Μια χαίνουσα πληγή του ελληνικού κράτους, που αφορά τις μετατάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, στις οποίες κυριαρχεί το ρουσφέτι, οι πελατειακές σχέσεις και η άγρια οικονομική συναλλαγή, επιχειρεί να θεραπεύσει η κυβέρνηση.
Ο υπουργός Εσωτερικών κ. Ι. Ραγκούσης αμέσως μετά τη θέσπιση του νέου μισθολογίου που θα οδηγήσει εκτός των άλλων και σε σταδιακή άρση των κραυγαλέων ανισοτήτων στις αποδοχές των υπαλλήλων, θα φέρει προς ψήφιση στη Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο θα καθιερώνονται αντικειμενικά κριτήρια για τις μετατάξεις και, εν γένει, τις υπηρεσιακές μεταβολές, η εφαρμογή των οποίων θα περάσει υπό τον άμεσο και απόλυτο έλεγχο του ΑΣΕΠ, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα με τις προσλήψεις προσωπικού στο Δημόσιο.
Στόχος της κυβέρνησης με τη νέα αυτή πρωτοβουλία είναι να δημιουργηθεί ένα αξιόπιστο και αξιοκρατικό σύστημα μετατάξεων που δεν θα λειτουργεί ρουσφετολογικά και θα αποτρέπει φαινόμενα διαφθοράς και «συναλλαγών κάτω από το τραπέζι».
Είναι χαρακτηριστικό ότι για μετάταξη σε μια «ζηλευτή θέση του Δημοσίου», όπως ονομάζονται οι θέσεις στις πολεοδομίες και κυρίως στις εφορίες, το ποσό το οποίο καλούνται να καταβάλουν οι υπό μετάταξη υπάλληλοι, σύμφωνα και με καταγγελίες που έχουν περιέλθει στους ελεγκτικούς μηχανισμούς, μπορεί να υπερβεί ακόμη και τα 500.000 ευρώ. Οι εξαρτήσεις που δημιουργούνται, από την άλλη πλευρά, είναι τεράστιες, γεγονός που, εκτός των άλλων, προσμετράται ως μία από τις κύριες αιτίες της διαφθοράς.
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο που επεξεργάζεται το υπουργείο Εσωτερικών οι υπηρεσιακές μεταβολές των δημοσίων υπαλλήλων δεν θα αποφασίζονται πλέον από τους υπουργούς (όταν πρόκειται για τον στενό δημόσιο τομέα) ή τους προέδρους των οργανισμών (όταν πρόκειται για τις ΔΕΚΟ και τις επιχειρήσεις του Δημοσίου), ούτε για την πραγματοποίησή του θα λαμβάνεται υπόψη η «σύμφωνη γνώμη» των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, τα οποία γνωμοδοτούν σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις θετικά μετά και τις πιέσεις που ασκούνται από τους συνδικαλιστές που μετέχουν σε αυτά, αλλά θα τίθεται στον αποκλειστικό έλεγχο του ΑΣΕΠ.
Η Ανεξάρτητη Αρχή θα εξετάζει τις αιτήσεις των δημοσίων υπαλλήλων που ζητούν μεταβολή της υπηρεσιακής τους κατάστασης, θα αποφαίνεται αν εκπληρώνουν τις προϋποθέσεις που τίθενται με βάση συγκεκριμένα αντικειμενικά κριτήρια (ειδικότητα, χρόνια υπηρεσίας, κλάδος, τίτλοι σπουδών, οικογενειακή κατάσταση κ.λπ.) και θα δίνει το πράσινο φως για τη μετάταξη.
«Οι θέσεις που είναι κενές θα προκηρύσσονται, οι υπάλληλοι θα καλούνται να καταθέσουν αιτήσεις για μετάταξη και το ΑΣΕΠ θα αποφασίζει ποιοι από αυτούς θα μετατάσσονται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια» επισημαίνουν προς «Το Βήμα» στελέχη του υπουργείου Εσωτερικών. «Για μία θέση, για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχουν 50 ή και 100 υποψήφιοι. Το ΑΣΕΠ θα λέει ποιος από τους υποψηφίους θα την καταλαμβάνει με βάση τα κριτήρια που θα έχουν θεσπιστεί».
Σε αυτό το πλαίσιο, αναθεωρείται ριζικά και το καθεστώς που ισχύει για τις μετατάξεις προσωπικού στις παραμεθόριες περιοχές, όπως προκύπτει και από τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής από υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου Εσωτερικών, η οποία καλείται να επαναπροσδιορίσει τους νομούς της χώρας και τα κριτήρια.
Η υπαγωγή των μετατάξεων και εν γένει των υπηρεσιακών μεταβολών στο ΑΣΕΠ διευκολύνει την κυβέρνηση να προωθήσει τα σχέδιά της και για ευρείες μετατάξεις προσωπικού, στο πλαίσιο του περιορισμού του κράτους που υπαγορεύει το μνημόνιο, με καταργήσεις ή συγχωνεύσεις οργανισμών του Δημοσίου.
Το μοναδικό επιπρόσθετο κριτήριο που θα ισχύσει για αυτή την κατηγορία των μετατάξεων που θα είναι υποχρεωτικές _ οι υπάλληλοι που δεν τις αποδέχονται θα απολύονται _ είναι να πραγματοποιούνται εντός των γεωγραφικών ορίων του νομού. Το κριτήριο αυτό όμως θα ισχύει μόνον εφόσον υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις στις υπηρεσίες του νομού. Σε διαφορετική περίπτωση, οι υπάλληλοι θα υποχρεούνται να μετακινούνται και εκτός των ορίων του νομού _ εκεί όπου υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις.