Να αναστήσει… το success story επιχειρεί η ελληνική κυβέρνηση, εν μέσω αντικρουόμενων εκτιμήσεων και προβλέψεων από διεθνείς οίκους αξιολόγησης και χρηματοοικονομικούς παράγοντες, αλλά και των αυξανόμενων με γεωμετρική πρόοδο δηλώσεων θεσμικών παραγόντων στο εξωτερικό για την ανάγκη να υπάρξει νέα οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα. Από το Μέγαρο Μαξίμου εκπέμπεται μήνυμα αισιοδοξίας και ο πρωθυπουργός κ. Αντ. Σαμαράς επιμένει ότι η κατάσταση αλλάζει σταδιακά στην οικονομία και επενδύει σε ορισμένους διαχειριστές διεθνών κεφαλαίων, όπως ο Τζον Πόλσον, που θεωρούν την Ελλάδα ως μια εξαιρετική επενδυτική ευκαιρία, χάρη στην ανάπτυξη της χώρας.
Η επίσκεψη στο Ισραήλ
Ο κ. Σαμαράς επέστρεψε από το Ισραήλ με περισσότερη, όπως λένε στενοί του συνεργάτες, αισιοδοξία για το μέλλον. Εξάλλου, όπως αναφέρουν ανώτερες κυβερνητικές πηγές, δεν είναι και λίγο ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου να λέει δημόσια ότι η Ελλάδα είναι μια καλή ευκαιρία για επενδύσεις στην παρούσα περίοδο.
«Η πολιτική μας δικαιώνεται» τονίζει μονότονα ο υπουργός Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρας που δέχεται και πολλαπλά πυρά από βουλευτές της ΝΔ για μια σειρά από ενέργειές του. Ο κ. Σαμαράς τον στηρίζει και οι δυο τους κινούνται στη γραμμή πως η Ελλάδα θα τα καταφέρει, θα εκπλήξει και θα βγει στις αγορές για να δανειστεί, απέναντι σε πολλές Κασσάνδρες, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας.
Η αισιοδοξία των κκ. Σαμαρά και Στουρνάρα, την οποία συμμερίζεται και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών κ. Ευ. Βενιζέλος, έρχεται σε πλήρη αντίθεση όμως με το κλίμα στην κοινωνία, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία θεωρεί, με βάση και τις τελευταίες μετρήσεις (με πιο χαρακτηριστική της GPO), ότι τα επόμενα δύο με τρία χρόνια η κατάσταση θα χειροτερεύει.
Ως εκ τούτου η κυβέρνηση θα πρέπει να καταβάλει πολύ μεγάλη προσπάθεια για να αλλάξει το κλίμα, διότι η ψυχολογία των πολιτών είναι στο ναδίρ και η ατμόσφαιρα είναι αρκετά χειρότερη από τον περασμένο Μάιο, όταν είχε αρχίσει να καλλιεργείται από κυβερνητικούς κύκλους ατμόσφαιρα εκλογών.
Ο βασικός στόχος, πέρα από την εξουδετέρωση της Χρυσής Αυγής που δεν έχει μέχρι στιγμής χάσει ιδιαίτερα μεγάλες δυνάμεις, είναι να πείσει την κοινωνία ότι έρχονται καλύτερες μέρες και να αντιμετωπίσει επαρκώς και με επιτυχία το κλίμα απογοήτευσης στην κοινωνία.
Η Χρυσή Αυγή
Εξάλλου, το success story «έπεσε πολύ νωρίς», όπως παραδέχονται δημοσκόποι και πολιτικοί αναλυτές, λέγοντας ότι είχε διαμορφωθεί από την κυβέρνηση ένα κλίμα ανάταξης της οικονομίας από τον περασμένο Μάιο, που όμως δεν επιβεβαιώθηκε.
Οι ίδιοι είναι αρκετά προσεκτικοί στις προβλέψεις τους, λέγοντας ότι από την επιτυχία ή όχι της οικονομικής πολιτικής που ασκείται θα κριθεί και η πορεία της δικομματικής κυβέρνησης.
