Το Βήμα, The New York Times
Είναι ευρέως γνωστό ότι η διαφορά πλούσιων και φτωχών στις περισσότερες εύπορες χώρες, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και, κατά τραγικό τρόπο, έχει ενταθεί περισσότερο και από την εποχή μετά τη Μεγάλη Ύφεση.
Αλλά τί συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο; Μειώνεται άραγε το χάσμα μεταξύ των κρατών, καθώς αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ινδία έχουν βγάλει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους από τη φτώχεια; Και μέσα στις φτωχές και μεσαίου εισοδήματος χώρες, η ανισότητα επιδεινώνεται ή βελτιώνεται; Κινούμαστε προς έναν πιο δίκαιο ή πιο άδικο κόσμο; Αυτά είναι περίπλοκα ερωτήματα και μία νέα έρευνα από τον οικονομολόγο της Παγκόσμιας Τράπεζας, Μπράνκο Μιλανόβιτς και άλλους ακαδημαϊκούς, δείχνει τον δρόμο προς μερικές απαντήσεις.
Ξεκινώντας τον 18ο αιώνα, η Βιομηχανική Επανάσταση παρήγαγε τεράστιο πλούτο για την Ευρώπη και τη Βόρειο Αμερική. Φυσικά, η ανισότητα σε αυτές τις χώρες ήταν τρομακτική, αλλά το χάσμα μεταξύ των πλουσίων και των υπολοίπων, ως παγκόσμιο φαινόμενο, διευρύνθηκε αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι σήμερα, η ανισότητα μεταξύ των κρατών είναι μεγαλύτερη από την ανισότητα μέσα στα κράτη. Μετά την κατάρρευση του Κομμουνισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η οικονομική παγκοσμιοποίηση επιταχύνθηκε και το χάσμα μεταξύ των εθνών άρχισε να συρρικνώνεται. Την περίοδο μεταξύ του 1988 και του 2008 «παρατηρήθηκε ίσως η πρώτη μείωση της παγκόσμιας ανισότητας μεταξύ των πολιτών του κόσμου μετά την Βιομηχανική Επανάσταση» γράφει σε έκθεση που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Νοέμβριο, ο Μιλανόβιτς, που γεννήθηκε στην πρώην Γιουγκοσλαβία.
Ενώ το χάσμα μεταξύ ορισμένων περιοχών μειώθηκε σημαντικά – όπως, μεταξύ της Ασίας και των ανεπτυγμένων οικονομιών της Δύσης – μεγάλες διαφορές παραμένουν. Το μέσο παγκόσμιο εισόδημα , ανά χώρα, συγκλίνει τις τελευταίες δεκαετίες, κυρίως εξαιτίας της ανόδου της Κίνας και της Ινδίας. Όμως η συνολική ανισότητα σε όλο τον κόσμο, μεταξύ μεμονωμένων ανθρώπων, έχει βελτιωθεί πολύ λίγο. Έτσι, ενώ τα κράτη στην Ασία, τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική, ως σύνολο, πλησιάζουν τη Δύση, οι φτωχοί σε αυτές τις χώρες μένουν πίσω, ακόμη και σε χώρες όπως η Κίνα.
