Ποιος είπε οι Ελληνες δεν θέλουν επενδύσεις; Ασφαλώς και θέλουν, λέει ο κυνικός – μόνο να είναι δύο ειδών: (α) κρατικές, άνευ υπολογισμών μελλοντικών αποδόσεων και άλλα τέτοια «νεοφιλελεύθερα», μα με τον όρο να εξασφαλίζουν κυρίως διορισμούς στο Δημόσιο, (β) μικρομεσαίες στον χώρο των ακινήτων (ιδίως αυθαιρέτων) και του τουρισμού, κατά προτίμησι εν συνδυασμώ, δηλ. rooms to let («ή πώς αλλιώς του λετ’») και ταβερνοclubs, κατά προτίμησι επί παραλιών, ιδιαίτερα των ενταγμένων στο πρόγραμμα Natura.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα (με χιλ. άλλα σ’ όλη την Ελλάδα), η Λήμνος. Απ’ τα ωραιότερα της Ελλάδος, με τις περισσότερες αμμουδερές παραλίες από κάθε άλλο νησί (τα πλείστα των οποίων μόνο μιά-δυό καλές παραλίες έχουν να επιδείξουν) και καλό φαϊ. Όμως ένας συνδυασμός μονίμως υποβαθμισμένων συγκοινωνιών και αδυναμίας των κατοίκων να συνεννοηθούν για να διατηρήσουν/αναδείξουν το παραδοσιακό φυσικό & αρχιτεκτονικό περιβάλλον (που, πάντως, ακόμη «κρατεί» σε σύγκρισι με άλλα μέρη) και να οργανώσουν οι ίδιοι μια αξιοπρεπή τουριστική υποδομή, ιδανικά σε συνδυασμό με μία γεωργία «boutique» (για την οποία η Λήμνος έχει τεράστιες δυνατότητες), καθώς και κάποιες κακές έως ύποπτες επιχειρηματικές κινήσεις, που αχρήστευσαν επενδύσεις σε 1-2 μεγάλα ξενοδοχεία, όλ’ αυτά συνέβαλαν στην διαιώνισι μιάς τοπικής οικονομίας, που ζεί πολύ κάτω απ’ τις δυνατότητες της – και τις τουριστικές, εννοείται. Ετσι, για 3-4 10ετίες η Λήμνος εν μεγάλω μέρει ζούσε απ’ τον στρατό. Συν τω χρόνω αυτός μειώθηκε, ενώ η Λήμνος ελάχιστα αναπτύχθηκε τουριστικά (πράγμα ίσως καλό, αν η τουριστική «ανάπτυξη» ήταν να γίνει όπως έγινε σε πλείστα άλλα μέρη, που κατεστράφησαν), όμως γνώρισε ανάπτυξι μέσω της οικοδομής και των αγροτικών επιδοτήσεων.
Όμως, ασχέτως δε κρίσεως, η οικοδομή κάποια στιγμή θα έφθανε στα όριά της, ενώ αι επιδοτήσεις επέπρωντο επίσης κάποια στιγμή να τελειώσουν μαζί με την αναμόρφωσι της ΚΑΠ. Η Λήμνος, επομένως, χρειαζόταν επενδύσεις άλλου είδους. Τουριστικές (σ’ ένα «σωστό» όμως πλαίσιο); Ναι, αλλά 30-40 χρόνια είχε δείξει ουσιαστική έλλειψι ενδιαφέροντος, ή και αδυναμία, για κάτι τέτοιο, ενώ αι υποβαθμισμένες συγκοινωνίες (είτε ως αίτιο είτε ως αιτιατό) σαφώς δεν βοηθούν. Γεωργικές; Ναι, αλλ’ αι επιδοτήσεις (όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα) είχαν αποδυναμώσει τα σχετικά κίνητρα, ενώ η κρατική βοήθεια (οικονομοτεχνική, στην οργάνωσι αποτελεσματικών συνεταιρισμών, στο marketing) απούσα. Εν πάση δε περιπτώσει, καλό είναι η οικονομία ενός τόπου να βασίζεται σε πολλαπλές πηγές εισοδήματος (αν υπάρχουν), όχι μόνο στον τουρισμό, τον στρατό ή 150 φοιτητές ενός υποτμήματος του Παν. Αιγαίου. Αυτό δείχνει η διεθνής εμπειρία.
Σε αυτήν την πορεία δύο «διαφορετικές» επενδύσεις, που δεν έγιναν, και μία, που τώρα «παλαίβεται», θέτουν χρήσιμα ερωτήματα. (α) Δεν έγινε μαρίνα στο ή πλησίον του Κάστρου, πρωτευούσης του νησιού. (β) Δεν έγινε στα ΒΑ του νησιού σταθμός ανεφοδιασμού πλοίων απ’ τα Δαρδανέλλια. (γ) Προχωρεί, παρά αντιδράσεις, το εγχείρημα εγκαταστάσεως μεγάλων & πολλών επιγείων ανεμογεννητριών (ΑΓ), ενώ συζητείται για ΑΓ εντός της θαλάσσης.