Παρά τις αποκαλύψεις για την εγκληματική δράση του μορφώματος της Χρυσής Αυγής και την επένδυση που έχει κάνει η κυβέρνηση στη συγκεκριμένη υπόθεση ώστε να ανακάμψει και να κερδίσει επικοινωνιακούς και πολιτικούς πόντους, το κλίμα δεν αλλάζει εύκολα.
Αυτό το παραδέχονται σχεδόν καθημερινά οι βουλευτές της ΝΔ, οι οποίοι στις ιδιωτικές τους συζητήσεις στη Βουλή επιμένουν ότι όσο δεν θα βλέπουν οι πολίτες συγκεκριμένες ενέργειες για αλλαγή πολιτικής και μικρά βήματα, τόσο η απογοήτευση θα μεγαλώνει.
«Δεν σημαίνει ότι με τη «Χρυσαυγιάδα» καθαρίσαμε με τα προβλήματα» έλεγε στο «Βήμα» βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός των κυβερνήσεων του κ. Κ. Καραμανλή, ενώ άλλος συνάδελφός του επεσήμανε ότι η κατάσταση σε πολλά στρώματα της κοινωνίας είναι οριακή.
Τα μηνύματα από το εξωτερικό
Την ίδια στιγμή αντιφατικά είναι τα μηνύματα από το εξωτερικό, καθώς ανάλογα με τα συμφέροντα που εξυπηρετούνται, διαμορφώνεται είτε θετικό είτε αρνητικό κλίμα για την ελληνική οικονομία. Αυτή την κινητικότητα δεν μπορεί να την ελέγξει, όπως είναι φυσικό, η ελληνική κυβέρνηση που έχει ως στρατηγικό στόχο την επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος που θεωρεί κλειδί για την περαιτέρω πορεία, αν και η πολιτική της δέχεται επικρίσεις και εκ των έσω, όπως φάνηκε και από την έκθεση του γραφείου της Βουλής για την παρακολούθηση του κρατικού προϋπολογισμού.
Η συγκεκριμένη έκθεση υπό τον τίτλο «Το Δημόσιο Χρέος μετά το τέλος του μνημονίου (2014)» αποδομεί πλήρως την κυβερνητική στρατηγική, υποστηρίζοντας ότι «είναι ψευδαίσθηση να αναμένουμε ότι η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές μετά το 2014 για να καλύψει με λογικούς όρους τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους συν τυχόν έκτακτες ανάγκες».
Την ίδια στιγμή, εμφανίζονται αρνητικά μηνύματα, όπως του κέντρου μακροοικονομικών ερευνών Capital Economics, το οποίο διαπιστώνει εξάρτηση της Ελλάδας από την τρόικα για αρκετά ακόμη χρόνια, κρίνει ότι η ύφεση δεν πρόκειται να υποχωρήσει και χαρακτηρίζει τις επενδύσεις «ανεπαρκείς».
Το «καρφί» Ρέγκλινγκ
Το «καρφί» όμως ήταν από τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθεροποίησης (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ, που είπε ότι η Ελλάδα πιθανόν να χρειαστεί «συνέχεια της βοήθειας από τους φίλους της» όταν ολοκληρωθεί το τρέχον πρόγραμμα στήριξης στα μέσα του 2014. Παράλληλα, ο κ. Ρέγκλινγκ διευκρίνισε ότι δεν έχει συζητηθεί σε καμία συνάντηση η περίπτωση ομολόγου 50ετούς διάρκειας, επισημαίνοντας ότι η ωρίμαση για την Ελλάδα μέσω του ΕΜΣ είναι ήδη στα 30 χρόνια.
Σε αυτό το κλίμα αναστάτωση προκάλεσε η παρέμβαση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλου και τα όσα είπε στο πρακτορείο Reuters.
«Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των στρες τεστ, το οποίο συμβαδίζει με τις προβλέψεις μας και τις προβλέψεις της τρόικας, η Ελλάδα θα επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2014. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, η ανάπτυξη έρχεται το 2016, με χαμηλή ύφεση ως τότε» ανέφερε, αν και η αναφορά στο δυσμενές σενάριο δημιούργησε παρερμηνείες και έγινε προσπάθεια να μη φανεί ότι ο κ. Προβόπουλος «αδειάζει» τον κ. Στουρνάρα.
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 9 Οκτωβρίου 2013
HeliosPlus