Η αστερόεσσα πρέπει σήμερα ήδη να κυματίζει στην αμερικανική πρεσβεία στην Αβάνα. Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι επρόκειτο να ταξιδέψει χθες, Παρασκευή, στην Κούβα για τα επίσημα εγκαίνια και την έπαρση της σημαίας στην πρεσβεία που άρχισε να λειτουργεί τον περασμένο μήνα. Είναι ο πρώτος αμερικανός υπουργός Εξωτερικών που επισκέφθηκε την Αβάνα σε 70 χρόνια και η αμερικανική σημαία που κυματίζει στο κτίριο της πρεσβείας είναι η πρώτη που υψώθηκε στο νησί σε 56 χρόνια.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δύο χώρες έχουν επιλύσει τις μεταξύ τους διαφορές. Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά: θα αρθεί τελικά το εμπορικό εμπάργκο που στραγγάλισε την οικονομία της δεύτερης πολυπληθέστερης χώρας –με πληθυσμό 11 εκατομμύρια κατοίκους –της Καραϊβικής και, αν ναι, πότε; Κατά πόσο είναι ικανό το κομμουνιστικό καθεστώς της Κούβας να βελτιώσει τις κακές επιδόσεις του όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων; Πότε θα αρχίσει να βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο των Κουβανών, η πλειονότητα των οποίων επιβιώνει με 20 δολάρια τον μήνα έκαστος; Είναι διατεθειμένοι οι Αμερικανοί να εγκαταλείψουν τη ναυτική βάση του Γκουαντάναμο; Πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα των οικονομικών αποζημιώσεων που αμφότερες οι χώρες αξιώνουν; Και τελευταίο αλλά όχι έσχατο: θα αντέξει η κουβανική επανάσταση, περήφανη αλλά γερασμένη, γραφειοκρατική, σχεδόν δεινοσαυρική για κάποιους αναλυτές;
Χρειάστηκε η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα και η άνοδος του μετριοπαθούς Ραούλ Κάστρο, τουλάχιστον σε σχέση με τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο, για να ξεπεράσουν οι δύο χώρες τις όποιες παρωχημένες εχθρότητες που έφεραν την ανθρωπότητα στα πρόθυρα ενός πυρηνικού πολέμου και να κάνουν μια νέα αρχή.

«Οι σχέσεις ανάμεσα στην Κούβα και στις ΗΠΑ δεν υπήρξαν ποτέ ομαλές. Αφότου κέρδισε την ανεξαρτησία της από τους Ισπανούς (το 1898), η Κούβα βρέθηκε αμέσως υπό την «κηδεμονία» των ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα οι σχέσεις μεταξύ των δύο εθνών δεν ήταν ποτέ ομαλές. Κατ’ επέκταση, θα χρειαστεί να περάσει ένα πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να είμαστε σε θέση να μιλήσουμε για ομαλοποίηση»
δήλωσε στο «Βήμα» η Λίλιαν Μανσόρ, ειδική σε ζητήματα της Κούβας, από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι.
Αποτελεί όμως γεγονός ότι «το τζίνι βγήκε από το λυχνάρι», όπως δήλωσε πρώην κουβανός διπλωμάτης από τον στενό κύκλο των Κάστρο, και αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στον Μπαράκ Ομπάμα. Για να ολοκληρώσει με επιτυχία τη δική του «κουβανική επανάσταση», ο αμερικανός πρόεδρος καλείται κατ’ αρχάς να πείσει το ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικανούς Κογκρέσο να δώσει το «πράσινο φως» για την άρση του εμπάργκο, στόχος κάθε άλλο παρά εύκολος. Ο Μάρκο Ρούμπιο, ένας από τους πιο επιφανείς υποψηφίους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για το προεδρικό χρίσμα, δεν δίστασε να δηλώσει ότι «η 20ή Ιουλίου θα μείνει στην Ιστορία ως η ημέρα της συνθηκολόγησης του Ομπάμα». Ωστόσο στις δημοσκοπήσεις τρεις στους τέσσερις αμερικανούς πολίτες τάσσονται υπέρ της άρσης του εμπάργκο.

