραπεζικές υπηρεσίες και αυτές σήμερα είναι ιδιαιτέρως προβληματικές».
Ο Μπλούμφιλντ και ορισμένα άλλα μέλη της ομάδας της Mondo προέρχονται από μια άλλη επίδοξη βρετανική ψηφιακή τράπεζα, τη Starling, στην οποία ο νεαρός επιχειρηματίας κατείχε τη θέση του επικεφαλής του τεχνολογικού τμήματος και είχε μάλιστα βοηθήσει και στην ίδρυσή της. Συνεπώς γνώριζαν σε πολύ καλό βαθμό τις απαιτήσεις του να δημιουργήσει κανείς μια τέτοια εταιρεία αλλά κυρίως είχαν άριστη γνώση των στατιστικών δεδομένων που συνοδεύουν –και ως έναν βαθμό εγγυώνται –την επιτυχία του εγχειρήματός τους.
Από το Διαδίκτυο
Σύμφωνα με τις τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες της Βρετανίας, την Barclays, τη Royal Bank of Scotland, τη Lloyds Banking Group και την HSBC, η επισκεψιμότητα και η χρήση των υποκαταστημάτων από τους πελάτες τους έχει μειωθεί κατά 36% από το 2010, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται ο αριθμός των πολιτών που χρησιμοποιούν τις διαδικτυακές υπηρεσίες της τράπεζάς τους για να εκτελούν τις συναλλαγές τους. Στις ΗΠΑ, λόγου χάρη, το ποσοστό των καταναλωτών που επιλέγουν τη σύγχρονη τεχνολογία και το Διαδίκτυο για να έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό λογαριασμό τους είναι περισσότερο από 60%.
Η Mondo έχει ήδη πελάτες που χρησιμοποιούν δοκιμαστικά τις υπηρεσίες της από τον περασμένο Ιούνιο και η λειτουργία της βασίζεται αποκλειστικά στη χρήση του κινητού τους τηλεφώνου. Ο Μπλούμφιλντ και οι συνεργάτες τους έχουν αναπτύξει μια αυτόνομη ηλεκτρονική εφαρμογή μέσα από την οποία οι πελάτες διαχειρίζονται τους λογαριασμούς τους, ενώ παράλληλα θα δέχονται ειδοποιήσεις για θέματα όπως η πιθανότητα υπερανάληψης σε περίπτωση μη επαρκούς υπολοίπου στον λογαριασμό, υπενθυμίσεις να πληρώσουν τους εκκρεμείς λογαριασμούς και πληροφορίες σχετικά με το πώς ξοδεύουν τα χρήματά τους. Η διαφορά είναι, λέει ο Μπλούμφιλντ, ότι ο πελάτης είναι αυτός που θα επιλέγει κάθε φορά τι θέλει να κάνει με τον λογαριασμό του. «Η Mondo στοχεύει να επιτρέπει στους πελάτες να μπλοκάρουν τον λογαριασμό τους μέχρι να υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια ώστε να μην επιβαρυνθούν με τέλη υπερανάληψης ή ακόμη και να δανειστούν ένα ποσό με επιτόκιο ως και 50% μικρότερο από όσα προσφέρουν οι συμβατικές τράπεζες» γράφει ο βρετανικός «Guardian». Επιπλέον, για όσους είναι επιρρεπείς στο να χάνουν την τραπεζική τους κάρτα, η εφαρμογή τους επιτρέπει να βάζουν προσωρινή φραγή στην εκτέλεση συναλλαγών μέχρι να εντοπιστεί και όχι απαραίτητα να την ακυρώνουν.
