Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο κ. Κ. Μητσοτάκης και υποδιοικητής της Αγροτικής Τράπεζας ο κ. Δ. Μηλιάκος. Στο διάστημα των περίπου τριάμισι χρόνων της κυβέρνησης Μητσοτάκη ο κ. Μηλιάκος είχε βάλει μπροστά την «εκκαθάριση» του χαρτοφυλακίου της ΑΤΕ από τις συμμετοχές στις πιο πολλές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες «έβαλαν λουκέτο». Ηταν η εποχή που οι δύο οικογένειες, Δασκαλόπουλου και Φιλίππου, δέσποζαν στην αγορά του γάλακτος, αναπτύσσονταν με εντυπωσιακούς ρυθμούς, αλλά και με ισχυρή δόση ανορθολογισμού. Το 1992 η «εξυγίανση» του χαρτοφυλακίου έφθασε στη Δωδώνη. Ηταν το πιο «βαρύ χαρτί» από τις συμμετοχές της τράπεζας, το «φιλέτο» του χαρτοφυλακίου της. Η συμμετοχή της ΑΤΕ στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας ήταν περίπου 62%. Η αντίδραση που προκλήθηκε από την ηπειρωτική κοινωνία λίγο απείχε από την εξέγερση. Και η τότε διοίκηση της ΑΤΕ «ανέκρουσε πρύμναν» εγκαταλείποντας τους σχεδιασμούς της πώλησής της.
Αρκετά χρόνια αργότερα, στη διάρκεια της κυβέρνησης του κ. Κ.Καραμανλή, διοικητής της ΑΤΕ είναι ο πρώην υποδιοικητής της κ. Μηλιάκος. Το κλίμα στην κοινωνία είναι εντελώς διαφορετικό. Η μέση κοινωνική συνείδηση έχει αποδεχθεί την ιδέα της ιδιωτικοποίησης. Παρ΄ όλα αυτά, ο κ. Μηλιάκος είναι εξαιρετικά προσεκτικός. Περιορίστηκε απλώς να εξαγοράσει ένα ορισμένο ποσοστό μετοχών, περίπου 6%, που πώλησαν κάποιες από τις ενώσεις συνεταιρισμών, μέτοχοι της συνεταιριστικής γαλακτοβιομηχανίας. Το ποσοστό είναι κρίσιμο διότι οι συνεταιρισμοί που είναι μέτοχοι της εταιρείας έχασαν τα δικαιώματα της καταστατικής μειοψηφίας- το θέμα έχει προσβληθεί από τους άλλους συνεταιρισμούς και εκκρεμεί δικαστικά. Τελικώς όμως για δεύτερη φορά ο κ. Μηλιάκος και με συμμετοχή 67,77% δεν κατόρθωσε να την πωλήσει. Φαίνεται ότι η τύχη είχε επιλέξει τον νυν πρόεδρο της ΑΤΕ, τον κ. Θ. Πανταλάκη.
Ετσι σε διάστημα περίπου 20 χρόνων για τρίτη επί της ουσίας φορά η Δωδώνη βρίσκεται προς πώληση. Φαίνεται όμως πως αυτή η φορά θα είναι και η «φαρμακερή». Σε λίγους μήνες η μεγαλύτερη- και κερδοφόρα- συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία της ελληνικής αγοράς θα «αλλάξει χέρια». Ολη η περιοχή της Ηπείρου είναι αναστατωμένη. Οι συζητήσεις μεταξύ αρμοδίων και αναρμοδίων παραγόντων δίνουν και παίρνουν.
Απ΄ ό,τι λέγεται, η διοίκηση της ΑΤΕ από την πώληση του μετοχικού της ποσοστού σκοπεύει να βάλει στα ταμεία της αρκετά χρήματα. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, το μερίδιό της η ΑΤΕ το «τιμολογεί» σε περίπου 120 εκατ. ευρώ.
