Ήταν από τα αναμενόμενα: Η αιφνιδιαστική σύγκλιση της Βουλής, με πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα, για συζήτηση, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, των αιτίων της δυστοκούσας διαπραγμάτευσης του τρίτου και φαρμακερότερου μνημονίου. Τελικά αποδεικνύεται, εκ των πραγμάτων, ότι ο αιφνιδιασμός αυτός δεν ήταν παρά μια κακοστημένη, διπλή παγίδα.

Παγίδα πρώτη, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, προς τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Όχι τόσο με στόχο την τελική ψήφιση της αδιέξοδης διαπραγματευτικής συμπεριφοράς προς την Τριάδα (τρόϊκα) των πιστωτών. Αλλά για να παρασυρθεί η Αντιπολίτευση, σε μια συνοδοιπορία, με τις ασυνάρτητες κυβερνητικές αυτοαναιρέσεις και αυτοδιαψεύσεις.

Με άλλα λόγια, να συμμαχήσει η Αντιπολίτευση στην παραπλάνηση όχι μόνον εκείνων (των περίπου 2/3 του Εκλογικού Σώματος) που κατεψήφισαν στις 25 Ιανουαρίου τον ΣΥΡΙΖΑ. (Άλλωστε αυτοί ήξεραν γιατί τον «μαύρισαν»). Αλλά στην παραπλάνηση και του 36%, που σε μεγάλη αναλογία, τσίμπησε το δόλωμα των «κόκκινων γραμμών». Και εδώ μιλάμε για «γραμμές» που ήδη έχουν εξαϋλωθεί, από την πιο ανελέητη νέα μνημονιακή φοροεπιδρομή. Αλλά και για το απατηλό όνειρο, ότι με την επαιτεία δανείων, από κέντρα εκτός ευρωζώνης, θα άνοιγαν οι ουρανοί για να βρέξουν στην Ελλάδα δολάρια, ρούβλια, ριάλια, γιουάν, ανατολίτικα σελίνια ή ινδικές ρουπίες. Και ων ουκ έστι αριθμός υγιών, ή μπατιρημένων εθνικών νομισμάτων. Εκτός βεβαίως από το ευρώ, που μετά τα αχαλίνωτα κυβερνητικά υβρεολόγια, προς τους πιστωτές, οι αναγκαστικοί ικέτες του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν μάταια να εντοπίσουν το πολυπόθητο ευρωνόμισμα, όχι με το τηλεσκόπιο, αλλά από την τρύπα του μακαρονιού…

Παγίδα δεύτερη προς τους θύλακες της επαμφοτερίζουσας εσωκομματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, για να πάψουν να χαρακτηρίζουν έμμεσα τον Αλέξη, ως «προσκυνητή» της Μέρκελ, του Γιούνκερ ή και του Σουλτς. Και καθώς φαίνεται, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να ενώνει κάπου-κάπου τη φωνή τους, με το ευρωσκεπτικιστικό μπλοκ της δραχμής εντός του κυβερνώντος κόμματος. Μοιραία όμως, το κοινό υβρεολόγιο (τοκογλύφοι, εκβιαστές κ.α.) προεδρικών και αντιπροεδρικών, έγινε αυτεπίστροφη βολή (μπούμερανγκ), κυρίως για το δίδυμο Αλ.Τσίπρα-Γιάνη Βαρουφάκη. Ο πρώτος απομονώνεται, κατά περιόδους, από τη Μέρκελ, τον Σόϊμπλε, ή και τον φαινομενικά «προστάτη» του, Γιουνκέρ.

Και ο δεύτερος (Γιάνης), καθώς φαίνεται, αντιμετωπίζεται ως persona non grata, (ανεπιθύμητος), στο Brussels Group. Η αιτία είναι προφανής: Όχι τόσο οι κακόγουστες (κιτς) ενδυματολογικές προκλήσεις και οι γεμάτες από αυταρέσκεια κινήσεις του στην πολιτική πασαρέλα, που μας παραπέμπουν στον περίφημο, μακαρίτη πια, μέντορα διάσημων εικαστικών. Όσο η προκλητική παραδοχή, από τον ίδιο, ότι μαγνητοφωνούσε κρυφά τις εμπιστευτικές συζητήσεις στο Eurogroup.

Και για να κλείσει η παρένθεση «Βαρουφάκης», αυτός ο «ακαταμάχητος» νάρκισσος, που στο βιογραφικό του εμφανίζεται ως ο ακαδημαϊκός των πέντε ηπείρων και των επτά θαλασσών, αν όντως είναι έτσι, θα έπρεπε να συμπεριφέρεται ως υπόδειγμα όχι μόνον αγωνιστικού, αλλά και ευπρεπούς διαπραγματευτή και όχι ως gentilhomme-villageois, (Αρχοντοχωριάτης) του Μολιέρου.

Αλλά με τα τερτίπια του αυτά, παίρνει στο λαιμό του και τον πρόεδρό του τον Αλέξη, που υφίσταται συνεχείς διαπομπευτικές θωπείες, από τον πανούργο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ. Και εντελώς πρόσφατα εισέπραξε και την άρνηση του δεύτερου για τηλεφωνική επικοινωνία…

Ποιος όμως ωφελείται τελικά, από όλη αυτή την παρελκυστική διελκυστίνδα των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές; Η ταπεινή μου άποψη είναι, ότι έστω και με κάποιες ισχυρές διαταράξεις, στις δημοσιονομικές ισορροπίες της Ευρωζώνης, το Eurogroup θα ξαναβρεί το δρόμο του, λόγω της πειθαρχίας της ισχυρής παμψηφίας των 18 κρατών-μελών του, πλην ατυχώς της Ελλάδας…

Υπάρχει επομένως τρόπος η χώρα μας ν’ αποφύγει το δρόμο της Ζάμπιας, της Σομαλίας, ή του Κονγκό-Κινσάσα; Γιατί όχι; Αρκεί ο Αλέξης ν’ αναλογιστεί την ολέθρια ευθύνη του, να οδηγήσει για τρίτη φορά στις κάλπες τον ελληνικό λαό. Και μάλιστα να αναλάβει την ευθύνη και την υποχρέωση, για την επί ίσοις όροις σύμπηξη, χωρίς κάλπες, διακομματικού μετώπου διαχειριστικής συνευθύνης έστω και στο παραπέντε. Θα το τολμήσει, ή θα συνεχίσει να θεωρεί την αντιπολίτευση κομπάρσο των κυβερνητικών λοξοδρομιών; Και στην περίπτωση αυτή, ποιος το εγγυάται ότι δεν θα αυτοεγκλωβιστεί στις παγίδες που στήνει για τους αντιπάλους του;