Κάνοντας λόγο για ανθρώπους «που είχαν καλές δουλειές ενώ τώρα έχουν επιστρέψει στα χωριά των γονιών τους και στηρίζουν τα παιδιά τους με 40 ευρώ το μήνα και λαχανικά από τους κήπους», «για οικογένειες με παιδιά που ζουν σε διαμερίσματα δίχως τρεχούμενο νερό ή ηλεκτρικό ρεύμα επειδή δεν μπορούν πληρώσουν τους λογαριασμούς» και «για οικογένειες που βασίζονται για την επιβίωσή τους στις συντάξεις των παππούδων οι οποίες διαρκώς συρρικνώνονται», ο Guardian παρουσιάζει μία άκρως απαισιόδοξη εικόνα για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα.
«Δυστυχώς, έχουμε σκληραγωγηθεί και έχουμε συνηθίσει την όλη κατάσταση, συμπεριλαμβανομένων και των ατέρμονων συνομιλιών. Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου οι άνθρωποι βλέπουν άλλους και λένε: «Εντάξει, νομίζω πως βρίσκομαι σε κακή κατάσταση αλλά εκείνος ο άνδρας τρώει από τα σκουπίδια». Αυτή θα είναι η πραγματικότητά μας για πολλά χρόνια και νομίζω πως δεν έχουμε δει ακόμη τα χειρότερα», εξηγεί ο Χρήστος Γρηγοριάδης, ένας δάσκαλος ηλικίας 42 ετών από τη Θεσσαλονίκη.
«Το πρόβλημα είναι ότι όλες αυτές οι λύσεις που προσφέρονται δεν είναι μακροπρόθεσμες λύσεις και σε βάθος χρόνου δεν φαίνεται να υπάρχει καμία διέξοδος από το χάος μίας οικονομίας που διαρκώς συρρικνώνεται», προσθέτει η Ελεάνα Ιωαννίδου, δικηγόρος και μέλος του δημοτικού συμβουλίου της «δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Ελλάδας όπου η ανεργία μεταξύ των νέων βρίσκεται πλέον στο 65% και το 1/3, περίπου του, εργατικού δυναμικού δεν έχει εργασία».
Σύμφωνα με την απεσταλμένη της βρετανικής εφημερίδας στη Θεσσαλονίκη, οι Έλληνες έχουν κουραστεί από τις ατέρμονες συνομιλίες και τις ύστατες συνόδους, σε τέτοιο βαθμό που πλέον δεν αγωνιούν τόσο για την έκβαση των διαπραγματεύσεων όσο για το αν θα καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα, για το αν θα μπορέσουν να εξοικονομήσουν τα απαραίτητα χρήματα για να μπορέσουν να τραφούν.
Για ένα έθνος το οποίο βρίσκεται σε κρίση για διάστημα μεγαλύτερο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ανά τακτά χρονικά διαστήματα είτε στέκεται «στο χείλος του γκρεμού» είτε «κοιτάει την άβυσσο», όλα αυτά κατέληξαν να αποτελούν μέρος «μιας νέας καταθλιπτικής κανονικότητας», καταλήγει το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας.