Ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδας βρισκόταν στο κόσμο του. Η τότε ελληνική Βουλή έμοιαζε ως επί το πλείστον με «ρίγκ» ύβρεων και χειροδικιών. Το φωτογραφικό υλικό της εποχής επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Πορείες, εντάσεις και ανασφάλεια σε όλη την Ελληνική επικράτεια. Το εμπόριο πήγαινε απ το κακό στο χειρότερο, η οικονομία είχε πάρει τη κάτω βόλτα και οι πολιτικοί (όλων των τότε κομμάτων) βίωναν όπως πάντα τη δική τους πραγματικότητα. Τα Ανάκτορα με την ενεργό παρασκηνιακή ή απροκάλυπτα εμφανή ανάμειξη τους στα πολιτικά πράγματα, έδειχναν πως ήθελαν να κυβερνήσουν και το εννοούσαν.
Τα γεγονότα του Ιουλίου 1965, αν και ακόμα χρήζουν επισταμένης έρευνας, ώθησαν τις εξελίξεις ακόμα περισσότερο. Η αγωνία για το μέλλον ήταν έκδηλη στους Πολίτες μιας χώρας που ήταν στη δίνη της πολιτικής ασυνεννοησίας και η πορεία προς το αύριο συνεχιζόταν σε ένα τούνελ χωρίς κανένα φως στο βάθος.Καθημερινά η κατάσταση χειροτέρευε και η δύσμοιρη Ελλάς άρχισε απλώς να αναμένει. Θα γίνει χούντα από στρατηγούς ή θάχουμε κάτι άλλο;
Η συνωμοτικότητα των κλειστών τότε επιτελικών και άλλων παρεμφερών γραφείων απλώς περίμενε.Απ τους χρόνους του Β΄. Παγκοσμίου Πολέμου στη Μέση Ανατολή και του μετέπειτα Εμφυλίου (Συμμοριτοπόλεμο τον έλεγαν τότε), τη δεκαετία του 50 και τα πρώτα χρόνια του 60, προετοιμαζόταν το έδαφος για αυτό το «κάτι άλλο» που εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα, εκείνο το πρωινό Παρασκευής (21/4/1967). Οι πολιτικοί των χρόνων πρέπει νάξεραν πολλά αλλά μάλλον υποτίμησαν τον επαπειλούμενο κίνδυνο. Μαθημένοι να συνομιλούν με «σαλόνια» δεν πήραν στα σοβαρά ότι κάποιοι συνταγματάρχες και αντισυνταγματάρχες, εμπειροπόλεμοι και παρασημοφορημένοι, είχαν ήδη «κλειδώσει» τους στόχους και περίμεναν. Γνώριζαν πως ένα κίνημα για να πετύχει δεν αρκεί μόνο να καταλάβει την «εξουσία» και να αδρανοποιήσει κάθε αντίπαλο ή εχθρό.
Χρειάζεται τουλάχιστον Λαϊκή Ανοχή και στη συγκεκριμένη περίπτωση η αγανάκτηση των Πολιτών απ τις Πολιτικές ανοησίες, δημιούργησε ένα κλίμα που συνοψίζεται στη φράση «δεν υπάρχει ένας λοχίας να μας σώσει»; Ηλιόλουστο πρωϊνό Απριλιανής Παρασκευής, μόλις μια μέρα για να κλείσουν τα σχολεία για τις διακοπές του Πάσχα, δεκατριάχρονα παιδιά, «πρωτάκια» του τότε εξαταξίου Γυμνασίου, πολύ μας άρεσε η πτήση των μαχητικών αεροσκαφών πάνω απ την όμορφη επαρχιακή μας πόλη. Η χαρά μας απερίγραπτη όταν μας είπαν «έγινε επανάσταση, σήμερα δεν έχει σχολείο και να πάτε σπίτια σας».
Ο καθηγητής που τόπε, μακαρίτης πια, ήταν σοβαρός και σίγουρα ανήσυχος. Εμείς αλαλάζαμε που οι πασχαλινές διακοπές ξεκίνησαν νωρίτερα, αναρωτιόμαστε προς τι η φασαρία, δεν μας άρεσε και τόσο η απαγόρευση κυκλοφορίας που άλλωστε δεν άργησε να αρθεί και ανάμεσα στα εμβατήρια και τις ανακοινώσεις του ραδιοφώνου, αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε απ τις αντιδράσεις των «μεγάλων» πως κάτι άλλαξε σοβαρά.
Δεν αργήσαμε να μάθουμε για συλλήψεις και πολύ γρήγορα έγινε σαφές πως άπαντες οι πολιτικοί «μπουζουριάστηκαν» κανονικά. Το εν γένει κλίμα ήταν «η ζωή συνεχίζεται και η χώρα σώθηκε απ τον κομμουνιστικό κίνδυνο, απ τη φαυλοκρατία, το διχασμό και τη διαφθορά».Κουβέντες του τύπου «καλά τους κάνανε» διάνθιζαν συζητήσεις ηλικιωμένων. Εντύπωση έκανε μόνο η σύλληψη κάποιων μαθητών της 6ης Γυμνασίου, αν δεν απατώμαι. Ο ένας μάλιστα απ αυτούς είναι σήμερα πλούσιος οικονομικός παράγων της χώρας.
Μέρα Παρασκευή, με ένα ήλιο φωτεινό, πανέμορφο ζωοδότη, 21η Απριλίου Σωτηρίου ΄Ετους 1967, ελευθερωθήκαμε απ τα δεσμού του σχολικού «εξαώρου», το ρίξαμε στις παιδικές τρέλες,πολύ μας άρεσε και…για τα επόμενα επτά χρόνια είχαμε όλη την άνεση να βιώσουμε πολλά αντικρουόμενα συναισθήματα.
Με το πέρασμα του καιρού και με εξασφαλισμένη τη Δημοκρατία μέσα στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση έχουμε τη πολυτέλεια των αναμνήσεων και της κριτικής για το πού μπορεί να οδηγήσουν τη Πατρίδα λάθη και παραλείψεις πολιτικών και πολιτικής, πάθη και ιδιοτέλειες κρατούντων, απαξιώσεις λειτουργίας θεσμών και προπαντός αγανάκτησης.