Αποφασισμένη να επιμείνει στον πόλεμο κατά των κερδοσκόπων δηλώνει η κυβέρνηση, επιδιώκοντας τη συνεργασία της ΕΕ και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να συντονίσουν τις δράσεις τους και να θωρακίσουν το ευρώ.
Μία ημέρα μετά τη συνέντευξη του κ. Γ. Παπανδρέου στο CΝΝ, όπου έμεινε ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής κατά αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών, το Μέγαρο Μαξίμου υπογράμμιζε ότι με την αναφορά του αυτή ο Πρωθυπουργός ήθελε να καταστήσει την Ελλάδα μέρος της συζήτησης που εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Συνεργάτες του όμως τόνιζαν ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάτι πιο συγκεκριμένο σε αυτή την κατεύθυνση. Σχετική ερώτηση υποβλήθηκε και στον κυβερνητικό εκπρόσωπο κ. Γ. Πεταλωτή , ο οποίος είπε ότι σκοπός ήταν να αρχίσει μιασυζήτηση για το πώς μπορούμε να προσφύγουμε σε δικαστικό επίπεδο κατά αυτών των κερδοσκοπικών εταιρειών, προσθέτοντας όμως: «Αυτή είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση. Τα πράγματα σαφώς και είναι σύνθετα.Απλώςο Πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα ότι αυτές οι κερδοσκοπικές πλέον επιθέσεις θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης, ειδικά από την ΕΕ».
Η γερμανική εφημερίδα «Ηandelsblatt» δημοσίευσε χθες συνέντευξη του κ. Παπανδρέου και μία από τις ερωτήσεις αφορούσε τα θέματα διαφθοράς και το ενδεχόμενο φυλάκισης των υπευθύνων. Ο Πρωθυπουργός απάντησε ότι «δεν μπορώ να αποφασίσω εγώ γι΄ αυτό, αυτό πρέπει να το κάνει η Δικαιοσύνη» , υπενθύμισε όμως ότι μία από τις περιπτώσεις που διερευνά το ελληνικό Κοινοβούλιο αφορά τις καταγγελίες για «υποτιθέμενες» , όπως αναφέρει, δωροδοκίες της Siemens.
Ο κ. Παπανδρέου επανέφερε και το θέμα της ρύθμισης των αγορών και υπενθύμισε την κοινή επιστολή του ιδίου, της κυρίας Ανγκελα Μέρκελ και των κκ. Νικολά Σαρκοζί, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Μπαράκ Ομπάμα , με την οποία πρότειναν να κλείσει η αγορά των Credit Default Swaps (CDS). Ο κ. Παπανδρέου πάντως επανέλαβε στη συνέντευξή του ότι η Ελλάδα λειτούργησε ως πείραμα των κερδοσκόπων και σημείωσε πως το δίδαγμα από την κρίση είναι ότι στην Ευρώπη «πρέπει τώρα να προχωρήσουμε στις αναγκαίες δομικές μεταρρυθμίσεις, για να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε καλύτερα τέτοιες καταστάσεις».
Ο Πρωθυπουργός απέρριψε πάντως το επιχείρημα ότι η διστακτική στάση της καγκελαρίου Μέρκελ ενθάρρυνε τους κερδοσκόπους και όξυνε την κρίση, και τόνισε: «Δεν θέλω να επιρρίψω ευθύνη σε κανέναν. Με την Ανγκελα Μέρκελ έχω μια πολύ καλή πολιτική και προσωπική συνεργασία. Συνέβαλετελικάκατά πολύ στην εξεύρεση της τωρινής λύσης». Πρόσθεσε όμως: «Στην κρίση αυτή ζήσαμε και τις αδυναμίες, αλλά και τα δυνατά σημεία της ΕΕ των 27 κρατών-μελών και της ευρωζώνης των 16 μελών. Καθεμία χώρα έχει τα δικά της δεδομένα και τη δική της κοινή γνώμη, την οποία πρέπει να λαμβάνει υπόψη της. Ετσι λειτουργεί η δημοκρατία».
Σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό τομέα και τον τρόπο λειτουργίας του, ο κ. Παπανδρέου σημείωσε πως αναζητεί μια απάντηση στο ερώτημα «τι σημαίνει όταν λέμε “too big to fail”;». Είπε χαρακτηριστικά: «Δεν σημαίνει χρειαζόμαστε μικρότερες τράπεζες; Και τι κάνουν μετά αυτές οι τράπεζες; Βρισκόμαστε μπροστά στην κατάστασηκυβερνήσεις να στηρίζουν τράπεζες με βοήθεια δισεκατομμυρίων, οι τράπεζες να δίνουν τα χρήματα στα hedge funds, και τα hedge funds να κερδοσκοπούν εις βάρος των κρατών. Αυτό δεν είναι δίκαιο. Και είναι οικονομικά επιζήμιο».