Βόλτα στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, Κυριακή απομεσήμερο. Το περίφημο αττικό φως λούζει την πλαγιά του Αρδηττού και η περιήγηση σε τούτο τον τόπο όπου από το 1837 συναντάται η φύση με την τέχνη είναι κάθε άλλο παρά ζοφερή. Ξαπλωμένη στο χώμα σε υποδέχεται η λιπόσαρκη, εξπρεσιονιστική, ορειχάλκινη «Μάνα της Κατοχής» του Κώστα Βαλσάμη. Aπέναντι ξεσαλώνει ο ελληνικός νεοκλασικισμός σε μαρμάρινα μαυσωλεία απερίγραπτης μεγαλοπρέπειας. Θαυμάζεις την «Κοιμωμένη» του ρομαντικού Γιαννούλη Χαλεπά, που παραμένει εξαίσια παρά το γκρίζο πέπλο της ρύπανσης που την τυλίγει, το επιβλητικό ταφικό μνημείο του διαφωτιστή Κοραή και τον στιβαρό τάφο του αγωνιστή Κολοκοτρώνη. Συναντάς αρχιερείς, δημάρχους, εθνικούς ευεργέτες, πολιτικούς, τραπεζίτες, καλλιτέχνες. Πουθενά όμως δεν βρίσκεις έναν οδηγό, ένα φυλλάδιο, έστω ένα υποτυπώδες σχεδιάγραμμα αναρτημένο στην είσοδο που να σε καθοδηγεί σε τάφους και μνημεία. Το Α’ Νεκροταφείο είναι πρωτίστως κοιμητήριο, δεν αντιλέγω, αποτελεί όμως επίσης την πλουσιότερη και σημαντικότερη υπαίθρια γλυπτοθήκη της χώρας. Αν ο Δήμος Αθηναίων το αντιλαμβάνεται, θα έπρεπε να διαθέτει στον επισκέπτη έστω στοιχειώδεις πληροφορίες για τον χώρο και τα περιεχόμενά του. Το νεκροταφείο Père Lachaise στο Παρίσι εφοδιάζει τους επισκέπτες του με χάρτη –δεν γίνεται να ψάχνεις να βρεις τον τάφο του Προυστ στα τυφλά. Γιατί στην Αθήνα θα πρέπει να ψάχνεις να βρεις στα τυφλά τον τάφο του Σεφέρη;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