Η Ελβετία, μια χώρα των Αλπεων με 7,8 εκατ. κατοίκους, και η Ισλανδία, ένα ηφαιστειακό νησί στον Βόρειο Ατλαντικό μόνο με 317.630 κατοίκους, έχουν κάτι κοινό: τράπεζες που καθιστούν την υπόλοιπη οικονομία τους ασήμαντη. Η τραπεζική αυτή «συγγένεια» με την Ισλανδία ανησυχεί τις Ρυθμιστικές Αρχές της Ελβετίας από τότε που η μικρή νησιωτική οικονομία κατέρρευσε κάτω από το χρέος που είχαν συσσωρεύσει οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζές της στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Οι ελβετικές Αρχές βιάζονται έτσι πολύ περισσότερο από τους Αμερικανούς και τους άλλους Ευρωπαίους για να θωρακίσουν από τους κινδύνους τον τραπεζικό κλάδο τους. Τις δύο μεγαλύτερες τράπεζές τους συγκεκριμένα, τη UΒS και την Credit Suisse.
«Η Ελβετία αντιμετωπίζει ένα μείζον πρόβλημα του τύπου “πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει”. Ενα πρόβλημα ανάλογο με εκείνο που απέτυχε να αντιμετωπίσει η Ισλανδία» σημειώνει ο Ουρς Μπίρχλερ, καθηγητής στο Ελβετικό Τραπεζικό Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης και πρώην σύμβουλος χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην κεντρική τράπεζα της Ελβετίας. Κατά τον ελβετό ειδικό, «αυτό θα μπορούσε να πλήξει την Ελβετία ως οικονομία και ως δημοκρατία». Θέτει υπό αμφισβήτηση δηλαδή ακόμη και την κρατική υπόσταση της χώρας. Η UΒS και η Credit Suisse έχουν η καθεμία ενεργητικό άνω του 1 τρισ. ελβετικών φράγκων (900 δισ. δολάρια), δηλαδή το διπλάσιο από το μέγεθος της ελβετικής οικονομίας. Οι κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας που έχουν ήδη επιβληθεί στις δύο τράπεζες συγκαταλέγονται στις προτάσεις που συζητεί η Επιτροπή της Βασιλείας, το διεθνές κέντρο των κεντρικών τραπεζών. Μια ομάδα ειδικών που διορίστηκε από την ελβετική κυβέρνηση εξετάζει τρόπους για να μπορέσουν οι δύο τράπεζες να αντιμετωπίσουν μια κατάρρευση ισλανδικού τύπου.
Η UΒS και η Credit Suisse θα πρέπει να ετοιμάσουν σχέδια για να διαχωρίσουν τις μονάδες τους που είναι σημαντικές για την επιβίωσή τους από τις μονάδες τους οι οποίες θα μπορούσαν να χρεοκοπήσουν χωρίς να καταρρεύσει ολόκληρος ο όμιλος. Η περίπλοκη δομή των μεγαλύτερων ελβετικών τραπεζών «καθιστά τη χρεοκοπία τους πολύ πιο δύσκολη, αλλά αυξάνει το κόστος όσων έχουν επενδύσει σε αυτές και βρεθούν εκτεθειμένοι» δήλωσε ο Πάτρικ Ρααφλάουμπ, της ελβετικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι ελβετικές Αρχές αναζητούν τρόπους για να μπορέσουν να κατατμηθούν περισσότερο προτού φθάσουν σε χρεοκοπία, εξήγησε.
Η Ελβετίαδιέσωσε τη UΒS το 2008, επενδύοντας 6 δισ. ελβετικά φράγκα μέσω ενός εθνικού τραπεζικού ταμείου. Ετσι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση βοήθησε την τράπεζα να διαγράψει απαξιωμένα τοξικά ομόλογα 39 δισ. δολαρίων που κατείχε. Λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα το κράτος πούλησε τη συμμετοχή του στη UΒS καταγράφοντας κέρδος 1,2 δισ. φράγκων. Η Credit Suisse δεν δέχτηκε κρατική ενίσχυση. Αλλά «την επόμενη φορά το κράτος θα αφήσει μια αποτυχημένη τράπεζα να χρεοκοπήσει» προειδοποίησε ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας της Ελβετίας Τόμας Τζόρνταν. «Ασφαλώς δεν μπορείτε ποτέ να εκμηδενίσετε τελείως τον κίνδυνο για το κράτος», είπε ο Μανουέλ Αμάν καθηγητής στο Ινστιτούτο Τραπεζικής του Πανεπιστημίου του Σεν Γκάλεν, «αλλά μπορείτε να το μετριάσετε» και ορισμένα από τα προτεινόμενα νέα εργαλεία «μοιάζουν ελπιδοφόρα». Η ελβετική κυβέρνηση ζήτησε από την ομάδα των ειδικών την περασμένη εβδομάδα να έχει καταλήξει στην τελική της έκθεση ως τις 31 Αυγούστου, με στόχο να υιοθετηθούν ως τα τέλη της χρονιάς.
«Είναι αλήθεια ότι η UΒS και η Credit Suisse θα αποκτήσουν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα αν οι άλλες χώρες δεν υιοθετήσουν αντίστοιχους κανόνες για τις τράπεζές τους. Αλλάη Ελβετία δεν είναι σε θέση να αναλάβει ξανά το βάρος της διάσωσης των τραπεζών της» είπε ο Μπίρχλερ, ο οποίος ετοιμάζει για λογαριασμό του ελβετικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος έκθεση με προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις του τραπεζικού συστήματος. «Η αρχή “υπερβολικά μεγάλη για να χρεοκοπήσει” έχει πάψει να ισχύει τα τελευταία χρόνια και για τις τράπεζες και για τις χώρες » τόνισε ο ελβετός καθηγητής.