Δεν στέκει συζήτηση με θέμα αν πρέπει να απεργούν οι δημοσιογράφοι όταν απεργούν όλοι οι άλλοι κλάδοι. Αυτό είναι αυτονόητο. Το ρεπορτάζ πρέπει να τρέχει και οι συντάκτες να καλύπτουν κάθε λεπτό διαμαρτυρίας, να αναδεικνύουν τα αιτήματα, να διαφωτίζουν για τυχόν δυσάρεστη τροπή των γεγονότων. Οι δημοσιογράφοι μπορούν να απεργούν τις ήρεμες και αδιάφορες ημέρες, αλλά είναι μάλλον παράδοξο να νομίζουν ότι αγωνίζονται και κάνουν συνδικαλισμό όταν συμβάλλουν στη συσκότιση. Δεν μπορούν να νιώθουν μπροστάρηδες της επανάστασης όταν κάνουν το χατίρι των εργοδοτών να κουκουλώνουν την οργή. Αλλωστε υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι διαμαρτυρίας. Θα μπορούσαν να κάνουν κατάληψη σε μερικές σελίδες τις εφημερίδας τους και να δημοσιεύουν αυτά που υποστηρίζει το συνδικάτο. Θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν τη δύναμη της ενημέρωσης και να χαρίσουν σελίδες σε όποιον θέλει να δημοσιεύσει τις απόψεις του. Αυτά όλα σε θεωρητικό επίπεδο, για όσους ζουν εκτός πραγματικότητας. Ο κόσμος έχει αλλάξει, μαζί και η ενημέρωση.

Ο δημοσιογράφος μπορεί να είναι υπάλληλος που πλήττεται, όμως η ενημέρωση δεν ξέρει από υπαλληλίκια. Στο παιχνίδι έχουν μπει οι ειδησεογραφικοί μπλόγκερ που ανεξάρτητα από την επαγγελματική τους ταυτότητα (γιατί μπορούν να έχουν άλλες ιδιότητες, όμως παράλληλα αρθρογραφούν και μεταφέρουν εικόνες όπως τις βλέπουν) είναι αφεντικά του εαυτού τους και κυρίως της ιστοσελίδας τους. Εχουν πάρει στα χέρια τους ένα αξιοσέβαστο μέρος της ενημερωτικής πίτας χωρίς να κολλάνε τα ένσημα του σιναφιού. Αλλωστε τα Ταμεία και οι ενώσεις συντακτών τούς περιφρονούν. Δεν μπορεί κάποιος να νομιμοποιηθεί ως «αληθινός» δημοσιογράφος αν δεν έχει ένα παραδοσιακό αφεντικό. Ο μπλόγκερ λοιπόν δεν έχει την ηθική υποχρέωση να σιωπήσει, παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα αυτό κάνει με ελεύθερη βούληση.

Πάντως, αν οι μπλόγκερ έκαναν κέφι, θα κατέστρεφαν όλες τις εθνικές απεργίες. Θα μπορούσαν να ανεβάζουν στις ιστοσελίδες τους όλες τις λεπτομέρειες από τις κινητοποιήσεις θέτοντας σε εγρήγορση τους αναγνώστες τους. Με αυτόν τον τρόπο θα ικανοποιούσαν το αίτημα των υποψιασμένων πολιτών: να μάθουν τι διαστάσεις έχει η κινητοποίηση, την ίδια ημέρα της γενικευμένης αντίστασης.

Μια άλλη παράμετρος έχει να κάνει με το παγκόσμιο χωριό. Οποιος θέλει να δει ειδήσεις που αφορούν τις πορείες, τη συμμετοχή και τα επεισόδια, θα τις δει στις ξένες τηλεοράσεις, θα τις διαβάσει στα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία. Ενα κουτσοαγγλικό όλοι το έχουν κατοχυρώσει, αλλά ακόμη κι αν ομιλούν αποκλειστικά τα ντόπια, θα δουν τις εικόνες στο CΝΝ. Η είδηση δεν εγκλωβίζεται μέσα στα γεωγραφικά όρια, απλώς ο ξένος ανταποκριτής ίσως να μην έχει την πείρα να αξιολογήσει αυθωρεί τα συμβάντα. Ο ξένος ίσως να μην μπορεί να ξεχωρίσει στα εκατό μέτρα μακριά τη βίαιη σύγκρουση του ΠΑΜΕ με την Αστυνομία από την άναρχη επίθεση των αναρχοαυτόνομων. Από μια μεγάλη πορεία στην οποία συμμετέχουν δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές μπορεί να δημιουργηθούν ανεξέλεγκτες φήμες, σαν τις χθεσινές. Το μεσημέρι χθες ένας τραγικός απολογισμός δημιούργησε ένα τραγικό κύμα παραπληροφόρησης.

Γιατί επιμένουν οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων να καλούν σε απεργία τη μόνη ημέρα που έχουν το χρέος να δουλέψουν; Γιατί οι δημοσιογράφοι έχουν χάσει την αξιοπιστία τους. Αν δεν απεργήσουν μαζί με όλους τους άλλους, φοβούνται μη χαρακτηριστούν «αντιδραστικοί». Δεν είναι τυχαίο ότι οι εκπρόσωποι του Τύπου αντιμετωπίζονται ως ρουφιάνοι της εξουσίας. Δεν είναι λίγοι αυτοί που περνούν στην απέναντι μεριά, που καλύπτουν ένα ρεπορτάζ και ταυτόχρονα αναλαμβάνουν τα γραφεία Τύπου εκείνων που θεωρητικά κρίνουν. Σε αυτές τις θεωρίες δεν ευσταθεί η απάντηση ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είναι υπάλληλοι του χιλιάρικου, που τα φέρνουν βόλτα εξίσου δύσκολα με όλους τους άλλους που βγαίνουν στον δρόμο. Ανεξαρτήτως απολαβών, οι επαγγελματίες της ενημέρωσης τηρούν τη δεοντολογία και τούτο θα φαινόταν ακόμη καλύτερα αν δεν υπήρχε μια μάλλον κομπλεξική τοποθέτηση απέναντι στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων.