Αν η γενικότερη πολιτική συγκυρία μετά την δολοφονία του Π. Φύσσα ήταν διαφορετική, πιθανόν η δολοφονία να αποδίδονταν σε κάποιο είδος χουλιγκανισμού και η φασιστική ταυτότητα του δράστη απλώς να αιωρούνταν σαν υπόθεση ή σαν φήμη. Πιθανόν να μην γίνονταν καμία συσχέτιση με την Χρυσή Αυγή ή τουλάχιστον να επιχειρούνταν να μην συσχετιστεί η νεοναζιστική συμμορία με το συμβάν, όπως έγινε και με προηγούμενες εγκληματικές πράξεις της.

Σ’ αυτή τη διαπίστωση καταλήγουμε αν εξετάσουμε την «αντιφασιστική εκστρατεία» της κυβέρνησης, υπό το πρίσμα της μέχρι σήμερα ανοχής της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής, των «παραινέσεων» να αλλάξει στυλ, να «σοβαρευτεί» και των «προσκλήσεων» του «σοβαρού» πλέον και αποκαθαρμένου τμήματός της, να συμμετέχει σε ενδεχόμενα μελλοντικά κυβερνητικά σχήματα. Η ασυλία του φασιστικού κόμματος της Χ.Α. τεκμαίρεται και από την μη αξιοποίηση των φακέλων των εγκληματικών πράξεων που διέπραξε, από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη. Υπουργός και δικαιοσύνη απέκρυπταν μη αξιοποιώντας για μήνες τα στοιχεία που είχαν στην διάθεσή τους. Κάτι ανάλογο με την απόκρυψη της λίστας Λαγκάρντ…

Γιατί η ασυλία της Χρυσής Αυγής «αποσύρθηκε» από την διοίκηση Σαμαρά; Την περίοδο αυτή η εξέλιξη της πολιτικής συγκυρίας αποβαίνει εις βάρος της κυβέρνησης. Με την έναρξη του φθινοπώρου η δικομματική κυβέρνηση αντιμετωπίζει την αναθέρμανση και την ανάπτυξη των αγώνων για την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών. Ο ύπουλος και ειδεχθής φόνος του Π. Φύσσα, ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να εμφανιστεί η κυβέρνηση ως εγγυήτρια δύναμη της ομαλότητας και της δημοκρατίας, την ίδια στιγμή που ακροδεξιός φίλος και σύμβουλος του πρωθυπουργού και συνομιλητής του Κασιδιάρη, εξαπολύει χυδαία επίθεση ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά, εξακολουθώντας να χαϊδεύει την Χ.Α., στο όνομα κάποιου όζοντος εθνικισμού. Η ανάσχεση της εγκληματικής δράσης της Χ.Α. αντιμετωπίζεται σαν μια ευκαιρία αλλαγής της πολιτικής ατζέντας εκ μέρους της κυβέρνησης. Υπό αυτήν την έννοια, η αντιμετώπιση της Χ.Α. μπορεί να αποτελέσει αφετηρία επίθεσης της δικομματικής κυβέρνησης ενάντια στο λαϊκό κίνημα, με στόχο τη προσπάθεια αποπροσανατολισμού και μετάθεσης των καυτών προβλημάτων που γεννούν οι μνημονιακές πολιτικές, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι η άνοδος της επιρροής της Χ.Α. δεν αποτελεί παράμετρο των πολιτικών αυτών.

