Ο Βούλγαρος σκηνοθέτης Ντίμιτερ Γκότσεφ, που απο τα είκοσι του χρόνια είχε εγκατασταθεί στη Γερμανία, πέθανε σήμερα, Κυριακή, 20 Οκτωβρίου, σε ηλικία 70 ετών.
Γνωστός στην Ελλάδα από τις παραστάσεις αρχαίου δράματος, και όχι μόνον, είχε συνεργαστεί με το Εθνικό μας Θέατρο καθώς και με το Φεστιβάλ Αθηνων. Στο ενεργητικό του είχε ένα ευρύ φάσμα έργων και παραστάσεων από την τραγωδία και τον Σαίξπηρ ως τον Τσέχωφ, από τον Χαινερ Μίλερ ως τον Κολτές.
Εκπρόσωπος του ιστορικού βερολινέζικου θιάσου Volksbühne, ήταν από το 1993 ως το 1996 διευθυντής στο Düsseldorf Schauspielhaus ενώ από το 1995 ως το 2000 μέλος της διοίκησης του Schauspielhaus Bochum.
Συνεργάστηκε επίσης με τα θέατρα της Βιέννης, του Βερολίνου, του Νρύσελντορφ, της Φρανκφούρτης και του Αμβούργου.
Το 1991 έλαβε το βραβείο της Ένωσης Κριτικών της Ακαδημίας των Τεχνών του Βερολίνου και ψηφίστηκε σκηνοθέτης της χρονιάς. Τιμήθηκε και πάλι το 2005.
Ο Γκότσεφ αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση σκηνοθέτη, που καταπιάστηκε κυρίως με το σύγχρονο θέατρο ή τη μεταφορά κλασικών έργων σε σύγχρονη σκηνική γλώσσα. Οι παραστάσεις του προκαλούσαν αντιδράσεις, άλλοτε έντονα θετικές και άλλοτε αρνητικές.
«Δεν έχω συνταγές. Δεν ξέρω αν υπάρχει τρόπος για να ανέβει το αρχαίο δράμα. Η αρχαιότητα με ακολουθεί μια ολόκληρη ζωή», είχε δηλώσει στο Βήμα ο Γκότσεφ, με αφορμή τους «Πέρσες» που ανέβασε το 2009 στην Επίδαυρο.
«Πρέπει να φέρνουμε τα έργα στο παρόν, χωρίς όμως να σταματήσει ο διάλογος με τους νεκρούς. Ο Αισχύλος είναι πολύ πιο ζωντανός από πολλούς σύγχρονους δραματουργούς.Οι πόλεμοι δεν έχουν σταματήσει. Οι ηττημένοι είναι όλο και περισσότεροι. Αν αυτό δεν είναι παρόν,τότε ποιο είναι το παρόν; Δεν λέω ότι πρέπει να εκμοντερνίσουμε το δράμα. Δεν το χρειάζεται.Απλά πρέπει να το ξεσκεπάσουμε,να το ανακαλύψουμε…».
Ο Ντίμιτερ Γκότσεφ γεννήθηκε στη Βουλγαρία το 1943. Το 1962 ακολούθησε τον πατέρα του στην Ανατολική Γερμανία όπου σπούδασε κτηνιατρική και θεατρικές τέχνες στο (τότε) Ανατολικό Βερολίνο. Τα έργα του Χάνερ Μύλερ και η μετέπειτα φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους καθόρισαν την πορεία του. Τον πρώτο καιρό μοίραζε τον χρόνο του ανάμεσα στις δύο χώρες.
Το 1983 ανέβασε τον «Φιλοκτήτη» του Μύλερ στη Σόφια, αλλά οι βουλγαρικές αρχές του απαγόρευσαν να δουλεύει στην πατρίδα του. Ο Μύλερ τον στήριξε και τα θέατρα της Δυτικής Γερμανίας τον προσέγγισαν για να συνεργαστεί μαζί τους. Συνέχισε με το «Κουαρτέτο», πάλι του Μύλερ και έχοντας για βάση του το Βερολίνο, άρχισε να ταξιδεύει συχνά για παραστάσεις εντός και εκτός Γερμανίας- ενίοτε δε και να παίζει, όπως συνέβη με τη «Μηχανή Αμλετ» του Μύλερ, έργο που παρουσίασε και στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2009. Την ίδια χρονιά παίχτηκαν οι «Πέρσες» στην Επίδαυρο. Είχε προηγηθεί ο «Φιλοκτήτης» στην Πάτρα και το 2007, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, ο «Ιβάνωφ» του Τσέχωφ.