Ελλάς- Ιταλία. Η «La Repubblica» του περασμένου Σαββάτου έχει στην πρώτη σελίδα ένα σπουδαίο άρθρο για τις εξεγέρσεις των νέων και την ανάγκη της ποίησης με τίτλο «Αυτά τα παιδιά πάνω στη στέγη μιας χώρας χωρίς ποιητές». Ως γνωστόν, οι φοιτητές της Ιταλίας βρίσκονται σε αναβρασμό διαμαρτυρόμενοι για τις αλλαγές στο εκπαιδευτικό και καταλαμβάνουν τις στέγες των πανεπιστημίων. Ο συντάκτης του άρθρου αναρωτιέται γιατί δεν υπάρχουν σημερινοί ποιητές, όπως παλαιότερα ο ΠιερΠάολο Παζολίνι ή η Ελσα Μοράντε, για να γράψουν και να εμπνεύσουν τους νέους που διαμαρτύρονται. Σκέπτεται μήπως πρέπει οι Ιταλοί να στραφούν στους νεοέλληνες ποιητές (όπως στον Καβάφη) και να εμπνευστούν από αυτούς. Ο ίδιος συντάκτης αναφέρεται σε μια ανθολογία του οίκου Μondadori, της σειράς «Ι Μeridiani», που μόλις κυκλοφόρησε στην Ιταλία με τίτλο «Η ελληνική ποίηση στον 20ό αιώνα». Κατά σύμπτωση το βιβλίο αυτό μόλις είχε φτάσει στα χέρια μου σταλμένο από τον φίλο Νικόλα Κροτσέτι που επιμελήθηκε και μετέφρασε μαζί με τον Φιλίππο Μαρία Ποντάνι σε έναν κομψό τόμο 1.896 σελίδων τους περισσότερους έλληνες ποιητές του 20ού αιώνα.
Το άρθρο στη «La Repubblica» συνεχίζει λέγοντας ότι στην Ελλάδα υπάρχει ένας στενός δεσμός με την ποίηση, ότι οι Ελληνες εμπιστεύονται την ποίησή τους. Σημειώνει ότι στη χώρα αυτή (την Ελλάδα) το ζήτημα της γλώσσας, ιδίως η επιλογή των λέξεων, ήταν ipso facto μια επιλογή πολιτικής ευθύνης. Η ιστορία της ποίησης είναι στην ουσία μια πολιτική ιστορία της Ελλάδας και εμμέσως της Ιταλίας.
Στη χώρα μας, τελειώνει το άρθρο, είχαμε μια εξεζητημένη λυρική άνθηση, ποιήματα σαν Αφροδίτες με ρίμελ. Μια ποιήτριά μας έχει δηλώσει «Χάνουμε τον ενθουσιασμό μας, τα ποιήματά μου δεν θα αλλάξουν τον κόσμο», ενώ ένας άλλος ποιητής είχε πει «Τα ποιήματά μας είναι απλώς καντσονέτες». Να όμως, λέει ο συντάκτης του άρθρου, πώς θέτει το ίδιο ζήτημα ο έλληνας ποιητής Τίτος Πατρίκιος στο ποίημά του «Οι στίχοι 3»: «Κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα/ είχα γράψει πριν από χρόνια/ κι ως σήμερα μου το καταλογίζουν./ Ομως οι στίχοι κάνουν τη δική τους δουλειά/ δείχνουν τα καθεστώτα, τα κατονομάζουν/ ακόμα κι όταν πάνε να εξωραϊστούν/ ν΄ ανακαινίσουν λίγο τη βιτρίνα/ ν΄ αλλάξουν επωνυμία και ταμπέλα…».
Το άρθρο καταλήγει: Τα παιδιά που θα μελετήσουν ελληνικά είναι τυχερά, έτσι δεν είναι;».