ΤΟ ΒΗΜΑ/ The New York Times
Την εποχή που ζούσα στη Γερμανία βρήκα σε αυτήν πολλά πράγματα άξια θαυμασμού. Μετακόμισα στο Βερολίνο από το Παρίσι το 1998, και μέσα σε δύο μήνες έτρωγα παρέα με τον υπουργό Εξωτερικών σε ένα από τα καινούργια ιταλικά εστιατόρια της Μίτε, και έβλεπα τον καγκελάριο στην οικία του στο Γκρίνεβαλντ.
Η αντίθεση ανάμεσα στην έλλειψη επισημότητας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας και την τυπολατρία της Γαλλίας, ήταν συγκλονιστική. Η φαινομενικά άναρχη ροή της ζωής στο Βερολίνο ήταν αληθινό τονωτικό, μετά την επιχρυσωμένη τελειότητα της γαλλικής πρωτεύουσας
Η Γαλλία ήταν καλή για να ονειρεύεσαι, αλλά η νέα Γερμανία μου έδωσε τροφή για σκέψη.
Αυτό που θαύμασα στο Βερολίνο ήταν η ικανότητα προσήλωσης σε μακροπρόθεσμους στόχους, που έβγαλε ένα έθνος από τις στάχτες και το ένωσε. Η Γερμανία δεν ανέκαμψε από τον κατακλυσμό με προσευχές, αλλά εμμένοντας στο σκοπό της.
Η Γερμανία, με άλλα λόγια, ήταν πριν μόλις 10 χρόνια το αντίθετο από την σημερινή ευμετάβλητη Γερμανία της Άνγκελα Μέρκελ, που μοιάζει έτοιμη ανά πάσα στιγμή να στραφεί προς τα εκεί που φυσά ο εκλογικός άνεμος και επιδεικνύει ένα άγνωστο ως τώρα ταλέντο να κάνει το απρόβλεπτο.
Το «γερμανικό ζήτημα», βέβαια, αυτός ο μεγάλος γρίφος της Ευρώπης του 20ου αιώνα, επιλύθηκε χάρη στην εξωτερική βοήθεια. Οι ΗΠΑ στήριξαν οικονομικά τη Γερμανία, η Γαλλία την ξαναφαντάστηκε, και η Πολωνία τη συγχώρεσε. Όμως την σκληρή δουλειά την έκαναν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Ξεπέρασαν τα ενοχικά σύνδρομα του παρελθόντος, μεγάλωσαν τις ρωγμές στο ψυχροπολεμικό τείχος, κατασκεύασαν την Ευρωπαϊκή Ένωση (αυτή την ιδιοφυέστερη των οντοτήτων) και, όταν η διαίρεση της Ευρώπης τερματίστηκε, ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στην πρόκληση της ενοποίησης των δυο Γερμανιών.
Όλα αυτά ήταν κολοσσιαία επιτεύγματα, που υλοποιήθηκαν χάρη στην συνέπεια και τη φαντασία. Εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρωπαίων επωφελήθηκαν. Τον τελευταίο όμως χρόνο, η Γερμανία μοιάζει να κινείται σπασμωδικά, σαν κάβουρας – μια χώρα που δείχνει να μην αισθάνεται άνετα με την νέα ισχύ της, και νιώθει αβέβαιη για τον τελικό της σκοπό.
Πρώτα είδαμε μια Μέρκελ να «παγώνει» μπροστά στη κρίση του χρέους της Ελλάδας. Καθώς το μέλλον του ευρώ κρέμονταν από μια κλωστή, η καγκελάριος έδειξε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις εκλογές του Μάιου 2010 στη Βόρεια Ρηνανία- Βεστφαλία, το πιο πολυπληθές γερμανικό κρατίδιο.
Μετά, συνέχισε να κωλυσιεργεί – με αποτέλεσμα η εμπιστοσύνη στο ευρώ να κλονιστεί. Καθώς Ιρλανδία και Πορτογαλία βούλιαζαν στο δρόμο προς τη χρεοκοπία, η εφημερίδα Bild πολλαπλασίασε τα επιθετικά ανθελληνικά της δημοσιεύματα, ζητώντας ακόμη και τη πώληση ελληνικών νησιών και οδηγώντας την κοινή γνώμη σε φρενίτιδα κατά των Ελλήνων. Έτσι όμως αυξήθηκε και η οργή των Ευρωπαίων για τη Γερμανία. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ έχασαν τη Βεστφαλία.
