Δεν μπορείς να την πεις «επιστροφή» γιατί στην πραγματικότητα δεν έφυγε ποτέ. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ο Ντέιβιντ Ντουκόβνι παρέμεινε επίκαιρος παρά το ότι τα «X-Files», η σειρά που τον έκανε διάσημο, λείπει από τη μικρή οθόνη εδώ και 13 χρόνια. Είτε ως Χανκ Μούντι, συγγραφέας με έφεση στις καταχρήσεις και ενδοτικότητα στις προκλήσεις του έτερου φύλου στις επτά σεζόν του «Californication» (2007-2014), είτε ως ο ίδιος του ο εαυτός, νοσηλευόμενος για «σεξουαλικό εθισμό» το 2008 και κρατώντας διαρκώς πατημένο το «On/Off» στον γάμο του με την Τέα Λεόνι, ο 55χρονος ηθοποιός απέφυγε τη λήθη του one hit wonder. Και το 2015 αναδεικνύεται αίφνης κάτι σαν μαγική χρονιά για αυτόν: τον Φεβρουάριο εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, τον Απρίλιο το πρώτο του CD, τον Μάιο πρωταγωνιστεί σε μια καινούργια αστυνομική σειρά του NBC, από το καλοκαίρι θα ξεκινήσει γυρίσματα για έναν νέο κύκλο «X-Files» που θα προβληθεί στις αρχές του 2016.

Εντάξει, δεν είναι όλες αυτές οι δραστηριότητες εξίσου επιτυχημένες. Παραδόξως, η πιο χλιαρή υποδοχή επιφυλάχθηκε σε εκείνη που ο ίδιος ήθελε στην αρχή της καριέρας του να εξασκεί ως επάγγελμα. Πτυχιούχος του Πρίνστον στην Αγγλική Φιλολογία, με μεταπτυχιακό του Γέιλ στο ίδιο αντικείμενο, ο Ντουκόβνι έγραψε το «Holy Cow» (εκδ. Farrar, Straus and Girroux), την κωμική οδύσσεια μιας αγελάδας που αναζητεί τη σωτηρία από την κοινή βοδινή μοίρα στη μετανάστευση, περίπου σαν τον Χανκ Μούντι – για την πλάκα του. Οι κριτικές είδαν το βιβλίο περισσότερο ως αξιοπερίεργο πόνημα παρά ως άρτιο μυθιστόρημα. Αυτό δεν εμπόδισε τον εκδοτικό οίκο να συνάψει μαζί του συμβόλαιο και για το δεύτερο μυθιστόρημά του, μια ρεαλιστική ιστορία για έναν αποτυχημένο συγγραφέα που μαθαίνει ότι ο πατέρας του, από τον οποίο έχει αποξενωθεί, πάσχει από καρκίνο.

Ακούγεται σοβαρό για κάποιον που πάντοτε αναρωτιέσαι αν μιλάει σοβαρά. Σε μια συνέντευξη στο «Rolling Stone», για παράδειγμα, εν όψει της κυκλοφορίας του δίσκου του «Hell or Highwater» στις 12 Μαΐου περιέγραψε ως εξής την πρώτη ημέρα του στο στούντιο: «Φρικτή. Σε κάποια στιγμή έπεσα στο πάτωμα κάτω από το μικρόφωνο και φώναζα ότι όλο αυτό ήταν ένα λάθος». Ωστόσο, ο Ντουκόβνι έγραψε τη μουσική, τους στίχους, τραγούδησε και στα 12 τραγούδια του CD – αλλά απείχε από την ενορχήστρωση μια και «δεν είμαι καλός κιθαρίστας», όπως απολογήθηκε στους «New York Times».

Αν είναι αποδεδειγμένα καλός σε κάτι, αυτό είναι η ενσάρκωση του ουφόπληκτου πράκτορα Φοξ Μόλντερ. Θα χρειαστεί ένα crash course βέβαια γιατί δεν θυμάται και πολλά από τη μυθολογία της σειράς: «Νομίζω ότι τόσο εγώ όσο και η Γκίλιαν Αντερσον έχουμε ανάγκη επανάληψης είτε από τον Κρις Κάρτερ [τον δημιουργό της σειράς] είτε από κάποιον που έχει τον ανάλογο ιστότοπο και ξέρει επακριβώς τι διάολο συμβαίνει». Και εδώ δεν αστειεύεται: τα «X-Files» έρχονται σε ένα τελείως άλλο τοπίο από αυτό που έφυγαν, η σημερινή κουλτούρα της TV τού διαφεύγει, έλεγε στους «New York Times»: «Οταν η κόρη μου βλέπει τηλεόραση, δεν ανοίγει ποτέ την τηλεόραση».

The Age of Aquarius
Το ερώτημα της καριέρας του Ντουκόβνι είναι αν είναι καλός ηθοποιός. Παρά τις δύο χρυσές σφαίρες (το 1997 για τα «X-Files», το 2008 για το «Californication») μια σχετική αμφιβολία υφίσταται. Με το «Aquarius», όπου από τις 28 Μαΐου θα υποδύεται έναν αστυνομικό του Λος Αντζελες ο οποίος το 1967, ερευνώντας την υποκουλτούρα της πόλης, πέφτει πάνω στον μετέπειτα δολοφόνο της Σάρον Τέιτ, Τσαρλς Μάνσον, έχει την ευκαιρία να μπει στο πετσί ενός ρόλου που δεν εκφράζει, όπως οι προηγούμενοι, κάποια πτυχή της προσωπικότητάς του. Αντίθετα, ο ντετέκτιβ Σαμ Χόντιακ σοκάρεται από τον ελεύθερο έρωτα και τα ελαφρά ενδεδυμένα ήθη των ’60s. Καλό για την παραγωγή, η οποία ετοιμάζει έξτρα περιεχόμενο για προβολές εκτός ΗΠΑ: «Ποιος να το φανταζόταν ότι στην Ευρώπη γουστάρουν στήθη;» σχολιάζει ο Ντουκόβνι.

* Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑmen Ιουνίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