Η μεταρρύθμιση στα πανεπιστήμια αφορά μείζον διακύβευμα: τον ρόλο της γνώσης στη νέα διευθέτηση της ελληνικής κοινωνίας. Η οικονομική κατάρρευση θα αφήσει δυσεπούλωτες πληγές στο σώμα της. Θα μειώσει δραματικά και άνισα το βιοτικό επίπεδο και τις αμοιβές, έχει ήδη διαλύσει το θεσμικό πλαίσιο της εργασίας, και θα σκοτώσει το κράτος πρόνοιας. Η κοινωνία μέσα στα επόμενα χρόνια θα καταλήξει περισσότερο διχασμένη και άνιση. Το ερώτημα είναι: τι μπορεί να γίνει και τι θέλουμε να γίνει στην εκπαίδευση;
Η εκπαίδευση αξίζει να ιδωθεί και θα πρέπει να λειτουργήσει ως το αντιστάθμισμα τόσο στον οικονομικό ξεπεσμό της χώρας σε οικονομία της περιφέρειας όσο και στις κοινωνικές συνέπειες αυτού του ξεπεσμού, στον διχασμό ανάμεσα σε μια υπερευημερούσα τάξη και σε μια θάλασσα φτωχών. Στον παγκοσμιοποιημένο ορίζοντα η πικρή αλήθεια είναι ότι η ελληνική κοινωνία δεν δικαιούται και δεν μπορεί να διεκδικήσει, κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, καλύτερη ζωή απ΄ ό,τι αντιστοιχεί στις παραγωγικές της δυνατότητες. Ακόμη και αν αλλάξουν οι όροι διευθέτησης του συνολικού ευρωπαϊκού χρέους, πάλι το μέλλον διαγράφεται δύσκολο. Αν η εκπαίδευση ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας είναι η αναγκαία σύλληψη, είναι όμως ανεπαρκής αν δεν την αντιμετωπίσουμε ταυτόχρονα ως μοχλό αντιστροφής της κοινωνικής διαφοροποίησης, ως αντίβαρο στον κοινωνικό διχασμό. Τι θέλουμε επομένως; Οφείλουμε να επιδιώξουμε μια εκπαίδευση ουσιαστική, αποτελεσματική, που να ανταποκρίνεται στις δομικές μεταβολές που έχουν συμβεί στις επιστήμες και στη γνώση, που να δίνει δυνατότητες σ΄ αυτούς που δεν έχουν, ανοιχτή ώστε να διευκολύνει και να μην κλείνει την πρόσβαση, να ενθαρρύνει την κινητικότητα προς όλες τις κατευθύνσεις, που δεν ανέχεται στεγανά, που επιβραβεύει τη δημιουργικότητα και τη φαντασία. Αν βρισκόμαστε σε απορία οικονομικού κεφαλαίου, πρέπει να δημιουργήσουμε κεφάλαιο με τα μυαλά των νέων που θα εκπαιδεύσουμε. Κεφάλαιο κινητικό και με ευχέρεια εφαρμογών. Αλλά προπαντός κεφάλαιο του οποίου η διασπορά στην κοινωνία μπορεί να αντισταθμίσει την κατανομή του οικονομικού κεφαλαίου.
Ολα αυτά βέβαια μοιάζουν με διακηρύξεις καλών προθέσεων. Μπορείς να δημιουργήσεις καλά πανεπιστήμια και ταυτόχρονα δημοκρατικά πανεπιστήμια; Να το δύσκολο πρόβλημα. Η διάσωση και η ενίσχυση του δημόσιου Πανεπιστημίου είναι μονόδρομος. Αλλά γύρω από το δημόσιο εδώ και πολλές δεκαετίες έχουν αναπτυχθεί λογής-λογής αναρριχητικά φυτά. Πρέπει να εκδιωχθούν οι καταπατητές. που δεν είναι μόνο όσοι φοιτητές καταχρώνται το άσυλο, αλλά και κάθε λογής ασυλίες και προνόμια καθηγητών και προσωπικού.
Το κείμενο διαβούλευσης που δόθηκε στη δημοσιότητα αναμέναμε να είναι ένα βαρύνουσας σημασίας ντοκουμέντο που θα αναλύει την κατάσταση της εκπαίδευσης στην Ελλάδα και θα χαράσσει προοπτικές. Αντ΄ αυτού προχειρότητα. Ποια επιτροπή με γνώση και κύρος ανέλαβε την προετοιμασία των ιστορικών αυτών μεταρρυθμίσεων; Εχει ονοματεπώνυμο; Ή γράφεται με τη μέθοδο copypaste; Πάντως είναι τρεις οι βασικές ιδέες που προτείνονται για το νέο Πανεπιστήμιο. Μία απολύτως κακή, μία υπό όρους καλή ή κακή, και μία καλή.