Θα περίμενε κανείς να διδαχθούν από τα λάθη τους. Όχι όμως. Ένα χρόνο αργότερα, ήρθαν οι κρίσεις της Λιβύης και της Ιαπωνίας. Η Μέρκελ όμως συνέχισε το γνωστό βιολί. Αντί να ασχοληθεί με το μέλλον της Αραβικής Άνοιξης, ή τη μοίρα της Φουκουσίμα, ενδιαφέρθηκε μόνο για την Στουτγάρδη, και πιο συγκεκριμένα με τις εκλογές της 27/3 στη Βάδη-Βυρτεμβέργη. Η νέα Γερμανία είναι στενόμυαλη.
«Δεμένη» σε μια περίεργη συμμαχία με τους κυβερνητικούς εταίρους της, τους Ελεύθερους Δημοκράτες, και τον ασυνάρτητο υπουργό Εξωτερικών Γκίντο Βεστερβέλε, η καγκελάριος έπαιξε ένα διπλό εκλογικό στοίχημα με τα καυτά θέματα των στρατιωτικών αποστολών στο εξωτερικό και της προστασίας του περιβάλλοντος – για να χάσει και στα δύο , χάνοντας και στα δυο.
Ακόμη, αψήφησε τις απόψεις των βασικων συμμάχων της, της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, στο ζήτημα της επέμβασης στη Λιβύη και της αποφυγής ενός μακελειού στην Βεγγάζη, και μετά τα γεγονότα της Ιαπωνίας έκανε στροφή 180 μοιρών στη πυρηνική της πολιτική. Έκλεισε (προσωρινά τουλάχιστον) επτά πυρηνικές μονάδες, προκαλώντας έτσι αμφιβολίες για τη περσινή της απόφαση να επεκτείνει τη διάρκεια ζωής των γερμανικών πυρηνικών εργοστασίων, που προμηθεύουν τη χώρα με το ¼ της ηλεκτρικής της ενέργειας. Όπως τόνισε ο επικεφαλής του γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου, «Ο πανικός και η κομματική πολιτική αποτελούν κακούς συμβούλους».
Τελικά η Μέρκελ έχασε και στο κρατίδιο της Βάδης – Βυρτεμβέργης έπειτα από 58 χρόνια κυριαρχίας των Χριστιανοδημοκρατών. Η μεγαλύτερη όμως απώλεια ήταν η αξιοπιστία της. Ο κυβερνητικός συνασπισμός της στερείται σοβαρότητας.
Ήρθε η ώρα για ένα mea culpa. Η απώλεια του ευρωπαϊκού ιδεαλισμού είναι η πιο σοκαριστική αλλαγή που έχω δει στη Γερμανία εδώ και δέκα χρόνια. Η Μέρκελ, η οποία θα ήταν ακόμη εγκλωβισμένη στην ανατολική Γερμανία αν ο Κολ είχε δειλιάσει, όπως αυτή κάνει τώρα, πρέπει να αναγνωρίσει επιτέλους το πόσο η Γερμανία, με 3% ανάπτυξη και χαμηλή ανεργία, επωφελείται από την Ε.Ε., από το ευρώ, και από μια αγορά μισού δισεκατομμυρίου ανθρώπων, χωρίς σύνορα.
Δεν γίνεται οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες να συμπεριφέρονται σαν αδέξιοι Βρετανοί «Τόρις»: να σιωπούν για τα όσα συμβαίνουν στην Ευρώπη, ελπίζοντας πως τα προβλήματα θα λυθούν από μόνα τους. Η Γερμανίδα καγκελάριος θα πρέπει να ηγηθεί της Ευρώπης, να χτίσει γέφυρες προς Ανατολάς, και να εργαστεί για μια Ρωσία όπως την θέλει ο Μεντβέντεφ, όχι ο Πούτιν. Και θα πρέπει επίσης να παραδεχτεί το λάθος της στο θέμα της Λιβύης, και να επαναφέρει τη χώρα της στη συμμετοχή στην συμμαχική προσπάθεια.
Πρέπει επίσης να αφήσει τις αμφιταλαντεύσεις στο ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης έχει ανάγκη για το εγγύς μέλλον την πυρηνική ενέργεια,. Αυτό που ήταν σωστό το 2010, δεν είναι λάθος το 2011. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορεί να αξίζουν τον κόπο, αλλά δεν είναι ακόμη έτοιμες για πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η μεγαλύτερη αρετή της Γερμανίας μετά το 1945 ήταν η προβλεψιμότητα. Αυτή χάθηκε. Και δεν ξέρω σίγουρο αν η Μέρκελ είναι σε θέση να την ανακτήσει.