Το νέο Μνημόνιο διαφέρει από τα προηγούμενα. Ενώ στα άλλα δύο η χώρα αντιμετωπιζόταν ως μια κανονική δυτικοευρωπαϊκή χώρα, η οικονομία της οποίας έπρεπε να κάνει ορισμένες προσαρμογές ώστε να συγκλίνει με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, με το νέο Μνημόνιο αντιμετωπίζεται όπως αντιμετωπίζονταν άλλοτε οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι οικονομίες των οποίων χρειάζονται εκ βάθρων και δομική αναδιάρθρωση. Από την απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων ως την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, της Δικαιοσύνης και των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το νέο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων που μοιάζει με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το Βερολίνο το θέμα της Ανατολικής Γερμανίας.
Η Ελλάδα λοιπόν προσεγγίζεται πλέον ως μια διαφορετική περίπτωση που δεν έχει σχέση με την Πορτογαλία, την Ιρλανδία ή την Κύπρο, οι οποίες μπήκαν σε πρόγραμμα, έκαναν τις προσαρμογές και επέστρεψαν στις αγορές και στην κανονικότητα. Ούτε συγκρίνεται με την Ισπανία και την Ιταλία, δύο μεγάλες χώρες και οικονομίες που κατάφεραν να βάλουν σε τάξη τα δημόσια οικονομικά τους και να παραμείνουν στις αγορές.
Βεβαίως, η δημοσιονομική εξυγίανση είναι αποτέλεσμα της λιτότητας που έχει επιβάλει στην ευρωζώνη το Βερολίνο και η οποία σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται για τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και την υψηλή ανεργία ιδιαίτερα μεταξύ των νέων σε όλον τον ευρωπαϊκό Νότο. Σε αυτές τις χώρες, αλλά και σε άλλες, εντός και εκτός ευρωζώνης, όπως η Γαλλία και η Αγγλία, η συζήτηση για δημοσιονομική χαλάρωση και τερματισμό της λιτότητας έχει νόημα. Διότι ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη στις παραγωγικές επιδόσεις του ιδιωτικού τους τομέα. Οπως άλλωστε συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν η Γερμανία ήταν η πρώτη που παραβίασε το όριο του ελλείμματος 3% του ΑΕΠ που προέβλεπε το Σύμφωνο Σταθερότητας. Αλλο πράγμα να παραβιάζεις το έλλειμμα για δημόσιες επενδύσεις και άλλο για καταναλωτικές δαπάνες και προσλήψεις στο Δημόσιο.
Η Ελλάδα είναι μοναδική περίπτωση και γι’ αυτό η επιστροφή σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης δεν συνδέεται τόσο με την κατάργηση της λιτότητας. Σίγουρα η λιτότητα παίζει ρόλο στην καταβαράθρωση του ΑΕΠ. Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας όμως είναι διαρθρωτικό. Εχει να κάνει με την οργανωτική και παραγωγική δομή της οικονομίας και της χώρας. Ως εκ τούτου μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με διαρθρωτικές αλλαγές. Αλλωστε πριν από την κρίση η Ελλάδα έτρεχε με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης 4% και 5% για μία δεκαετία και με το ξέσπασμά της έπεσε στον γκρεμό, διότι επρόκειτο για μια ανάπτυξη που στηριζόταν στην κατανάλωση με δανεικά.
Σήμερα το πολιτικό σύστημα είναι σοφότερο απ’ ό,τι ήταν πριν από μερικά χρόνια, ακόμη και πριν από έξι μήνες, όταν η χώρα βρισκόταν με το ένα πόδι εκτός Μνημονίου και τα τίναξε όλα στον αέρα για τα καπρίτσια των πολιτικών που διεκδικούσαν την εξουσία.
Η στοιχειώδης εφαρμογή των διαρθρωτικών αλλαγών του νέου προγράμματος από το σύνολο του μνημονιακού τόξου της σημερινής Βουλής μπορεί να πυροδοτήσει αλματώδη ανάκαμψη της οικονομίας με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την κοινωνία και τη χώρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