Μία άλλη αφορμή ήταν κατά τη γνώμη μας η παρέμβαση του φασιστικού κόμματος στις γιορτές μίσους του Μελιγαλά, προνομιακού χώρου παρέμβασης του κ. πρωθυπουργού όταν ήταν ακόμα βουλευτής. Η Χ.Α. στον Μελιγαλά, αμφισβήτησε ευθέως την ηγεμονία της ηγετικής ομάδας της Ν.Δ. στον χώρο της ακροδεξιάς. Η Χ.Α. εμφανίστηκε σαν ηγεμονική δύναμη με αυτονομημένο λόγο και ηγετικές προθέσεις ή τουλάχιστον αποφασισμένη να επαναδιαπραγματευθεί τους συσχετισμούς, ενισχυμένη και απ’ τα δημοσκοπικά της ποσοστά. Αυτό εκλήφθηκε ως μείζων απειλή από την σημερινή ηγεσία της Ν.Δ. και όχι αδίκως. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, η Χ.Α. παρουσίαζε πανελλαδικά ποσοστό της τάξης του 10,8% τον περασμένο Ιούνιο και πρόσφατα στην Α΄ Αθήνας 14% περίπου, ποσοστά σημαντικά αν συσχετιστούν με την δημοσκοπική στασιμότητα της Ν.Δ. Ο φόνος του Π. Φύσσα απ’ όποιο κέντρο ή ομάδα του παρακράτους κι αν διενεργήθηκε, αποτέλεσε έναυσμα ξεκαθαρίσματος λογαριασμών με την Χ.Α. και μάλιστα με την ευρεία συναίνεση της κοινής γνώμης.

Η ανάπτυξη των αγώνων του λαϊκού κινήματος, το οποίο άρθρωσε αντιφασιστικό λόγο και πολιτικές πρακτικές όλο αυτό το διάστημα, εντάσσοντάς τα στην συνολική πολιτική αντιπαράθεση, τα δημοσκοπικά ποσοστά της Χ.Α. και η παρέμβασή της στην διεκδίκηση της ηγεμονίας της ακροδεξιάς, είναι αποφασιστικά στοιχεία της συγκυρίας που επέβαλλαν την εσπευσμένη αντίδραση της κυβέρνησης. Υπάρχει και άλλο, ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο της συγκυρίας που επέβαλε την αλλαγή στάσης της κυβέρνησης σε σχέση με την Χ.Α. Το στοιχείο αυτό είναι η πίεση που ασκήθηκε στην δικομματική κυβέρνηση από τον ξένο παράγοντα δηλαδή από τους ευρωπαίους εταίρους, ενόψει της προεδρίας της Ε.Ε., τους αμερικανούς και άλλους διεθνείς παράγοντες. Η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της με ανοικτό το μέτωπο της φασιστικής συμμορίας και της δράσης της, ούτε να διαπραγματευτεί αξιόπιστα με διάφορα λόμπυ πέραν του Ατλαντικού. Σημαντική πίεση άσκησε εξάλλου και η διεθνής κοινή γνώμη, οργανώσεις και κόμματα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά θα πρέπει να επαγρυπνούν και να απαιτήσουν η εξάρθρωση της Χ.Α. να προχωρήσει σε βάθος. Η κυβέρνηση πρέπει να πιεσθεί να προχωρήσει σε πραγματική κάθαρση και όχι να εξαντληθεί σε μια ψευτοαντιπαράθεση με την Χ.Α. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι το βασικό σχέδιο της κυβέρνησης παραμένει η ανάσχεση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς. Διαφαίνεται ήδη μια πρόθεση συμβιβασμού με την ηγεσία της Χ.Α. σχετικά με το θέμα της παραίτησης των βουλευτών της, εξυφαίνονται «λύσεις» στα όρια της νομιμότητας, με τις δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων και συνταγματολογούντων και έχει εξαπολυθεί επικοινωνιακή «θύελλα» παραπληροφόρησης από τα ίδια εκείνα ΜΜΕ που εξέθρεψαν τον φασισμό της Χ.Α.

Η αντιμετώπιση των εγκλημάτων της φασιστικής συμμορίας από την πολιτεία πρέπει να γίνει με στέρεα νομικά εργαλεία, με σεβασμό του θεσμικού και κοινοβουλευτικού πλαισίου και του δημοκρατικού κεκτημένου. Και κυρίως, η αντιμετώπιση του φασισμού στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστατεί και διακαώς επιθυμεί, να μην αποτελέσει αφετηρία επίθεσης στο λαϊκό κίνημα και τον αντιμνημονιακό προσανατολισμό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά και ο δημοκρατικός κόσμος θα αποτελέσουν την εγγύηση γι αυτό.

* Ο κ. Δημήτρης Β. Τσουκαλάς είναι Βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