Οι αλλαγές που συντελούνται τα τελευταία χρόνια στον παγκόσμιο αμπελοοινικό χάρτη έχουν ως αποτέλεσμα και τη δημιουργία μιας νέας κατηγορίας κρασιών, αυτής του «νέου γεωγραφικού πλάτους». Η ανάπτυξη της τεχνολογίας, η επιστήμη της αμπελουργίας και η εξέλιξη της βιολογίας έθεσαν τεράστιες εκτάσεις στην υπηρεσία της αμπελοκαλλιέργειας, αξιοποιώντας περιοχές που μέχρι πρότινος θεωρούνταν εντελώς ακατάλληλες. Ανάμεσά τους η τροπική ζώνη, πλούσια, άγρια και παρθένα, αξιοποιήθηκε προς όφελος του ανθρώπου, χάρη στη διάθεσή του για πειραματισμό.

Εν αρχή ην ο άνθρωπος

Η μοναδικότητα των τροπικών αμπελιών και των κρασιών τους έγκειται στην πρόκληση πως τα πάντα καθορίζονται από τον ανθρώπινο παράγοντα. Λίγα χρόνια πιο πίσω, θα έμοιαζε με σενάριο επιστημονικής φαντασίας για ένα κρασί να μην παίζουν ρόλο η χρονιά, οι καιρικές συνθήκες, ο χρόνος ωρίμανσης, ο τρύγος. Κι όμως, αυτό που τελικά είναι ελκυστικό σε αυτή την περίπτωση είναι πως το αμπέλι είναι υποταγμένο στον καλλιεργητή του. Η απόλυτη ανθρώπινη ματαιοδοξία δικαιώνεται! Προσεκτικά ελεγχόμενος χρόνος άρδευσης, επιλεκτικό κλάδεμα, εφαρμογή ειδικής καλλιέργειας – ακόμη και με ορμόνες – είναι οι ρυθμιστικοί παράγοντες που καθορίζουν τον αριθμό των σοδειών και φυσικά των τρύγων μέσα στον χρόνο. Και επειδή τα φυτά προσαρμόζονται καλύτερα από όλα τα ζωντανά στις κλιματολογικές αλλαγές, εύκολα μπορούν να αποτελέσουν μέσα πειραματισμού.

Κλήμα σε κλίμα τροπικό

Στην Ταϊλάνδη (18° βόρεια του Ισημερινού) χρειάστηκαν σχεδόν 20 χρόνια για να παραχθεί κρασί, ανατρέποντας τις ρήσεις και τους διεθνείς κανόνες που ήθελαν τις οινοποιήσιμες ποικιλίες να μην καλλιεργούνται νοτιότερα του Καΐρου (30°Β). Εδώ, άλλωστε, χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά και ο όρος «κρασιά νέου γεωγραφικού πλάτους» (new latitude wines). Οχι χωρίς μόχθο, η χώρα κατάφερε, κόντρα στους αμπελοοινικούς φραγμούς, να παραγάγει προϊόντα που κίνησαν το ενδιαφέρον των οινόφιλων.

Το τροπικό κλίμα ευνοεί την ανάπτυξη των αμπελιών. Η πρώτη συγκομιδή γίνεται συνήθως 14-16 μήνες μετά το φύτεμα. Στη συνέχεια, ο καλλιεργητής προγραμματίζει τις επόμενες, κλαδεύοντας, ανάλογα με το πώς επιθυμεί, και καθορίζοντας την άνθιση των ματιών – γίνεται αμέσως μετά το κλάδεμα –, με αποτέλεσμα τη συγκομιδή του καρπού δύο ή τρεις φορές κατά τη διάρκεια μιας χρονιάς. Συνήθως επιλέγονται δύο παραγωγές, μία την εποχή των βροχών (Μάιος – Οκτώβριος) και μία την εποχή της ξηρασίας (Νοέμβριος- Απρίλιος). Η τελευταία είναι και καλύτερη, αφού τα σάκχαρα είναι περισσότερα και τα σταφύλια δείχνουν υγιέστερα. Ο χρόνος ζωής των αμπελιών είναι μικρός και δεν ξεπερνάει τα επτά-δέκα χρόνια.

Η καλλιέργεια των αμπελιών συνήθως γίνεται σε μορφή κληματαριάς, 1,5 μέτρο από το χώμα, με την κορυφή να φτάνει συχνά τα 2-3 μέτρα. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι η άρδευση, η δημιουργία στρώματος από άχυρο ρυζιού για την ξηρασία, αλλά και η καλλιέργεια σε υπερυψωμένα παρτέρια που εναλλάσσονται με τάφρους για την παροχή του απαιτούμενου για την καλλιέργεια νερού – πλωτά αμπέλια.

Οι κύριες αμπελοπαραγωγικές περιοχές της χώρας βρίσκονται κοντά στα σύνορα με το Λάος, στην κοιλάδα Που Ρούα, στην περιοχή Κάο Γιάι (κοντά στην Μπανγκόκ) και στο Δέλτα του Ποταμού Τσάο Πράγια, ακόμη πιο βόρεια, στη θάλασσα της Βόρειας Κίνας.

Ο γύρος του κόσμου

Στη Βραζιλία, ο αμπελώνας στην επίπεδη και άγονη κοιλάδα του Σάο Φρανσίσκο, νοτιοδυτικά της χώρας, είναι από τους πλέον κοντινούς στον Ισημερινό (09°Ν). Η κοιλάδα είναι ημιάγονη σαβάνα και η καλλιέργεια των αμπελιών γίνεται στα 350 μέτρα από τη θάλασσα, αναγκαστικά με άρδευση από τον ποταμό που διασχίζει την περιοχή, αφού οι βροχοπτώσεις είναι ελάχιστες. Το αποτέλεσμα από το στρες της ξηρασίας οδηγεί σε εντυπωσιακή συσσώρευση ανθοκυανών και σακχάρων, χαρακτηριστικά εύκολα αναγνωρίσιμα στα κρασιά της συγκεκριμένης περιοχής της Βραζιλίας.
Στην Ινδία, όπου η αμπελοκαλλιέργεια είναι πολύ παλιά, φερμένη στον τόπο από τους Πέρσες (κοντά στο 4000 π.Χ.), το ζεστό και υγρό τροπικό κλίμα επιτρέπει δύο τρύγους τον χρόνο σε ορισμένες περιοχές. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η παραγωγή κρασιού έχει αρχίσει να αποκτά ποιοτικό ενδιαφέρον και γίνεται κυρίως σε τρεις περιοχές στα δυτικά της χώρας, στο Νασίκ (20 °Β), στο Σανγλί (16°B – περιοχή Μαχαράστρα) και στην Μπαγκαλόρ (13°B- περιοχή Καρνάτακα) με τις αντίστοιχες διεθνείς ποικιλίες σταφυλιών.

Αξίζει, τέλος, να αναφερθούμε στο Εκουαδόρ, που βρίσκεται στη διαχωριστική γραμμή των δύο ημισφαιρίων και έχει το μικρότερο δυνατό γεωγραφικό πλάτος, όπως δηλώνει και το όνομά του. Στα ορεινά, σε υψόμετρο 2.400 μ., όπου λόγω καιρικών συνθηκών τα αμπέλια έχουν μικρή ληθαργική περίοδο, παράγονται κρασιά από μία και μόνο καλή παραγωγή, ενώ στα πεδινά παράκτια της χώρας η έντονη υγρασία και η ακραία ηλιοφάνεια μπορούν να δώσουν έως και τρεις ετήσιες παραγωγές.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 15 Ιουνίου 2014.