Από το 1988 έως το 2008, ανακάλυψε ο Μιλανόβιτς, οι άνθρωποι που ανήκουν στο πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού είδαν τα εισοδήματά τους να αυξάνονται κατά 60%, ενώ οι άνθρωποι στο φτωχότερο 5% δεν είδαν αλλαγή στο εισόδημά τους. Και ενώ τα μεσαία εισοδήματα έχουν γνωρίσει βελτίωση τις τελευταίες δεκαετίες, υπάρχουν ακόμη τεράστιες ανισότητες: το 8% του παγκόσμιου πληθυσμού συγκεντρώνει το 50% του παγκόσμιου εισοδήματος, ενώ το πλουσιότερο 1% συγκεντρώνει το 15%. Τα κέρδη ήταν μεγαλύτερα για την παγκόσμια ελίτ και τις μεσαίες τάξεις σε Κίνα, Ινδία, Ινδονησία και Βραζιλία. Ποιοί έχασαν; Οι Αφρικανοί, κάποιοι Λατινοαμερικάνοι και οι άνθρωποι στην μετα – κομμουνιστική Ευρώπη και την πρώην Σοβιετική Ένωση, λέει ο Μιλανόβιτς.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνιστούν ένα πολύ δυσοίωνο παράδειγμα για τον κόσμο. Και επειδή, με πολλούς τρόπους, η Αμερική συχνά ηγείται του κόσμου, αν άλλοι ακολουθήσουν το παράδειγμά της τα πράγματα δεν προμηνύονται καλά για το μέλλον. Από τη μία, η ανισότητα πλούτου και εισοδημάτων που βαθαίνει στην Αμερική είναι μέρος μίας γενικότερης τάσης στον δυτικό κόσμο. Τη τελευταία δεκαετία, η εισοδηματική ανισότητα αυξήθηκε ακόμη και σε χώρες όπως η Γερμανία, η Σουηδία και η Δανία. Αυτή η τάση δεν ήταν παγκόσμια ή αναπόφευκτη. Την ίδια περίοδο, χώρες όπως η Χιλή, το Μεξικό, η Ελλάδα, η Τουρκία και η Ουγγαρία κατάφεραν να μειώσουν την εισοδηματική ανισότητα, κάτι που δείχνει ότι αυτή πρόκειται για προϊόν πολιτικών και όχι καθαρά μακροοικονομικών δυνάμεων. Δεν είναι αλήθεια ότι η ανισότητα είναι ένα αναπόφευκτο υποπροϊόν της παγκοσμιοποίησης, της ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων, κεφαλαίου, αγαθών και υπηρεσιών και της τεχνολογικής προόδου που ευνοεί το περισσότερο μορφωμένο εργατικό δυναμικό.
Στον ανεπτυγμένο κόσμο, η Αμερική παρουσιάζει τις μεγαλύτερες ανομοιότητες σε εισοδήματα και ευκαιρίες, με τρομερές μακροοικονομικές συνέπειες. Η αύξηση της ανισότητας στην Αμερική ξεκίνησε πριν από 30 χρόνια , μαζί με τη μείωση της φορολογίας για τους πλούσιους και τη χαλάρωση των κανόνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η ανισότητα και η φτώχεια μεταξύ των παιδιών είναι ένας ηθικός ευτελισμός. Οι Δεξιοί υποστηρίζουν ότι η φτώχεια είναι αποτέλεσμα τεμπελιάς και λάθος επιλογών. Αλλά τα παιδιά δεν επιλέγουν τους γονείς τους. Στην Αμερική ένα στα τέσσερα παιδιά ζει σε συνθήκες φτώχειας. Στην Ελλάδα και στην Ισπανία, ένα στα έξι. Στην Αυστραλία, τη Βρετανία και στον Καναδά περίπου ένα στα δέκα. Τίποτε από αυτά δεν είναι αναπόφευκτο. Κάποιες χώρες επέλεξαν να δημιουργήσουν πιο δίκαιες οικονομίες. Στη Νότιο Κορέα, περίπου πριν από 50 χρόνια, μόλις ένας στους δέκα ανθρώπους είχε πτυχίο πανεπιστημίου, ενώ σήμερα η χώρα παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αποφοίτων. Μερικά κράτη θα καταφέρουν να μοιράσουν τον πλούτο – η μόνη ευημερία που πιστεύω ότι είναι βιώσιμη. Άλλες θα αφήσουν ανεξέλεγκτη την ανισότητα. Σε αυτές τις διχασμένες κοινωνίες οι πλούσιοι θα βολευτούν σε περιφραγμένες κοινότητες, σχεδόν παντελώς αποκομμένοι από τους φτωχούς, των οποίων οι ζωές θα είναι τελείως ακατανόητες σε αυτούς και το αντίστροφο. Έχω επισκεφθεί κοινωνίες που δείχνουν να έχουν επιλέξει αυτό το μονοπάτι. Δεν είναι χώρες στις οποίες οι περισσότεροι από εμάς θα ήθελαν να ζήσουν, είτε επρόκειτο για να τις απομονωμένες περιοχές τους είτε για τις απελπισμένες παραγκουπόλεις τους.
* Ο κ. Τζόζεφ Στίγκλιτς είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια και κάτοχος του βραβείου Νομπέλ Οικονομίας