Μικρά περιστατικά επικαιρότητας. Δύο εβδομάδες πριν: Αθώοι κρίθηκαν έξι από τους οκτώ αστυνομικούς που μπροστά στα μάτια όλης της Ελλάδας χτυπούσαν (άνανδρα, απολίτιστα, μανιασμένα, απαράδεκτα) το πρόσωπο του Αυγουστίνου Δημητρίου στις 17 Νοεμβρίου του 2006. Η υπόθεση «ζαρντινιέρα» έκλεισε, η απορία τού τι άλλο έπρεπε να γίνει για να υπάρξει τιμωρία έμεινε.
Τρεις εβδομάδες πριν: Οι κατηγορούμενοι ως δολοφόνοι του 27χρονου Σαχζάτ Λουκμάν στα Πετράλωνα πριν από 20 ημέρες όχι μόνο δεν εμφανίστηκαν στις οθόνες των τηλεοράσεων, αλλά δεν έγιναν ποτέ γνωστά τα ονόματά τους. Μόνο οι σχέσεις τους με τη Χρυσή Αυγή. Και μετά η σιωπή.
Εξι μήνες πριν: Στα μέσα του περασμένου καλοκαιριού, εξαρθρώθηκε 19μελής συμμορία που προχωρούσε σε ληστείες τραπεζών με καλάσνικοφ και εκρηκτικά στη Βόρεια Ελλάδα. Οι δύο αρχηγοί ήταν μέλη ακροδεξιάς οργάνωσης της Καβάλας. Στη συμμορία συμμετείχε και ειδικός φρουρός που προμήθευε τα όπλα. Τα πρόσωπά τους δεν τα είδε ποτέ κανείς, χάθηκαν στη μεγάλη λήθη της ανομίας.
Τέσσερις μήνες πριν: Ο «Guardian» γράφει για «βασανιστήρια και ταπείνωση τύπου Αμπου Γκράιμπ» στα κρατητήρια της Ασφάλειας Αττικής. Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, Νίκος Δένδιας, απαντάει: «Σας το λέω ευθέως ότι θα τον ενάγω, όχι εγώ, το Νομικό Συμβούλιο του κράτους. Θα τον ενάγουμε. Δεν μπορεί έτσι να βλάπτεται ηθικά η Ελληνική Δημοκρατία». Λίγο καιρό μετά, το BBC έγραψε για την ιστορία του κορεάτη τουρίστα Χιουν Γιουνγκ Τζουνγκ που έφαγε ξύλο από αστυνομικούς κάτω από την Ακρόπολη επειδή έμοιαζε ανυπεράσπιστος μετανάστης. Απάντηση δεν υπήρξε ούτε αγωγή.
Η λίστα της επικαιρότητας είναι μακριά και θλιβερή. Θα μπορούσε το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου να συνεχίζεται με αυτή τη μονότονη και κουραστική παράθεση αστυνομικών αντιφάσεων. Αλλά η ουσία δεν είναι τα περιστατικά. Είναι, όπως πάντα, η πολιτική.
Η κυβέρνηση ξέρει. Ή μάλλον ήξερε. Ηξερε πως ένα μέρος της κοινωνίας, είτε γιατί είναι κουρασμένο, είτε γιατί είναι φοβισμένο, είτε γιατί θέλει όσο τίποτα να επιστρέψει σε μια ήσυχη ρουτίνα, θέλει νομιμότητα. Είδε πως οι καταγγελίες περί βασανισμών στη ΓΑΔΑ δεν πείραξαν κανέναν ιδιαίτερα. Είδε πως η τηλεοπτική καταστολή των καταλήψεων έδωσε αριθμητικό πλεονέκτημα στις δημοσκοπήσεις. Διέλυσε κάθε απεργία με επιστράτευση και είδε πως η υπόλοιπη κοινωνία, κουρασμένη από τα δικά της προβλήματα, δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα. Είδε πως οι εικόνες με τα ΜΑΤ να χτυπούν διαδηλωτές γίνονται πλέον εικαστικές και όχι καταγγελτικές. Πόνταρε επικοινωνιακά στην εφαρμογή του νόμου και κέρδισε. Μόνο που ο νόμος είναι ζόρικο πράγμα. Θέλει εφαρμογή και από τις δύο πλευρές, αλλιώς το μέτρο χάνεται.
Το προηγούμενο Σάββατο η κυβέρνηση έδειξε πως δεν ξέρει και τόσο καλά. Είτε γιατί υπερεκτίμησε τον εαυτό της, είτε επειδή ο ρεβανσισμός είναι δυνατότερος από τη λογική, είτε για λόγους καθαρής ανοησίας, η Ελληνική Αστυνομία μετέτρεψε μια επιτυχία της, τη σύλληψη ληστών, σε επίδειξη πρωτόγονης, άγαρμπης και αντιδημοκρατικής δύναμης. Ακόμη και οι πιο αμείλικτοι υποστηρικτές της σιώπησαν μπροστά στο φιάσκο του Photoshop, στην επιλεκτική φρικτή μεταχείριση απέναντι στον ανυπεράσπιστο. Η παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας επίσης δεν βοήθησε αρκετά όσους είχαν την πρεμούρα να μιλήσουν για «δυο σφαλιάρες στα παιδιά».
Και μετά, τα υπόλοιπα τα άφησαν σε εμάς. Στον δημόσιο διάλογο. Σε όλους τους μπερδεμένους, έξαλλους, φοβισμένους και πολυλογάδες αντιμαχόμενους. Σε όλους εμάς που έχουμε καταντήσει να μιλάμε με όρους τηλεοπτικού πρωινάδικου, με φωνές Αδωνη Γεωργιάδη, που αδυνατούμε να πάρουμε μια απόσταση για να δούμε τα πράγματα όπως είναι: δεν χρειάζεται να είσαι υπέρ της τρομοκρατίας για να υπερασπίζεσαι τα δικαιώματα των συλληφθέντων. Δεν χρειάζεται να είσαι μέλος αναρχικής ομάδας για να ζητείς την εφαρμογή της δημοκρατίας όχι επιλεκτικά και ανάλογα με την ιδεολογία του συλληφθέντος. Δεν σημαίνει πως είσαι λαϊκιστής και μηδενιστής αν καταγγέλλεις τις ανομίες της κυβέρνησης. Οχι άλλος μανιχαϊσμός, όχι άλλος πανικός και υστερία.
Η κυβέρνηση το καλοκαίρι εξελέγη με το δίλημμα «Ευρώπη ή χάος». Ετσι όπως συμπεριφέρεται, με όλο αυτό το θράσος και την ανούσια πυγμή, παραμένει δεμένη νομισματικά με την Ευρώπη, αλλά σε όλους τους άλλους τομείς φλερτάρει χαρωπά και αυτοκτονικά με τον Τρίτο Κόσμο