Ενώ η τεχνολογία έχει αλλάξει κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής, υποστηρίζει ο Μπλούμφιλντ, ο τραπεζικός τομέας παραμένει «παγωμένος στον χρόνο». Οι τράπεζες συνεχίζουν να προσφέρουν στους πελάτες μια στατική λίστα υπηρεσιών και προϊόντων αντί να παρέχουν έγκαιρη ενημέρωση ή χρήσιμα εργαλεία για τη διαχείριση των λογαριασμών τους. Στον κόσμο των άμεσων μηνυμάτων πολλές τράπεζες δεν επικοινωνούν σε πραγματικό χρόνο και αυτό καθιστά απαραίτητη τη δημιουργία καθ’ όλα ψηφιακών τραπεζικών και ταυτόχρονα δίνει τεράστια δυναμική στη Mondo, σύμφωνα με τον ιδρυτή της. «Νομίζω ότι τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια θα λειτουργήσει μια (ψηφιακή) τράπεζα που θα έχει την κλίμακα της Google ή του Facebook. Ελπίζουμε ότι θα είναι η Mondo αυτή η τράπεζα» δηλώνει στη βρετανική εφημερίδα.
«Αμεση επαφή» με τα χρήματα με μικρότερες χρεώσεις
Ο τραπεζικός κλάδος, αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης εμπορικής και προσωπικής ζωής, έχει εξελιχθεί ιστορικά ταυτόχρονα με την ανάγκη ανταπόκρισης σε νέες προκλήσεις και κάλυψης των εκάστοτε απαιτήσεων των καταναλωτών και της αγοράς. Η τεχνολογία ανέκαθεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή.
Εφευρέσεις όπως τα μηχανήματα αυτόματης ανάληψης (ΑΤΜ) και οι πιστωτικές κάρτες τη δεκαετία του 1960 ή οι διαδικτυακές τραπεζικές υπηρεσίες τη δεκαετία του 1990 ή οι υπηρεσίες μέσω κινητού τηλεφώνου σήμερα έχουν αλλάξει ριζικά τον τρόπο λειτουργίας των τραπεζών. Η αυξανόμενη ζήτηση των καταναλωτών να είναι συνεχώς σε «άμεση επαφή» με τα χρήματά τους είναι που ευνοεί τώρα την είσοδο των τεχνολογικών εταιρειών στο τραπεζικό προσκήνιο, οι οποίες όμως αντιμετωπίζουν και μεγάλες προκλήσεις.
Το μεγαλύτερο όφελος από την επιλογή μιας διαδικτυακής τράπεζας είναι η εξοικονόμηση χρημάτων, λένε οι ειδικοί. Είναι κοινό για τις παραδοσιακές τράπεζες να χρεώνουν, εκτός από έξοδα για τη διατήρηση του λογαριασμού, και τέλη για διάφορες υπηρεσίες, όπως είναι η ανάληψη ποσού από ΑΤΜ άλλης τράπεζας ή η χρήση υπηρεσιών από το εξωτερικό. Αντίθετα, οι ψηφιακές τράπεζες είναι σε θέση να χρεώνουν λιγότερο για τις τραπεζικές τους υπηρεσίες επειδή έχουν λιγότερες δαπάνες να καλύψουν απ’ ό,τι ένα μεγάλο δίκτυο τραπεζικών υποκαταστημάτων (κόστος αγοράς ή ενοικίασης χώρου, μισθοί των εργαζομένων, οι λογαριασμοί κ.ά.). Επειδή οι περισσότερες υπηρεσίες μιας ψηφιακής τράπεζας πρακτικά πραγματοποιούνται σε ένα δωμάτιο με σέρβερ και το προσωπικό προέρχεται κατά βάση από εξωτερικούς συνεργάτες, τα λειτουργικά έξοδα μειώνονται στο ελάχιστο και άρα υπάρχει το περιθώριο μη μετακύλισής τους στον πελάτη.
Από την άλλη πλευρά, η ασφάλεια των διαδικτυακών υπηρεσιών και των προσωπικών στοιχείων των καταναλωτών είναι ίσως η μεγαλύτερη ανησυχία κατά τη διάρκεια των online τραπεζικών συναλλαγών. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η αμερικανική εταιρεία τεχνολογίας και ασφάλειας δικτύων RSA, το 86% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι «ανησυχούν πολύ» για την κλοπή ή την κατάχρηση των προσωπικών τους δεδομένων όταν εκτελούν διαδικτυακές συναλλαγές. Τέλος, ένα άλλο πρόβλημα είναι η εξασφάλιση της οικονομικής ακεραιότητας της ίδιας της τράπεζας και η αποφυγή περιστατικών εξαπάτησης των καταναλωτών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