Πριν όμως σπεύσουν κάποιοι να φωνάξουν, οι μεν «κοιτάξτε, βολεμένοι οι Λημνιοί τόσα χρόνια, δεν ήθελαν/θέλουν επενδύσεις», οι δε «καλά κάνουν οι Λημνιοί, τέτοιες επενδύσεις καταστρέφουν το περιβάλλον, είναι και ύποπτες», καλό είναι όλοι να μελετούν το πραγματικό ιστορικό εκάστης επενδύσεως και των αντιδράσεων ή μη σε αυτές. Οι γενικεύσεις δεν ωφελούν ει μη τους πολιτικά συμφέροντα έχοντας.
(α) Δεν είναι αλήθεια ότι οι εντόπιοι δεν ήθελαν την μαρίνα. Δεν ήθελαν όμως, για να γίνει αυτή, να καταστραφεί (με την δημιουργία μεγάλης προκυμαίας από τσιμέντο) η αμμουδιά του Τούρκικου Γιαλού, που καταλαμβάνει μέγα μέρος του κόλπου του λιμένος και συγκεντρώνει πολλούς λουομένους. Εγινε αντιπρόταση να γίνει η μαρίνα στο νότιο κέρας του κόλπου (τα Σωληνάρια) ή στον επόμενο ορμίσκο (τον Στρόβιλο). Δεν έγινε δεκτή. Εγιναν όμως μελέτες κόστους-οφέλους για τις διάφορες εναλλακτικές; Εφθασαν τα συμπεράσματα στους ενδιαφερομένους; Όχι.
(β) Δεν είναι σίγουρο κατά πόσον έγινε ποτέ σοβαρή πρότασι για τον σταθμό ανεφοδιασμού. Σίγουρα υπήρξαν αντιδράσεις τοπικές για περιβαλλοντικούς λόγους. Πάλι όμως, μελέτη κόστους-οφέλους επί συγκεκριμένης βάσεως και προτάσεως δεν υπήρξε.
(γ) Υπάρχουν αντιδράσεις στο εγχείρημα των ΑΓ. Λόγω ελλείψεως μελέτης κόστους-οφέλους στο πλαίσιο ανοικτής, διαφανούς, ειλικρινούς διαβουλεύσεως, πολλές αντιδράσεις έχουν πυροδοτηθή από έωλα αντεπιχειρήματα και φόβους, π.χ., ότι αι ΑΓ, «με τον αέρα που σηκώνουν», θα βλάψουν τις μέλισσες (η Λήμνος φτειάχνει το καλύτερο μέλι της Ελλάδος). Δηλ. κάποιοι νομίζουν (ή θέλουν άλλοι να νομίζουν) πως, μυστηριωδώς, αι ΑΓ δημιουργούν πιο πολύ αέρα απ’ τον αέρα, που κινεί τις ίδιες – αν είναι έτσι, λύσαμε το ενεργειακό πρόβλημα του πλανήτη! Την ιδία στιγμή, ελάχιστοι το περασμένο καλοκαίρι γνώριζαν για τα οικονομικά οφέλη στον πληθυσμό από μειωμένους λσμούς ρεύματος! Με τέτοια υπο/παραπληροφόρησι, ακόμη και χρήσιμες παρεμβάσεις (π.χ., πού ακριβώς θα γίνουν αι βάσεις των ΑΓ, ώστε να ελαχιστοποιηθούν πιθανές βλάβες στο τοπίο ή τους μελισσότοπους) υπονομεύονται ή δεν γίνονται.
Η αλήθεια είναι ότι, ενώ κάποιες επενδύσεις είναι όντως βλαπτικές, ασύμφορες (για την χώρα, όχι για τον επενδυτή) ή και ύποπτες, άλλες δεν είναι – αλλ’ αυτά δεν δύναται να τα ξέρει κανείς και ν’ αποφασίζει «ναι» ή «όχι», όταν (α) δεν γίνονται μελέτες κόστους-οφέλους για όλες τις εναλλακτικές (β) δεν τίθενται αυτές σε δημοσία διαβούλευσι (δεν εννοώ σε χάβρα ή ενώπιον όχλου, αλλ’ ενώπιον εκπροσώπων φίλων και πολεμίων, εκπροσώπων με δημοκρατική επικύρωσι και επιστημονική αρτιότητα), (γ) δεν ενημερώνεται ο τοπικός πληθυσμός επί τη βάσει τέτοιων μελετών και με τρόπο ειλικρινή, (δ) τα έχοντα πραγματική βάσι παράπονα των αντιθέτων δεν αντιμετωπίζονται, σε κάποιο, τέλος πάντων, λογικό πλαίσιο (ε) το ίδιο το κράτος δεν δίνει την εντύπωσι ότι θέλει το καλύτερο δυνατό τόσο για τις τοπικές κοινότητες όσο για την χώρα, αλλ’ ότι εκ προοιμίου συντάσσεται με συμφέροντα αδιαφανή ή και ύποπτα.
Ναι, έχουμε τεραστία ανάγκη επενδύσεων σε αυτήν την χώρα και δημιουργία μιάς πολυσθενούς οικονομίας και πολυσθενών τοπικών οικονομιών (που δηλ. δεν θα στηρίζονται σε 1-2 κλάδους μόνο). Εν ανάγκη το κράτος πρέπει να είναι έτοιμο να στηρίξει και με βία τις επιλογές του. Αλλά πρέπει πρώτα νάχει δείξει και καταδείξει ότι αυτές είναι όντως για το κοινό, ή έστω το ευρύτερο, καλό: ότι δεν είναι, εν τέλει, επιλογές «του», μα επιλογές «μας».