«Ελπίζω και πιστεύω ότι σε ένα όχι τόσο μακρινό μέλλον θα υπάρχει και πάλι η δυνατότητα η ιστορική φιλία μεταξύ μας να εκφράζεται μέσω ομαλών σχέσεων κάθε είδους. Εν τω μεταξύ δηλώνουμε τη συμπαράστασή μας στον λαό της Κούβας, ο οποίος υποφέρει τώρα κάτω από τον ζυγό ενός δικτάτορα»
είχε δηλώσει ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ τον Ιανουάριο του 1961, αμέσως μετά την οριστική ρήξη ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στην Αβάνα. Αυτό το άμεσο μέλλον όμως άργησε σχεδόν 55 χρόνια, ως τα μεσάνυχτα της 20ής Ιουλίου 2015, όταν άρχισαν να επαναλειτουργούν οι πρεσβείες των ΗΠΑ και της Κούβας στην Αβάνα και στην Ουάσιγκτον αντίστοιχα.

Λίλιαν Μανσόρ, από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι
«Το εμπάργκο απέτυχε, κατασκεύασε εχθρούς και πρόσφερε άλλοθι»

«Δημιούργησαν περισσότερους εχθρούς στη Λατινική Αμερική, επιδείνωσαν τις σχέσεις τους με συμμάχους τους σε άλλες περιοχές του κόσμου και πρόσφεραν στην Κούβα τη δυνατότητα να δικαιολογεί τα οικονομικά της προβλήματα επικαλούμενη το αμερικανικό εμπάργκο».
Αυτά «κέρδισαν» οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του σχεδόν 55ετούς εμπάργκο που επέβαλαν στην Κούβα, σύμφωνα με τη Λίλιαν Μανσόρ από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι.
Μιλώντας στο «Βήμα», η ιδρύτρια του ENCASA, ενός δικτύου κουβανοαμερικανών διανοουμένων και καλλιτεχνών με στόχο την αλλαγή της πολιτικής που διέπει τις σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Αβάνας, δήλωσε πως η πρωτοβουλία του Μπαράκ Ομπάμα για την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας δεν αποτελεί ούτε «άνευ όρων παράδοση», όπως ισχυρίζονται αρκετοί στις ΗΠΑ, ούτε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του, αλλά μέρος της διπλωματίας.

«Είμαι σίγουρη ότι έγιναν και θα συνεχίσουν να γίνονται παραχωρήσεις τόσο από την πλευρά των ΗΠΑ όσο και από την κουβανέζικη πλευρά. Αυτό είναι η διπλωματία. Πρέπει, ωστόσο, να έχουμε κατά νου την ασυμμετρία που υφίσταται μεταξύ των δύο πλευρών όσον αφορά την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεών τους. Οι ΗΠΑ δεν έχουν απολύτως τίποτα να χάσουν»
εξήγησε.
Οσον αφορά το ενδεχόμενο να σταματήσει η επαναπροσέγγιση μεταξύ Ουάσιγκτον και Αβάνας στην περίπτωση που ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ ανήκει στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, η Λίλιαν Μανσόρ υποστηρίζει πως αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις επιφανών Ρεπουμπλικανών που διεκδικούν το προεδρικό χρίσμα.

«Υπάρχουν πολλά συμφέροντα για τους Ρεπουμπλικανούς στην Κούβα, ειδικά για εκείνους στις γεωργικές Μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ. Πολλοί από τους υποψηφίους των Ρεπουμπλικανών τάσσονται κατά του εμπάργκο. Το πάγωμα της διαδικασίας επαναπροσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών δεν έχει νόημα για τις ΗΠΑ ούτε οικονομικά ούτε ιδεολογικά ή πολιτικά»
μας είπε, προσθέτοντας ότι από τη στιγμή που «η πλειονότητα των Αμερικανών και των μελών της κοινότητας των Κουβανοαμερικανών στις ΗΠΑ τάσσονται υπέρ της αποκατάστασης των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, οι εκλεγμένοι πολιτικοί τους θα πρέπει να ανταποκριθούν στη θέλησή τους. Στο κάτω-κάτω, αυτός είναι ο ορισμός της Δημοκρατίας στις ΗΠΑ».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