Έκκληση για διεθνή βοήθεια απηύθυναν οι αρχές της Μιανμάρ για την παροχή τροφίμων, προσωρινών καταλυμάτων και ρούχων στους περισσότερους από 210.000 πληγέντες από τις πλημμύρες στη χώρα.
Σύμφωνα με την κυβέρνηση, τουλάχιστον 47 άνθρωποι έχουν χάσει την ζωή τους από τις πλημμύρες, που προκλήθηκαν από τις σφοδρές βροχοπτώσεις που σημειώνονται κατά την φετινή περίοδο των μουσώνων, ενώ περισσότεροι από 210.000 έχουν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους.
Στο βόρειο και δυτικό τμήμα της χώρας χιλιάδες σπίτια, αγροτικές εκτάσεις, γέφυρες και δρόμοι έχουν καταστραφεί, ενώ μερικές περιοχές εξακολουθούν να είναι αποκομμένες από την υπόλοιπη χώρα.
Η έκκληση για διεθνή βοήθεια έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με την στάση που τηρούσαν οι αρχές της όταν την κυβερνούσαν οι στρατηγοί. Η χούντα είχε αρνηθεί να δεχθεί εξωτερική βοήθεια μετά τον καταστροφικό κυκλώνα του 2008 Ναργκίς, ο οποίος άφησε πίσω του σχεδόν 140.000 νεκρούς ή αγνοούμενους.
Η κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι καθυστέρησε να αντιδράσει στην καταστροφή. «Η ελλιπής ανταπόκριση της κυβέρνησης στην καταστροφή οδήγησε σε παρανοήσεις κατά τις προσπάθειες απομάκρυνσης των κατοίκων διαφόρων περιοχών» παραδέχθηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γε Χτουτ, τις δηλώσεις του οποίου επικαλείται η εφημερίδα New Light of Myanmar.
Πρόκειται για μια σπάνια παραδοχή από την πλευρά της κυβέρνησης μετά την σωρεία των επικρίσεων που διατυπώθηκαν σε ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης.
Η σημερινή κυβέρνηση, η οποία ανέλαβε την εξουσία το 2011 και ετοιμάζεται για εκλογές το Νοέμβριο, ηγείται των προσπαθειών παροχής βοήθειας, αλλά ο στρατός χειρίζεται τη διεξαγωγή των σχετικών επιχειρήσεων.
«Συνεργαζόμαστε και ζητούμε διεθνή βοήθεια. Έχουμε αρχίσει να επικοινωνούμε με οργανώσεις και χώρες που μπορεί να κάνουν δωρεές» πρόσθεσε ο Γε Χτουτ.
Η Μιανμάρ χρειάζεται τη βοήθεια άλλων χωρών και για την μετεγκατάσταση των πληγέντων, όπως και την ανοικοδόμηση των κοινοτήτων όταν αποσυρθούν τα νερά από τις πλημμύρες.
Από την Παρασκευή η κυβέρνηση έχει κηρύξει σε κατάσταση φυσικής καταστροφής τέσσερα κρατίδια και περιοχές του βόρειου και του δυτικού τμήματος της χώρας – Ραχίν, Τσιν, Σαγκένγκ και Μαγκουέι. Ωστόσο έκτοτε οι πλημμύρες έχουν επεκταθεί και προς το νότιο τμήμα της χώρας μέσω των ποταμών που έχουν υπερχειλίσει.
Δεκάδες στρατιώτες επιβιβάστηκαν το πρωί της Τρίτης σε στρατιωτικά ελικόπτερα στην Σίτουε, την πρωτεύουσα του κρατιδίου Ραχίν, στο δυτικό τμήμα της χώρας, την ώρα που τα σωστικά συνεργεία αγωνίζονταν για να φτάσουν σε απομονωμένα χωριά της περιοχής.
Οι βροχοπτώσεις έχουν προκαλέσει μεγάλη καταστροφή στο κρατίδιο αυτό, στο οποίο ζουν ήδη 140.000 εκτοπισμένοι, κυρίως μουσουλμάνοι Ροχίνγκια, οι οποίοι διαμένουν σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς που στήθηκαν μετά τις φονικές συγκρούσεις μεταξύ βουδιστών και μουσουλμάνων το 2012.
Ο ΟΗΕ υπολογίζει ότι περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους στο Ραχίν, αν και η συλλογή πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση των πλημμυροπαθών είναι δύσκολη στην χώρα αυτή, στην οποία οι ήδη ελαττωματικές υποδομές υπέστησαν μεγάλες ζημιές από τις πλημμύρες.
«Πιστεύεται ότι υπάρχουν κι άλλα θύματα από τις πλημμύρες» δήλωσε ο Φιου Λέι Λέι Τουν από το υπουργείο Κοινωνικής Προστασίας.
Και άλλες ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία και το Πακιστάν, έχουν πληγεί τις τελευταίες ημέρες από τις ισχυρές βροχοπτώσεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει και σε αυτές το θάνατο δεκάδων ανθρώπων.