Είναι λίγο περίεργος αυτός ο νέος άνεμος επενδύσεων που πνέει στα πανιά της κυβέρνησης. Εκεί που δεν ήθελαν να μας δουν οι επενδυτές, τώρα καταφθάνουν στην Αθήνα, ο ένας μετά τον άλλον. Πρώτοι μάς ήλθαν οι εμίρηδες του Κατάρ, ακολούθησαν οι κομμουνιστές επιχειρηματίες από την Κίνα και ποιος ξέρει ποιος θα ακολουθήσει μετά τους βιομηχάνους του Λιβάνου και τον πρωθυπουργό της Λιβύης.
Σίγουρα δεν έχουν γοητευθεί από τη χώρα. Την απέφευγαν επί δεκαετίες και ούτε η οικονομία της ανέκαμψε ούτε η γραφειοκρατία της βελτιώθηκε.
Το τι συμβαίνει στα αλήθεια το αποκάλυψε η πρόεδρος των τούρκων βιομηχάνων που μίλησε πριν από μία εβδομάδα στο «Βήμα». «Οπου υπάρχει κρίση, είναι ευκαιρία για μπίζνες» είχε πει η κυρία Ουμίτ Μποϊνέρ. Ή, όπως λέμε εμείς οι Ελληνες, «στην αναμπουμπούλα χαίρεται ο λύκος». Ολοι αυτοί οι κύριοι μύρισαν «ψητό» και άρχισαν να μας επισκέπτονται με δώρα και υποσχέσεις για σωτηρία.
Ας μη χαίρονται λοιπόν στην κυβέρνηση, όσοι διαπιστώνουν ενδιαφέρον άλλων χωρών για επενδύσεις. Στην πραγματικότητα μας έχουν πλησιάσει μιας άλλης κατηγορίας κερδοσκόποι, οι οποίοι ελπίζουν ότι θα αγοράσουν κοψοχρονιά τα εθνικά μας φιλέτα, νομίζοντας ότι τώρα που τη βγάζουμε δύσκολα, ξεπουλάμε τα πάντα κι όσο όσο.
Το ζήτημα είναι τι απαντά σε όλους αυτούς το Μέγαρο Μαξίμου. Γιατί αν τους απαντά ότι η χώρα αναζητεί στρατηγικούς συμμάχους και όχι αποικιοκράτες, τότε όλα είναι καλά.
Αν όμως έχει γοητευθεί από τα αστραφτερά χαμόγελα των ξένων, τότε δεν πάμε καθόλου καλά.
Γιατί όταν ήταν το ΠαΣοΚ στην αντιπολίτευση, υποστήριζε ότι τίποτε δεν πρέπει να πωλείται χωρίς διαγωνισμό. Δεν είδαμε όμως κανέναν διαγωνισμό, ούτε για την επένδυση των Καταρινών στον Αστακό ούτε για τη φημολογούμενη επένδυση των Κινέζων στο Θριάσιο Πεδίο και στον ΟΣΕ. Μήπως λοιπόν αρχίσαμε να ξεπουλάμε όσο όσο;