Το Βήμα, The Project Syndicate
Σύμφωνα με δυο φιλοκυβερνητικές εφημερίδες της Τουρκίας, την «Star» και την «Yeni Akit», αλλά και τον ιδιο τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσοι καταγγέλουν παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου στη Τουρκία είναι «τρομοκράτες». Αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιούν για να αποκηρύξουν την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ) που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, αλλά και την ΜΚΟ Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) με έδρα το Παρίσι, διότι αμφότερες εξέδωσαν εκθέσεις στις οποίες τονίζεται το γεγονός ότι στην Τουρκία υπάρχουν περισσότεροι φυλακισμένοι δημοσιογράφοι απ’ όσοι στο Ιράν ή στην Κίνα.
Τον περασμένο Οκτώβριο, η CPJ ανακοίνωσε πως στις τουρκικές φυλακές κρατούνται 76 επαγγελματίες των ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων 61 που έχουν καταδικαστεί για το δημοσιογραφικό τους έργο. Παρόλο που ο τελευταίος αριθμός έπεσε στους 49 μετά από έναν μήνα, το Δεκέμβριο του 2012, αφού κάποιοι εξ’ αυτών απελευθερώθηκαν από τα δικαστήρια, υπάρχουν ακόμη απαράδεκτα πολλοί φυλακισμένοι δημοσιογράφοι.
Η κατάσταση είναι απογοητευτική, δεδομένου του ότι, για αρκετά χρόνια, η επίδοση της Τουρκίας στο τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει βελτιωθεί δραματικά υπό την ηγεσία του Ερντογάν: έχει μειωθεί σημαντικά η χρήση βασανιστηρίων, έχουν προωθηθεί τα πολιτιστικά δικαιώματα της τεράστιας κουρδικής μειονότητας (συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της χρήσης της δικής τους γλώσσας), ενώ αποτελεί παρελθόν ο ασφυκτικός έλεγχος της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων στην κυβέρνηση.
Ωστόσο, την ώρα που ο Ερντογάν και το μετριοπαθές ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚΡ) εχουν παγιώσει την εξουσία και τον έλεγχο της χώρας, έχει μειωθεί και η ανεκτικότητα τους για κάθε αντίθετη φωνή. Σήμερα, η ελευθερία στο διαδίκτυο μοιάζει να έχει εξαφανιστεί. Η νομοθεσία επιβάλλει το υποχρεωτικό φιλτράρισμα του περιεχομένου και πολλές ιστοσελίδες εχουν μπλοκαριστεί για διάφορους λόγους, από το ότι διευκολύνουν τη χρήση ναρκωτικών μέχρι αδικήματα υπό το Νόμο για Εγκλήματα κατά του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτή του σύγχρονου τούρκικου κράτους.
Παρόλο που για τον επικίνδυνο περιορισμό των δημοσιογραφικών ελευθερίων ευθύνεται κυρίως η τούρκικη κυβέρνηση, οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και των ΗΠΑ είναι ένας παράγοντας που συντελεί σε αυτή τη κατάσταση. Η Ε.Ε. έχει τονίσει πως η επίδοση στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα αποτελούσε βασικό κριτήριο για το κατά πόσον η Τουρκία θα ενταχθεί ως κράτος-μέλος. Κι όμως, η Ευρώπη γύρισε τη πλάτη της στην Τουρκία.
Αυτό υπονομεύει όλους όσοι στη Τουρκία προωθούν μεταρρυθμίσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι ισχυρισμοί τους πως η πρόοδος αυτή θα συντελούσε στην ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. αποδείχθηκαν λανθασμένοι, οπότε εξαλείφθηκε κι ένα σημαντικό κίνητρο για τους Τούρκους αξιωματούχους. Αν μπει ξανά σε τροχιά η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., θα βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια να γίνει η Τουρκία μια πιο ανοικτή κοινωνία.
Η κυβέρνηση της Ουάσιγκτον τείνει να μην χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα σχετικά με το ζήτημα της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η στρατηγική αξία της Τουρκίας λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας με τη Σοβιετική Ένωση, ξεπερνούσε τις όποιες άλλες ανησυχίες των Αμερικανών κυβερνώντων. Σήμερα, η γεωγραφία εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο, αλλά πλέον είναι η γειτνίαση της Τουρκίας με τη Συρία, το Ιράν και το Ιράκ που κάνουν τις ΗΠΑ διστακτικές να θίξουν το ζήτημα της ελευθέριας του Τύπου στη χώρα.
Οι ΗΠΑ υποστήριξαν τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., αλλά οι αμερικανικές ενέργειες θα είχαν μεγαλύτερη αξιοπιστία αν η ίδια η Ευρώπη πίεζε την Τουρκία. Παρόλα αυτά η κατάσταση δεν είναι απελπιστική. Η Τουρκία διαθέτει μια ζωντανή κοινωνία με ανεξάρτητους θεσμούς που συμπεριλαμβάνουν μερικά αξιόλογα πανεπιστήμια. Η περίοδος της ταχείας προόδου δεν ανήκει στο μακρινό παρελθόν. Η ίδια η Ευρώπη θα ενδυναμωνόταν, τόσο οικονομικα, οσο και στρατιωτικά, αν η Τουρκία γινόταν μέλος της και θα έπρεπε να επανεκκινήσει τη διαδικασία ένταξης της χώρας στην ίδια βάση με άλλα κρατη-μέλη, αν η Τουρκία εκπλήρωνε κάποια βασικά πολιτικά κριτήρια, όπως η ελευθεροτυπία.
Η επικείμενη ανάληψη του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ από τον Τζον Κερι θα πρέπει να συνδυαστεί με την αναγνώριση ότι μια τόσο σημαντική μουσουλμανική χώρα σε μια τοσο ταραγμένη «γειτονιά» πρέπει να επιδείξει ηγετικό ρόλο στα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ως κράτος-μοντέλο για όλη την ευρύτερη περιοχή, είναι σημαντικό για τη Τουρκία να καλλιεργήσει την ελεύθερη λειτουργία των ΜΜΕ. Αν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ παίξουν σωστά το δικό τους ρόλο, τότε ο Ερντογάν θα πειστεί να αναλάβει το ρόλο του μεταρρυθμιστή και στα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ρόλο που τόσο καλά έπαιξε τα πρώτα χρόνια της θητείας του.
*Ο Αμερικανός πανεπιστημιακός Aryeh Neier είναι πρόεδρος του Open Society Institute το οποίο ίδρυσε ο George Soros και εκ των ιδρυτών της διεθνούς οργάνωσης Human Rights Watch.