Δεν έχω διαβάσει κανένα βιβλίο του. Το κατά πολλούς σπουδαίο «Infinite Jest», σταθμός στην μεταμοντέρνα αμερικανική λογοτεχνία, μού προκαλεί δέος. Όχι μόνο γιατί είναι 1.200 σελίδες. Όχι μόνο γιατί είναι γεμάτο δαιδαλώδεις παραπομπές. Είναι κάτι άλλο που δεν μπορώ να εξηγήσω.
Τις τελευταίες εβδομάδες σύσσωμος ο ξένος τύπος ασχολείται μαζί του. Με τη σύντομη ζωή του, με τη βαριά κλινική κατάθλιψη που τον ταλαιπώρησε για πάνω από 20 χρόνια, με το ταλέντο του, με την αυτοκτονία του το Σεπτέμβριο του 2008. Γράφτηκαν ελεγείες για το έργο που άφησε, ψυχογραφήματα για την πάθησή του, δημοσιεύτηκαν συνεντεύξεις κοντινών του προσώπων. Όλα αυτά για έναν και μοναδικό λόγο: εντός των ημερών κυκλοφορεί το ημιτελές τελευταίο του έργο, «The Pale King».
Τις περασμένες βδομάδες δεν ήθελε και μεγάλη προσπάθεια για να βρει κανείς στον διεθνή τύπο αποσπάσματα του νέου βιβλίου, όπως και φήμες για το ότι ο ίδιος ο Γουάλας ήθελε να κυκλοφορήσει το βιβλίο του έστω και ημιτελές. Το όνομά του ήταν παντού. Για έναν μυστήριο λόγο έπιασα τον εαυτό μου να διαβάζει με μανία ό,τι είχε να κάνει με τον Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας. Έπιασα τον εαυτό μου να έχει μάθει λεπτομέρειες για τη ζωή ενός ανθρώπου, του οποίου το έργο δεν με απασχόλησε ποτέ μέχρι σήμερα.
Χτες διάβασα μια πραγματικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη της συζύγου του Γουάλας, της εικαστικού Κάρεν Γκριν. Από όλα όσα είπε μου έμεινε ένα: πριν κρεμαστεί, ο Γουάλας άφησε το χειρόγραφό του τακτοποιημένο πάνω στο γραφείο του, με τη μοναδική λάμπα αναμμένη πάνω του. Έτσι, λέει, κατάλαβε η Γκριν ότι μία από τις τελευταίες επιθυμίες του άντρα της ήταν η έκδοση του «The Pale King».
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για τα ημιτελή μυθιστορήματα, για τους νεκρούς (πολλώ δε μάλλον για τους αυτόχειρες) συγγραφείς, και δε θα ήθελα ούτε καν να αρχίσω να σκέφτομαι τα άτιμα παιχνίδια των media και του marketing.
Ψάχνοντας, όμως, το διαδίκτυο, έπεσα πάνω σε κάτι πολύ πιο ενδιαφέρον. Στα 21 του χρόνια, φοιτητής Αγγλικής φιλολογίας και Φιλοσοφίας τότε στο Amherst College της Μασαχουσέτης, ο Γουάλας δημοσίευσε για πρώτη του φορά ένα σύντομο διήγημα με τίτλο «The Planet Trillaphon As It Stands In Relation To The Bad Thing». Το κατέβασα, το εκτύπωσα και το διάβασα αργά χτες το βράδυ.
Ο πλανήτης Trillaphon είναι παράφραση του Tofranil, του πρώτου αντικαταθλιπτικού που του χορηγήθηκε. Το Bad Thing είναι η πάθησή του. Η γραφή του, την οποία δεν μπορώ ακόμα να συγκρίνω με τα βιβλία του, είναι τόσο γυμνή που σχεδόν παγώνει.
Σε πρώτο πρόσωπο, ο Wallace γράφει για την κατάθλιψη τόσο σκληρά, τόσο γλαφυρά, αλλά ταυτόχρονα τόσο απλά (διαρκώς αναφέρεται στον εαυτό του ως «troubled little soldier», περιγράφει τις μάχες του, τις αποτυχίες, την ανικανότητα να βρει την ευτυχία που θα ήταν και η μόνη γιατρειά, τους σωματικούς πόνους και τις ψευδαισθήσεις), τόσο απεγνωσμένα που όταν το τελείωσα δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
Σήμερα με νοιάζει ακόμη λιγότερο ο επικοινωνιακός χορός γύρω από τη φιλία του Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας με τον Τζόναθαν Φράνζεν. Ελάχιστο ενδιαφέρον έχει η δημοσίευση των email τους, ή το αν ο Φράνζεν ήταν προσβλητικός όταν έγραψε στον New Yorker ότι ο Γουάλας αυτοκτόνησε από ανία (σημείωση: η ανία είναι η κεντρική ιδέα του «The Pale King»).
Σήμερα σκέφτομαι ότι δεν ξέρω ακόμα αν θα δώσω στο «Infinite Jest» μία ευκαιρία. Ξέρω ότι όσα βιβλία του κι αν διαβάσω, τουλάχιστον για εμένα ο Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας δε θα είναι χλωμός βασιλιάς. Θα είναι απλώς ένα ταλαιπωρημένο στρατιωτάκι.