Μεταξύ 1,2 και 1,4 δισ. ευρώ υπολογίζει η Ηellastat ότι θα είναι τα έσοδα του Δημοσίου από τη νέα έκτακτη εισφορά στα κέρδη των ΑΕ και των ΕΠΕ του 2009, που όπως είναι γνωστό θα καταβληθεί από το 2011.
Σύμφωνα με τη Ηellastat, μόνο από το 10% (περίπου 3.500) των 35.000 ΑΕ και ΕΠΕ που έχουν δημοσιεύσει οικονομικά αποτελέσματα για το 2009 προκύπτει ότι η εισφορά θα ανέλθει στα 560 εκατ. ευρώ, πλέον των 1,8 δισ. ευρώ της προβλεπόμενης γι΄ αυτές τις εταιρείες φορολογίας εισοδήματος.
Η εκτίμηση αυτή ίσως αποδειχθεί μετριοπαθής, δεδομένου ότι με βάση τα στοιχεία του 2008 υπάρχουν περίπου 8.000 ΑΕ, ΕΠΕ, ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες επιχειρήσεις (προβλέπεται και για τις δύο τελευταίες κατηγορίες έκτακτη εισφορά) που είχαν κέρδη άνω των 100.000 ευρώ.
Η χαμηλή εκτίμηση του υπουργείου για έσοδα 600 εκατ. ευρώ τον πρώτο χρόνο της έκτακτης εισφοράς ίσως οφείλεται στην πρόβλεψη του νομοσχεδίου ότι τα προς φορολόγηση κέρδη δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το διπλάσιο του μέσου όρου των κερδών των δύο προηγούμενων χρήσεων, θέτοντας δηλαδή στην πράξη ένα πλαφόν στη φορολογική επιβάρυνση για όσες επιχειρήσεις έχουν διακύμανση των κερδών ή πέρασαν το 2009 σε σημαντική κερδοφορία, σε αντίθεση με τα προηγούμενα έτη.
Δηλαδή, με αυτόν τον «αστερίσκο» είναι πιθανό η ΔΕΗ να μην πληρώσει εισφορά για το 2009, αφού το 2008 και το 2007 είχε ζημιές. Αλλά και πάλι αν μόνο από τις 3.500 ΑΕ και ΕΠΕ- εκ των οποίων οι 1.000
κερδοφόρες- που έχουν δημοσιεύσει ισολογισμό έχουν «μαζευτεί» ήδη 560 εκατ. ευρώ προκύπτει ότι και τα 1,2-1,4 δισ. ευρώ που αναφέρει η Ηellastat υπό ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να ξεπεραστούν.
Στην ανάλυση της Ηellastat ΑΕ αναφέρεται ότι τρέχοντας το ίδιο σενάριο, με βάση τα αποτελέσματα του 2008, τα συνολικά έσοδα από την έκτακτη εισφορά για τις ΑΕ και τις ΕΠΕ (πάλι δεν υπολογίζει ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες) εκτιμάται ότι θα ανέρχονταν σε 1,3 δισ. ευρώ.
Ο κ. Χρ.Γιαννακόπουλος, επικεφαλής Ερευνας και Ανάπτυξης της Ηellastat, εκτιμά ότι σε σύγκριση με την προηγούμενη έκτακτη εισφορά, η οποία επιβλήθηκε επί των κερδών του 2008, η παρούσα ρύθμιση είναι σαφώς πιο δίκαιη, με την έννοια ότι:
α) Προβλέπει σχεδόν καθολική συμμετοχή των κερδοφόρων επιχειρήσεων (όριο οι 100.000 ευρώ) και δεν περιορίζεται σε μικρό αριθμό πολύ κερδοφόρων επιχειρήσεων.
β) Χρησιμοποιεί προοδευτική κλίμακα για τον υπολογισμό του έκτακτου φόρου.
γ) Θέτει δικλίδα ασφαλείας ώστε οι επιχειρήσεις να είναι ουσιαστικά κερδοφόρες την τελευταία 3ετία, λύνοντας το πρόβλημα των έκτακτων κερδών ή περιπτώσεων εταιρειών που πέρασαν στην κερδοφορία ύστερα από ζημιογόνες χρήσεις.
δ) Διαμορφώνει έναν μεσοσταθμικό φορολογικό συντελεστή της τάξεως του 35% για τις πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις, χαμηλότερο δηλαδή από την ανώτατη κλίμακα που ισχύει για φυσικά πρόσωπα και ατομικές επιχειρήσεις. Συνολικά στο υπό εξέταση δείγμα ο συνολικός φορολογικός συντελεστής διαμορφώνεται κατά μέσον όρο στο 29,4%.
Από την άλλη πλευρά, οι ερευνητές της Ηellastat υπολογίζουν ότι το μέτρο αυτό είναι αναμφίβολα αντιαναπτυξιακό και δεν λαμβάνει υπόψη του τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται για τις ελληνικές επιχειρήσεις την επόμενη 3ετία. Κατά συνέπεια, τα παραπάνω σχόλια γίνονται υπό το πρίσμα ότι είναι αναπόφευκτη η αναζήτηση γρήγορων εισπρακτικών λύσεων. Θα πρέπει να αναγνωριστεί όμως ότι οι εταιρείες με βιβλία Γ΄ κατηγορίας και δη οι ΑΕ και οι ΕΠΕ όταν πρόκειται για την ενίσχυση των κρατικών εσόδων αποτελούν εύκολη λεία ή «quick win» για το υπουργείο Οικονομικών.