Με μέση έκπτωση υψηλότερη από 35% επί της αξίας των τίτλων που καταθέτουν οι ελληνικές τράπεζες την ΕΚΤ γίνεται η άντληση ρευστότητας μέσω των έκτακτων μέτρων στήριξης του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Πρόκειται για μία εξέλιξη που είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις σωρευτικές υποβαθμίσεις των ελληνικών χρεογράφων και της εφαρμογής από την ΕΚΤ αυστηρότερων συντελεστών αποτίμησης των παρεχόμενων εγγυήσεων στους μηχανισμούς αναχρηματοδότησης.
Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των καταθέσεων στην Ελλάδα κατά περίπου 40 δισ. ευρώ, επιτείνει τις πιέσεις στη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος από την εξαιρετικά δυσχερή πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών σε δανεισμό από την αγορά.
Προβλήματα υπάρχουν τόσο στη διατραπεζική, ακόμη και έναντι εγγυήσεων, όσο και στις χρηματοδοτήσεις μεγαλύτερης διάρκειας από τις αρχές, ήδη, του 2ου τριμήνου του 2010, ταυτόχρονα με την κλιμάκωση των πιέσεων στο κρατικό χρέος.
Όπως τονίζουν οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας, η χορηγούμενη από την ΕΚΤ επιπλέον ρευστότητα έναντι ενός συνολικού ποσού κρατικών εγγυήσεων της τάξης των 60 δισ. ευρώ κατάφερε να εξισορροπήσει τις πιέσεις αποτρέποντας μια βεβιασμένη συρρίκνωση του τραπεζικού ενεργητικού (συμπεριλαμβανόμενης της πίεσης για απότομη απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα).
«Εξαιτίας όμως της έκτακτης φύσης αυτού του δανεισμού καθώς και άλλων χαρακτηριστικών της (π.χ. μειούμενη μέση χρονική διάρκεια), και των πιέσεων της οικονομικής συγκυρίας αυτή η μορφή άντλησης ρευστότητας δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για την ομαλοποίηση της λειτουργίας του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος» σημειώνει στην ίδια ανάλυση η τράπεζα.