Από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης των σύγχρονων τρίθυρων MINI, με την υπογραφή του ομίλου BMW, ήταν προφανές ότι είχες να κάνεις με το πιο διαφορετικό μοντέλο στην κατηγορία του. Ενα αυτοκίνητο που θυσίαζε πολύτιμα εκατοστά χώρου στο πίσω κάθισμα και αρκετά λίτρα όγκου στο πορτμπαγκάζ, δίνοντας προτεραιότητα στην αισθητική μιας «ιδέας» με όρους 21ου αιώνα και –ευτυχώς –στην οδική του συμπεριφορά που σε ανάγκαζε να λες για τους περισσότερους «ανταγωνιστές» του «…ναι, αλλά δεν είναι MINI».
Τα ίδια λίγο-πολύ ισχύουν σήμερα και στην τρίτη γενιά του, τη μεγαλύτερη από πλευράς διαστάσεων –με μήκος 3,82 και πλάτος 1,72 μέτρα -, με χώρο αποσκευών 211 λίτρα και πίσω κάθισμα που φιλοξενεί δύο ενηλίκους χωρίς άφθονο χώρο.
Διατηρώντας την αστική ευελιξία του, απέκτησε έναν πιο λειτουργικό θάλαμο επιβατών, με πραγματικό ταμπλό πίσω από το τιμόνι και υλικά κατασκευής υψηλής ποιότητας.
Πατάει καλύτερα στον δρόμο, είναι πιο γρήγορο και, κυρίως, πιο αποδοτικό με όρους επιδόσεων και οικονομίας καυσίμου χάρη στη νέα γενιά τρικύλινδρων κινητήρων που συνδυάζονται με μηχανικό ή αυτόματο κιβώτιο έξι ταχυτήτων.
Στην turbo έκδοση βενζίνης Cooper των 1.499 κ.εκ. η ισχύς των 136 ίππων δεν δυσκολεύεται να κινήσει σβέλτα ένα αυτοκίνητο που ζυγίζει –κενό –περισσότερο από 1.085 κιλά και αποτελεί ξανά σημείο αναφοράς στην ευρύτερη κατηγορία χάρη και στις βελτιώσεις που έχει δεχθεί το σύστημα διεύθυνσης.
Με τιμή πώλησης 18.992 ευρώ, θεωρητική κατανάλωση 4,5 λίτρα/100 χλμ. και εκπομπές CO2 105 γραμμ./χλμ. απέχει σχεδόν ένα λίτρο καυσίμου και 13 γραμμ./χλμ. περισσότερο από την 1,5 λίτρων turbodiesel έκδοση Cooper D των 116 ίππων (3,5 λίτρα/100 χλμ. και 92 γραμμ./χλμ. CO2), η οποία κοστίζει 20.336 ευρώ.
Η επιλογή ανάμεσα σε αυτές μοιάζει συνολικά η ενδεδειγμένη, καθώς οι μικρότερες εκδόσεις ισχύος –βενζίνης 1.2 One και diesel 1.5 One D –δεν είναι ακόμη διαθέσιμες, ενώ η ισχυρότερη Cooper S των 192 ίππων έχει δίλιτρο –άρα «απαγορευμένο» –μοτέρ βενζίνης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