Η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ έως το τέλος του 2016 εμφανίζεται ως η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών στο πεδίο των εργασιακών.
Ωστόσο, η απαίτηση των ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ να μην αλλάξει τίποτε από τα όσα έχουν ψηφισθεί την προηγούμενη πενταετία ουσιαστικά οδηγεί σε διατήρηση όχι μόνον του κατώτατου μισθού στα σημερινά επίπεδα των 586 ευρώ μεικτά, αλλά και όλου του πλαισιου που αφορά στη μετενέργεια συμβάσεων , στις ατομικές και επιχειρησιακές συμβάσεις, κ.α..
Οι θεσμοί δέχονται να υπάρξει «διάλογος» για το θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων αλλά και των ομαδικών απολύσεων και του συνδικαλιστικού νόμου, υπό την ομπρέλα του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) , ωστόσο αποσαφηνίζουν πως οποιαδήποτε παρέμβαση θα πρέπει να έχει την έγκριση τους.
Η ελληνική κυβέρνηση στον τομέα των εργασιακών κινείται σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Ειδικότερα, δεσμεύεται να επαναφέρει τις διαδικασίες συλλογικών διαπραγματεύσεων στο επίπεδο αυτών που ισχύουν στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, εμμένει στην επαναφορά του κατώτατου μισθού στα επίπεδα των 751 ευρώ σταδιακά έως το τέλος του 2016, αλλά και στον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού ελεύθερα μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων.