Ενοπλοι εκπαιδευμένοι στη Λιβύη και συνδεδεμένοι με το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Κάιντα σκότωσαν 22 ανθρώπους σε ένα εθνικό μουσείο στην καρδιά της Τύνιδας τον Μάρτιο και 38 τουρίστες σε μια παραλία στην κοντινή πόλη Σους τον Ιούνιο.
Αυτές οι επιθέσεις έχουν προκαλέσει μια διευρυνόμενη καταστολή από τις δυνάμεις ασφαλείας και αριστεροί Τυνήσιοι αναρωτιούνται αν η χώρα τους μπορεί να αντέξει τρομοκρατικές επιθέσεις χωρίς να εγκαταλείψει τις ελευθερίες που δειλά κέρδισε με την επανάσταση που πυροδότησε την Αραβική Ανοιξη, πριν από τέσσερα χρόνια.
Η κατάσταση είναι όλο και πιο επισφαλής. Την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος επέκτεινε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για δύο μήνες, προειδοποιώντας ότι άλλη μία επίθεση θα προκαλούσε την κατάρρευση του κράτους.
Το πρόβλημα γίνεται χειρότερο από την παρουσία εξτρεμιστικών ισλαμιστικών ομάδων που έχουν συμμαχήσει με την Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος στη γειτονική Λιβύη.
Ομάδες ενόπλων στην Τυνησία, που έχουν εξαπολύσει μια εξέγερση χαμηλού επιπέδου επί πολλά χρόνια, συνδέονται τώρα μαζί τους, αυξάνοντας το επίπεδο της βίας στη χώρα.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις έχουν θέσει σε επιφυλακή τους πολίτες και την κυβέρνηση, η οποία έχει αυξήσει όλα τα επίπεδα συναγερμού. «Αυτές οι επιθέσεις σε τουρίστες είναι κάτι νέο. Είχαν επιτεθεί σε δυνάμεις ασφαλείας τον περασμένο χρόνο αλλά τώρα βάζουν άλλον στόχο» λέει κυβερνητικός αξιωματούχος.
Οι δυνάμεις ασφαλείας της Τυνησίας έχουν πραγματοποιήσει εκατοντάδες επιδρομές και συχνά ανακοινώνουν συλλήψεις και επιτυχημένες επιχειρήσεις κατά των ενόπλων. Αλλά καθώς περισσότεροι νέοι άνθρωποι εντάσσονται στις ένοπλες ομάδες και εκπαιδεύονται στη Λιβύη, αξιωματούχοι ασφαλείας αναγνωρίζουν ότι η κατάσταση θα γίνεται χειρότερη.



Η βία κερδίζει έδαφος
Η βία, η οποία ξεκίνησε σποραδικά, έχει κερδίσει σταθερά έδαφος κατά των δυνάμεων ασφαλείας, οι οποίες ήταν σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστες.
Ηδη από πέρυσι η αντιτρομοκρατική υπηρεσία ανακαλύπτει πυρήνες ένοπλων μαχητών στα προάστια της πρωτεύουσας. Τώρα, μετά τις δύο επιθέσεις σε ξένους τουρίστες εφέτος, οι τυνησιακές Αρχές λαμβάνουν υπ’ όψιν τις απειλές πιο σοβαρά από ποτέ.
Ανδρες του Στρατού και της Εθνικής Φρουράς της Τυνησίας, οι οποίοι δεν ήταν καθόλου καλά εξοπλισμένοι επί πολλά χρόνια και εκπαιδεύονταν για πολιτικούς λόγους από τον πρώην δικτάτορα Μπεν Αλι, έχουν λάβει εκπαίδευση ειδικών δυνάμεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι επικριτές της κυβερνητικής καταστολής λένε ότι οι επιχειρήσεις των δυνάμεων ασφαλείας έχουν γίνει σαρωτικές και απειλούν να επαναφέρουν τις σκληρές μεθόδους που οι Τυνήσιοι ήλπιζαν να αφήσουν πίσω τους ύστερα από σχεδόν 60 χρόνια δικτατοριών.
Συνήγοροι και οικογένειες ορισμένων από τους συλληφθέντες παραπονιούνται ότι αθώοι άνθρωποι κρατούνται ύστερα από επιχειρήσεις-σκούπα της ασφάλειας. Ο Οργανισμός Κατά των Βασανιστηρίων στην Τυνησία διερευνά σχεδόν 70 περιπτώσεις βασανιστηρίων από το 2015.
Εν τω μεταξύ εκατοντάδες νεαροί φεύγουν από τη χώρα, πολλοί από αυτούς για τη Λιβύη, όπου μπορούν να βρουν δουλειά, αλλά οι περισσότεροι εντάσσονται σε εξτρεμιστικές ομάδες μαχητών. Μια πρόσφατη έκθεση από τα Ηνωμένα Εθνη προειδοποίησε ότι Τυνήσιοι εγκαταλείπουν κατά δεκάδες τη χώρα για να ενταχθούν σε οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος, επίσης γνωστό ως ISIS ή ISIL.
5.500 σε εξτρεμιστικές ομάδες
Εκτιμάται ότι 5.500 Τυνήσιοι έχουν ενταχθεί σε εξτρεμιστικές ομάδες, περίπου 4.000 στη Συρία και περί τους 1.500 στη Λιβύη, σύμφωνα με την έκθεση. Μικρότεροι αριθμοί πολεμούν στο Ιράκ, στο Μάλι και στην Υεμένη.
Γυναίκες είναι μεταξύ εκείνων που έχουν ενταχθεί σε εξτρεμιστικές ομάδες, ενώ ακόμη και ολόκληρες οικογένειες έχουν ταξιδέψει σε ζώνες συγκρούσεων.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους μαχητές είναι νέοι από όλα τα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Εχουν στρατολογηθεί μέσω τοπικών παραρτημάτων των εξτρεμιστικών ομάδων, σε τζαμιά και φυλακές. Μερικές από τις δραστηριότητές τους διευκολύνονται από μια μεγάλη εισροή χρημάτων από το εξωτερικό, αναφέρει η έκθεση.
Πολλοί φοβούνται ότι οι τεταμένες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες της χώρας, η έλλειψη ανάπτυξης στις φτωχότερες περιφέρειες –ειδικά στον Νότο, ο οποίος συνορεύει με τη Λιβύη –και η περιστολή της δημοκρατίας από την κυβέρνηση θα ανοίξουν τον δρόμο για εξτρεμιστικές ομάδες, όπως το Ισλαμικό Κράτος.

HeliosPlus