Απολύτως κακή είναι η μεταφορά του μοντέλου της εργασιακής επισφάλειας στο Πανεπιστήμιο με την καταδίκη του νέου επιστημονικού δυναμικού να διδάσκει αλλά χωρίς δυνατότητα επιστημονικής έρευνας, με τη μετατροπή του σε delivery λέκτορες χωρίς προοπτικές. Αλλά τα πρώτα χρόνια ενός ερευνητή είναι τα πιο παραγωγικά και πρωτότυπα, κάτι που πολλαπλασιασμένο αφορά συνολικά την ανάταξη της έρευνας στην Ελλάδα. Βέβαια, διαφυλάσσονται ακέραια τα προνόμια των «εντός», με κλειστές εξελίξεις ή με δικαίωμα να επιλέξουν οι τακτικοί καθηγητές αν επιθυμούν να κρίνονται ή όχι! Η υπό όρους καλή ή κακή ιδέα είναι η εξασφάλιση της αυτονομίας και της ισχυρής διοίκησης του Πανεπιστημίου. Είναι παράδοξο οι καλύτεροι διαχειριστές της ελληνικής οικονομίας σήμερα (βλ. Ράπανος, Στουρνάρας, Χριστοδουλάκης, Χαρδούβελης κ.ά.) να προέρχονται από το Πανεπιστήμιο, και το ίδιο να προκηρύσσει θέσεις πρυτάνεων ανά τα πέρατα της Γης. Το ζήτημα είναι να εξασφαλιστούν οι συνθήκες εκλογής άξιων ανθρώπων, και να γίνει η διεύθυνση του Πανεπιστημίου ελκυστική και όχι απωθητική για σοβαρούς ανθρώπους με φιλόδοξες ιδέες. Το επιχείρημα ο πρύτανης να μην εξαρτάται από εκείνους που τον εκλέγουν, αν εφαρμοζόταν στους δήμους θα σήμαινε προκήρυξη των θέσεων δημάρχων, και στην κλίμακα της χώρας θα έπρεπε να προκηρύσσεται ακόμη και η θέση του Πρωθυπουργού. Εκφράζουν βαθιά δυσπιστία προς την αρχή της δημοκρατίας παρόμοιες ιδέες. Είναι όμως θετική η αποδέσμευση από το δημόσιο λογιστήριο, αρκεί η αυτοδιαχείριση των χρημάτων από το Πανεπιστήμιο να μην καταλήξει σε αυτοδιαχείριση της φτώχειας και στην επιβολή διδάκτρων.
Τέλος, η καλή ιδέα είναι η δυνατότητα αναδιοργάνωσης προγραμμάτων, σχολών και τμημάτων. Ο τρόπος με τον οποίο οργανώνονται τμήματα και προγράμματα στο Πανεπιστήμιο είναι απίστευτος. Δίπλα σε εξαιρετικά προγράμματα υπάρχουν ιδιοτελή σκουπίδια, δίπλα σε τμήματα με εύρος σχολής υπάρχουν τμήματα-οικογενειακά μικρομάγαζα. Μια αναδιοργάνωση σε σχολές, τμήματα και δικτυώσεις προγραμμάτων θα αναδείκνυε μια τρομερή δυναμική, αν το Πανεπιστήμιο αποδεσμευθεί από τη βολή, τα μικροσυμφέροντα και τις επιστημονικές αδράνειες. Θα έδινε επίσης τη δυνατότητα στους φοιτητές να επιλέξουν και να συγκροτήσουν τα προγράμματα που τους ταιριάζουν.
Υπάρχει ασφαλώς αντίδραση σ΄ αυτές τις προτάσεις. Εν μέρει είναι μεταφερόμενη από τη γενική δυσανεξία και το άγχος ότι η χώρα κατολισθαίνει από το κακό στο χειρότερο. Εν μέρει εκφράζουν την προσκόλληση στα προνόμια και στη συντήρηση. Τέλος, πολλοί ανακάλυψαν τη νοσταλγία του χουμπολτιανού Πανεπιστημίου και της αδέσμευτης έρευνας, τα οποία ουδέποτε υπήρξαν με τον νοσταλγικό τρόπο που τα φαντάζονται τώρα. Ολες αυτές οι αντιδράσεις θυμίζουν ναυαγό που αγκαλιάζει τα κύματα για να επιπλεύσει. Δεν είμαι αισιόδοξος για την πορεία της χώρας. Θεωρώ όμως ότι το αντίδοτο στη μελαγχολία είναι η δράση. Και το αντίδοτο στην τριτοκοσμική υποβάθμιση της χώρας και της πλειοψηφίας των κατοίκων της είναι η δράση για μια καλή, δημόσια, ανοιχτή σε όλους και ανοιχτή στον κόσμο εκπαίδευση.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.