«Είχες δίκιο σε όλα. Μου πήρε καιρό, αλλά το κατάλαβα… Ποτέ ξανά δεν βρέθηκε γυναίκα να μου μιλήσει με τόση ειλικρίνεια όπως εσύ. Τότε όμως δεν ήμουν έτοιμος να τα δεχτώ, αντιδρούσα. Είχα συνηθίσει τόσα χρόνια να συμπεριφέρομαι έτσι, δεν είχα μάθει αλλιώς. Τώρα όμως είμαι έτοιμος. Και σε θέλω». Αν έχεις ακούσει αυτόν τον συγκινητικό μονόλογο περισσότερες από μία φορά στη ζωή σου, τότε κι εσύ ανήκεις στην κατηγορία της Πυγμαλέαινας. Που κάνει ακριβώς ό,τι και ο Πυγμαλίωνας, αλλά στη θηλυκή του εκδοχή: ετοιμάζει τον άντρα για την επόμενη.
Μαλλιάζει η γλώσσα σου, γυαλίζει το μάτι σου, χάνεις τη λάμψη και μαζί το δίκιο σου, για να το βρεις μήνες και χρόνια αργότερα, όταν θα είναι πλέον πολύ αργά για δάκρυα και ακόμα πιο αργά για πισωγυρίσματα. Εξουθενωμένη από την υπερπροσπάθεια που είχες κάποτε καταβάλει προσπαθώντας το ακατόρθωτο – να τον (μετ)αλλάξεις –, όταν τελικά επιστρέφει αστράφτοντας από το φωτοστέφανο της θείας φώτισης, δεν ξέρεις τι να τον κάνεις. Και το σημαντικότερο: δεν ξέρεις αν πρέπει να χαρείς επειδή δικαιώνεσαι ή να λυπηθείς επειδή δικαιώνεσαι τόσο ετεροχρονισμένα.
Κάποια, κάπως, κάποτε, είχε πει ότι ο άντρας είναι σαν τον σκύλο, όπως τον εκπαιδεύσεις δηλαδή. Χρειάζεται να τον μαλώσεις πολλές φορές, να τον αφήσεις να κοιμηθεί έξω στο κρύο μακριά απ’ το ζεστό χαλάκι του, ακόμη και να του τρίψεις τη μούρη στις αηδίες που πήγε κι έκανε, μέχρι να μάθει να μην κατουράει στο σαλόνι. Οσο dog friendly διάθεση κι αν έχεις όμως, πόσες φορές είσαι διατεθειμένη να αντέξεις υστερικές μανάδες και λοιπούς συγγενείς που μπαίνουν μπάστακες στη μεταξύ σας ευτυχία, σατανικές πρώην μεταμφιεσμένες ως παρατημένες κακομοίρες που κάθε τρεις και λίγο θα στέλνουν «φιλικά» mail ή θα παίρνουν τηλέφωνο, μανιφέστα τεστοστερόνης του τύπου «δεν είμαι έτοιμος για συγκατοίκηση, είμαστε μαζί μόλις δύο χρόνια» και άκρως καλοπροαίρετα σχόλια, όπως «αυτό το χρώμα μαλλιού μ’ αρέσει στις γυναίκες, το πλατινέ», τη στιγμή που εσύ είσαι, ήσουν και θα είσαι καστανή; Πόση δωρεάν ψυχοθεραπεία μπορείς να κάνεις στον άνθρωπό σου, πόσο δυνατά μπορείς να φωνάξεις στη μέση της Ερμού αποτελώντας θλιβερό θέαμα στους πωλητές μαϊμούδων ώσπου να καταλάβεις ότι και η δική σου σχέση μοιάζει με τσάντα-μαϊμού που μπορεί να δείχνει ωραία απέξω αλλά από μέσα είναι για κλάματα;
Και ξαφνικά βλέπεις κάποιες άλλες γυναίκες εκεί έξω, που φαντάζουν άνετες και ήρεμες, σαν λοβοτομημένες – θέλεις να πιστεύεις ότι το κάνουν από στρατηγική. Είναι η κατηγορία εκείνη για την οποία δουλεύεις και δούλευες όλα αυτά τα χρόνια, στήνοντας τη δική σου βιομηχανία μεταλλαγμένων αντρών. Ενα άτυπο ΙΕΚ, οι απόφοιτοι του οποίου ξέρουν πολύ καλά ότι η μαμά δεν έχει το δικαίωμα να μπουκάρει απρόσκλητη στο σπίτι τους ακόμη κι αν της έχουν δώσει κλειδιά «για ώρα ανάγκης». Ούτε και η καλοσυνάτη πρώην είναι ο άγγελος επί γης που θέλει μονάχα το καλό τους. Ούτε και ότι το να κοιμηθούν στο σπίτι της κοπέλας τους δύο συνεχόμενα βράδια ισοδυναμεί με αιμοβόρικη δέσμευση και το επόμενο πρωινό θα ξυπνήσουν φορώντας γαμπριάτικο αντί για πυτζάμες. Αυτόν λοιπόν, τον ψυχοθεραπευμένο άντρα, αυτή τη νέα και βελτιωμένη έκδοση του πρώην σου, έχει την ευτυχία να χαρεί μία από εκείνες τις γυναίκες. Μόνη στο σπίτι, περικυκλωμένη από ένα σωρό δαγκωμένα παιχνίδια, μασημένα παπούτσια και σκισμένες εφημερίδες, συνειδητοποιείς ότι τον εκπαιδευμένο σκύλο πολλοί ελάτρεψαν. Τον εκπαιδευτή ουδείς.
Ισως έχει να κάνει με τη φύση της Πυγμαλέαινας. Πρόκειται συνήθως για γυναίκες που ξέρουν να ακούνε, έδιναν πάντα τις καλύτερες συμβουλές στους φίλους τους, αλλά όταν πρόκειται για τους συντρόφους τους το παρακάνουν, όπως και ο μυθικός Πυγμαλίων ήθελε ό,τι καλύτερο για τη Γαλάτειά του. Ο άντρας θα αντιδράσει από τη φύση του, τη γυναίκα θα την πιάσει υστερία από τη δική της. Ο πρώτος είναι εκ γενετής αλλεργικός στο λουρί, η δεύτερη επιρρεπής σε κάθε είδους νουθεσία. Και η ισορροπία είναι κάτι που πολύ εύκολα χάνεται όταν ο ένας καλείται διαρκώς να απολογηθεί για την ελαττωματική φύση του και η άλλη συνεχίζει να του δίνει όλο και περισσότερο homework να κάνει.
Μετά το τέλος της σχέσης, ο άντρας θα γυρίσει να γλείψει το χέρι που κάποτε δάγκωνε, αλλά η γυναίκα δεν θα έχει γι’ αυτόν τίποτα περισσότερο από ένα ξεθυμασμένο πατ-πατ στο κεφάλι. Οσο εκείνη θα ξεμακραίνει από το περίεργα πολιτισμένο ραντεβού με τον πρώην της, θα περάσει από την Ερμού και θα σκεφτεί ότι ίσως ήρθε η ώρα κι αυτή με τη σειρά της να νιώσει σαν αδέσποτη σκυλίτσα. Που τριγυρνά χαρωπά εδώ κι εκεί, κοιμάται όπου τη βγάλει ο δρόμος, χαζεύει τις αστραπές, φοβάται τις βροντές, αλλά κάπου βαθιά μέσα της ξέρει ότι θα βρεθεί και για εκείνη κάποιος που θα της απλώσει το χέρι και θα γίνει ο δάσκαλός της.