Τα πιο αξιόπιστα σχέδια που προκρίνονται στην προκειμένη περίπτωση- και φαίνεται να έχουν την κατ΄ αρχάς αποδοχή της διοίκησης της τράπεζας- είναι δύο. Σύμφωνα με το πρώτο, είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ένας φορέας- μια ανώνυμη ή συνεταιριστική εταιρεία- στον οποίο κατ΄ αρχάς όλες οι ενώσεις των συνεταιρισμών που είναι μέτοχοι της Δωδώνης να συνεισφέρουν τις μετοχές που κατέχουν, να διεκδικηθεί άμεσα το περίπου 6% που πωλήθηκε στην ΑΤΕ και εν συνεχεία να γίνει μια έκκληση σε ολόκληρη την ηπειρωτική κοινωνία- με εργαλείο την τοπική συνεταιριστική τράπεζα και με την ενεργό συμμετοχή των κτηνοτροφικών επιχειρήσεων, μεγάλου και μικρού μεγέθους- για να συγκεντρωθούν επιπλέον κεφάλαια προκειμένου να εξαγοραστεί το μερίδιο της ΑΤΕ, με απώτερο σχεδιασμό η νέα Δωδώνη να γίνει το όχημα συνεργασίας όλων των μικρών τοπικών συνεταιριστικών γαλακτοβιομηχανιών. Παραλλαγή αυτού του σχεδίου είναι το παρακάτω. Αν αυτός ο «κοινωνικός συνεταιρισμός» δεν κατορθώσει να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα κεφάλαια για την εξ ολοκλήρου απόκτηση της Δωδώνης, να διατηρήσει το σημερινό μερίδιο των συνεταιρισμών, δηλαδή το 32,23%, να αποκτήσει και το υπόλοιπο περίπου 6% που διεκδικεί και ακολούθως να αναζητήσει στρατηγικό επενδυτή. Σε αυτή την περίπτωση εκ προοιμίου τίθεται η προϋπόθεση ο στρατηγικός επενδυτής να μην είναι ελληνική γαλακτοβιομηχανία. Και ο λόγος, όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές, είναι να μη μειωθεί η τιμή παραγωγού του γάλακτος διότι τότε υπάρχει κίνδυνος δεκάδες μικρές κτηνοτροφικές επιχειρήσεις να χαθούν.
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, ενδιαφέρον έχουν επιδείξει δύο μεγάλες ευρωπαϊκές συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Πρόκειται για τη σκανδιναβική Αrla (έναν σουηδοδανέζικο γαλακτοκομικό όμιλο με μέλη 7.625
κτηνοτρόφους) και την ολλανδική Friesland (έχει το brand name Νουνού και μέλη της είναι περισσότεροι από 15.000 συνεταιρισμοί κτηνοτρόφων από την Ολλανδία, τη Γερμανία και το Βέλγιο).
Βέβαια είναι αρκετά πρόωρο να διατυπωθεί οποιαδήποτε εκτίμηση για το τι πρόκειται να συμβεί, δεδομένου ότι η διοίκηση της ΑΤΕ κρατά ακόμη κλειστά τα χαρτιά της περιμένοντας την απόφαση του υπουργείου Οικονομικών, που είναι ο μέτοχος της τράπεζας, της τρόικας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού. Και από την άλλη πλευρά, της τοπικής κοινωνίας και των ενώσεων συνεταιρισμών που είναι μέτοχοι. Σίγουρα όμως το «παιχνίδι» στην αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων «ανοίγει» και πάλι και όπως κάθε φορά θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέ- ρον.
ΔΥΟ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΠΟΥ «ΚΟΙΤΟΥΝ» ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ
ΑRLΑ: Η γαλακτοβιομηχανία Αrla είναι η τρίτη σε μέγεθος συνεταιριστική βιομηχανία γαλακτοκομικών προϊόντων στον κόσμο. Η σημερινή εταιρεία δημιουργήθηκε το 2000 με τη συγχώνευση της σουηδικής Αrla και της δανέζικης ΜD Foods. Μέλη της είναι 7.260 συνεταιρισμοί κτηνοτρόφων των δύο χωρών και διαθέτει εργοστάσια σε 13 χώρες.
Εχει ισχυρή παρουσία σε 30 χώρες.
Το 2009 είχε πωλήσεις 6,2 δισ. ευρώ, κέρδη 130 εκατ. ευρώ, το μετοχικό της κεφάλαιο ανέρχεται σε 1,1 δισ. ευρώ και απασχολεί 16.231 εργαζομένους.
FRΙΕSLΑΝD: Η Friesland έχει έδρα την Ολλανδία και από το 2007 μετονομάστηκε σε Friesland-Campina. Μέλη της είναι περισσότεροι από 15.000 συνεταιρισμοί κτηνοτρόφων στην Ολλανδία, στη Γερμανία και στο Βέλγιο. Εξάγει τα προϊόντα της σε 100 χώρες. Το 2009 είχε πωλήσεις 8,2 δισ. ευρώ, καθαρά κέρδη 182 εκατ. ευρώ και απασχολεί 20.000 εργαζομένους.