Ζούμε εποχές τα τελευταία χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα, όπου η κυνικότητα και ο ωμός ρεαλισμός, οι σκέψεις αντεκδίκησης και η βία τείνουν να καταλάβουν το ζωτικό χώρο εκείνο που στο παρελθόν κατείχαν η λογική, η σύνεση, τα οράματα, οι ιδέες και η ελπίδα…
Όποιος θελήσει να πάει κόντρα στο ρεύμα και στην ομοιομορφία εκείνη που επιβάλλουν ο πρακτικές της διαίρεσης και της λογικής «ο εχθρός είναι οι άλλοι» καταντά αναχρονιστικός γραφικός και Δον Κιχώτης που πολεμά ανεμόμυλους. Οι φωνές της σύνεσης πνίγονται και ηχούν στα αυτιά καχύποπτες λες και προέρχονται από κονφορμιστές και βολεμένους (πόσοι άραγε υπάρχουν σήμερα τέτοιοι;). Μόνο που τούτη τη φορά η διαίρεση η κοινωνική εντέχνως έχει μετατραπεί σε χάσμα γενεών, αφού οι άνω των 55 προτιμούν την υποταγή και την πάση θυσία παραμονή στο ευρώ, ενώ οι άνω των 25 και κάτω των 35 με ανεργία που υπερβαίνει το 65% αν δεν μεταναστεύσουν θέλουν- και δικαίως- να τα ανατρέψουν όλα…
Δυστυχώς βιώνουμε συνθήκες πρώιμου εμφυλίου όπως αυτός περιγράφεται στον Θουκυδίδη στο περίφημο χωρίο του για την εμφύλια σύρραξη στην Κέρκυρα:
Μαίνονταν έτσι οι εμφύλιοι σπαραγμοί στις πόλεις, και όπου τύχαινε να ξεσπούν κάπως καθυστερημένα, μόλις έφθαναν πληροφορίες για όσα ήδη είχαν γίνει αλλού, συντελούσαν πολύ στο να επινοούνται ακόμη χειρότερα πράγματα ως προς την δολιότητα των εγχειρημάτων και τον τερατώδη χαρακτήρα των αντεκδικήσεων. Και άλλαξαν την καθιερωμένη σημασία των λέξεων ώστε να ταιριάζει με τις πράξεις τους. Έτσι, η ασυλλόγιστη τόλμη λογιζόταν γενναιότητά και αφοσίωση στην παράταξη, η προνοητική αυτοσυγκράτηση εύσχημο πρόσχημα δειλίας, η σωφροσύνη πρόφαση ανανδρίας και η σφαιρικότερη θεώρηση των πραγμάτων καθολική ανικανότητα για δράση. Η παράφορα ασυγκράτητη ορμή θεωρήθηκε ανδρική αρετή και η προσεκτική εξέταση προκειμένου να σιγουρευτεί ένα εγχείρημα εύσχημη πρόφαση υπεκφυγής. Και όποιος κατέκρινε και κακολογούσε λογιζόταν πάντα άξιος εμπιστοσύνης, ενώ εκείνος που έφερνε αντιρρήσεις γινόταν ύποπτος. Ένας ραδιούργος που έστηνε μία παγίδα λογιζόταν έξυπνος[…] Με δύο λόγια ο έπαινος ήταν για όποιον πρόφτασε να κάνει τα κακό πρώτος[…] ακόμη και ο συγγενικός δεσμός θεωρήθηκε λιγότερο δεσμευτικός από τον κομματικό, επειδή τα κομματικά μέλη ήταν έτοιμα να αποτολμήσουν κάτι χωρίς λόγο και αιτία. […] Και η εμπιστοσύνη του ενός στον άλλο δεν στηριζόταν σε όρκους στους θεούς όσο στη συνενοχή τους σε άνομες πράξεις (Σ.Σ. προφανώς τότε δεν είχε ανακαλυφτεί νομικά ούτε ο όρος «σύσταση εγκληματικής οργάνωσης», ούτε πολιτικά ο όρος της θεωρίας των δύο άκρων). Προτιμούσαν την αντεκδίκηση για κάτι που έπαθαν παρά να το προλάβουν προτού το πάθουν.[…] Και γενικά οι άνθρωποι ευκολότερα ανέχονταν να χαρακτηρίζονται «ατσίδες», όταν είναι αχρείοι, παρά «αγαθιάρηδες» όταν είναι τίμιοι (Σ.Σ. κάπως αλλιώς τους λέμε σήμερα με κατάληξη -άκας) και νιώθουν για το τελευταίο ντροπή, ενώ για το άλλο υπερηφάνεια. […] Έτσι απλώθηκε στον ελληνικό κόσμο εξαιτίας των εμφυλίων συγκρούσεων κάθε μορφή αχρειότητας, κι αυτή η απλότητα του χαρακτήρα, που τόσο πολύ συγγενεύει με την ευγένεια, κατάντησε καταγέλαστη και χάθηκε[…]Και ως επί το πλείστον υπερίσχυαν οι πνευματικά κατώτεροι.!
Προφανώς αρκετά από αυτά τα συμπτώματα αν όχι όλα αναγνωρίζουμε και στη σημερινή εποχή και δυστυχώς πολλά εμφανίστηκαν προ της οικονομικής κρίσης προς επίρρωση των επιχειρημάτων εκείνων που υποστηρίζουν ότι η κοινωνική και η πολιτική προηγήθηκε της οικονομικής κρίσης… Άλλωστε όπως αναφέρει και ένα σύνθημα στα social media που ταιριάζει απόλυτα με αυτή την ηθική κατάπτωση που προηγήθηκε και σχετίζεται και με το γεγονός πως φέτος εορτάζουμε το έτος Καβάφη: «Τόσα χρόνια Μύκονο πώς να τη βρούμε την Ιθάκη..;»
Το σημαντικότερο όλων ωστόσο παραμένει πως πρέπει ως κοινωνία, όσο και αν αυτό φαντάζει δύσκολο στις μέρες μας της οικονομικής εξαθλίωσης, να διακρίνουμε και να αναδείξουμε τις φωνές της λογικής , της σύνεσης και της ευγένειας και όχι εκείνες του διχασμού, της οργής και του μίσους. Το αφήγημα δεν αλλάζει ούτε με τους φαύλους του παρελθόντος αλλά ούτε και με τους αχρείους του παρόντος και του πολύ πιο εφιαλτικού- αν δεν τους παραμερίσουμε- μέλλοντος.