Ο αυστριακός Φραντς Βέλσερ Μεστ είναι ο αρχιμουσικός ο οποίος θα διευθύνει εφέτος της περίφημη Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης. Πρόκειται για το δημοφιλέστερο μουσικό γεγονός της χρονιάς αφού, για μια ακόμη φορά, θα μεταδοθεί τηλεοπτικώς σε περισσότερες από 70 χώρες κι εκτιμάται ότι θα το παρακολουθήσουν περί τους 1,2 δισεκατομμύρια τηλεθετές. (Στην Ελλάδα μεταδίδεται ζωντανά από την ΕΤ-1).

Ακολουθώντας τα βήματα του Κλέμενς Κράους, του Γιόζεφ Κριπς, του Βίλι Μποσκόφσκι, του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν και του Νικολάους Αρνονκούρ, ο Φραντς Βέλσερ Μεστ είναι ο έκτος κατά σειρά αυστριακός αρχιμουσικός που θα διευθύνει, ανήμερα την Πρωτοχρονιά, την λαμπερή συναυλία από την περίφημη χρυσοποίκιλτη αίθουσα της Musikverein της Βιέννης στέλνοντας το πρώτο αισιόδοξο μήνυμα του 2011. Οσο για το πρόγραμμα, για άλλη μια χρονιά θα κυριαρχήσουν τα βαλς, οι πόλκες και τα εμβατήρια της δυναστείας των Στράους και των συγχρόνων τους προσφέροντας στο διεθνές κοινό μια ευχάριστη «νότα» βιεννέζικης ευθυμίας και αίσθησης και καλώντας το ν΄ατενίσει τη νέα, δύσκολη όπως φαίνεται για αρκετούς χρονιά, με τη μεγαλύτερη δυνατή ευφορία και θετική ενέργεια.

Η αλήθεια είναι πάντως, ότι η λάμψη και η αισιοδοξία που αποπνέει σήμερα η διάσημη εκδήλωση μοιάζει μάλλον παράδοξη με δεδομένη με την «σκοτεινή» χρονική περίοδο κατά την οποία καθιερώθηκε. Κι αυτό, γιατί ήταν μια πραγματικά ευαίσθητη στιγμή όταν τα μέλη της Ορχήστρας τόλμησαν να εισάγουν ένα γεγονός που, πέρα από την μουσική, είχε αναμφίβολα τεράστια πολιτική σημασία. Παρουσιάζοντας μια συναυλία αποκλειστικά με έργα της δυναστείας των Στράους, η ορχήστρα θέλησε να υπογραμμίσει την αυστριακή εθνική ταυτότητα σε μια εποχή όπου η χώρα είχε εξαφανιστεί από τον παγκόσμιο χάρτη εξαιτίας της προσάρτησής της από την ναζιστική Γερμανία.

Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, η πρώτη εκδήλωση διοργανώθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1939 υπό τον τίτλο «Εξαιρετική Συναυλία» (Special Concert) υπό τον Κλέμενς Κράους. Η πρώτη «κανονική» Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία ωστόσο, δόθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1941, πάντοτε υπό τον ίδιο μαέστρο οποίος και συνέχισε την παράδοση ως το τέλος του πολέμου. Ακόμη και την πλέον δύσκολη στιγμή _ τον Ιανουάριο του 1945_ η ορχήστρα έδωσε την συναυλία επαναλαμβάνοντάς την μάλιστα την δεύτερη ημέρα του χρόνου. Ως τον θάνατό του το 1954, ο Κράους είχε διευθύνει 13 συνολικά συναυλίες διαμορφώνοντας ένα σπουδαίο γεγονός για την βιεννέζικη κοινωνία. Δεν πρόλαβε, βεβαίως να απολαύσει την παγκόσμια εμβέλεια που χάρισαν στην εκδήλωση οι κατοπινές τηλεοπτικές της μεταδόσεις, κατόρθωσε, εντούτοις να καθιερώσει ένα ερμηνευτικό «μέτρο σύγκρισης» για όσους τον διαδέχτηκαν στο πόντιουμ.

Μετά τον θάνατο του Κράους, τη διεύθυνση των Πρωτοχρονιάτικων Συναυλιών ανέλαβε ο Βίλι Μποσκόφσκι για να τον διαδεχθεί με τη σειρά του ο Λόριν Μααζέλ ως το 1986. Την ίδια χρονιά αποφασίστηκε από την Ορχήστρα η εναλλαγή των αρχιμουσικών στο πόντιουμ προκειμένου να προσφερθεί στο κοινό ερμηνευτική ποικιλία. Τα εγκαίνια του νέου «μοντέλου» έγιναν με τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν το 1987 για να ακολουθήσουν οι Κλάουντιο Αμπάντο (1988,1991), Κάρλος Κλάιμπερ (1989,1992), Ζούμπιν Μέτα (1990,1995,1998 , 2007), Ρικάρντο Μούτι (1993,1997, 2000,2004) Λόριν Μααζέλ (1994,1996,1999, 2005), Νικολάους Αρνονκούρ (2001,2003), Σέιτζι Οζάουα (2002), Μάρις Γιάνσονς (2006), Ζορζ Πρετρ (2008,2010) και Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ (2009).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ,Marcus Peel