«Δεν μπορούμε να δεχθούμε τη νομοτέλεια του δημόσιου χρέους ενός κράτους της ευρωζώνης ούτε την αποχώρηση ενός μέλους από τη ζώνη αυτή. Γι΄ αυτό ας κρατήσουμε μαζί με τα δυο χέρια το πηδάλιο της σωστικής λέμβου». Την παρατήρηση αυτή, η οποία απευθυνόταν προς τη Γερμανία της Ανγκελα Μέρκελ, έκανε στο περιοδικό «Le Ρoint» ο Βαλερί Ζισκάρ ντ΄ Εστέν. Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας, ο οποίος μαζί με τον καγκελάριο Χέλμουτ Σμιντ αποτέλεσαν υποδειγματικό ζεύγος προς όφελος της Ευρώπης, είναι, όπως και ο Ζακ Ντελόρ, αρκετά ανήσυχος για το μέλλον της ΕΕ και της ευρωζώνης με αφορμή τις περιπέτειες της Ελλάδας. Προκειμένου να μπορέσει να εισακουστεί ο Βαλερί Ζισκάρ ντ΄ Εστέν πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει μια ευρωπαϊκή Γερμανία. Τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων είναι εξουθενωτικά. Ολα ξεκίνησαν με μια δήλωση πολιτικής αρχής η οποία νομίζαμε ότι ήταν αρκετά στιβαρή, με υποσχέσεις αλληλεγγύης προς την Ελλάδα. Υποσχέσεις τις οποίες είχε επιδιώξει το Μέγαρο των Ηλυσίων και που για ένα μικρό διάστημα ήταν αρκετές για να ηρεμήσουν τα πράγματα. Στη συνέχεια, προς έκπληξη όλων, οι γερμανικές δηλώσεις έγιναν όλο και λιγότερο αλληλέγγυες, όλο και πιο απαιτητικές απέναντι σε μια Ελλάδα που δεν μπορεί αλλά… Ο τελευταίος συμβιβασμός, σύμφωνα με τον οποίο δεχθήκαμε την αρχή μιας ευρωπαϊκής βοήθειας υπό τον όρο να αναμειχθεί το ΔΝΤ, μοιάζει ξεπερασμένος από τις νέες απαιτήσεις που διατύπωσε κυρίως ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών.

Η Ελλάδα έλαβε δρακόντεια μέτρα που αγγίζουν όλα τα τμήματα του πληθυσμού με πρώτο τον δημόσιο τομέα και τα οποία μπορούμε να θεωρήσουμε αρκετά επίπονα. Αποτέλεσμα, ο τοίχος πλησιάζει, η προοπτική μιας στάσης πληρωμών από την Ελλάδα δεν φαντάζει πλέον ως υπόθεση εργασίας και ο έλληνας υπουργός Οικονομικών υπενθυμίζει ότι στις 19 Μαΐου πρέπει να αποπληρώσει χρέη ύψους 9 δισ. τα οποία του παραχωρήθηκαν με απαγορευτικό επιτόκιο.

Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα. Το πρώτο συνίσταται στο να συνδέσουμε την όλο και πιο αυστηρή στάση της Ανγκελα Μέρκελ με τις περιφερειακές εκλογές της 9ης Μαΐου. Διακυβεύεται η πολιτική διαμόρφωση του μεγαλύτερου από τα γερμανικά κρατίδια, της Ρηνανίας-Βόρειας Βεστφαλίας. Η καγκελάριος προσπαθεί να αποφύγει την ήττα του κόμματός της από το SΡD, ήττα που θα μπορούσε να της στερήσει την πλειοψηφία στην Μπούντεσρατ προκαλώντας τυχόν παράλυση στην κυβέρνησή της. Είναι όμως πρόθυμη να εκπληρώσει τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της μετά το πέρας των εκλογών.

Το δεύτερο ενδεχόμενο, πολύ πιο ζοφερό, είναι πως η εχθρότητα της γερμανικής κοινής γνώμης, σήμερα προς την Ελλάδα, αύριο προς οποιαδήποτε άλλη συγκυρία, θα προκαλέσει μια απόκλιση από την ΕΕ θανάσιμη γι΄ αυτή την τελευταία. Τούτη θα ήταν η νίκη του λαϊκισμού σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Με τον ίδιο τρόπο που η Λέγκα του Βορρά αρνείται οι πλούσιες περιοχές να πληρώνουν για τον φτωχό Νότο, η πλούσια Γερμανία απαρνείται το θεμέλιο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, την αλληλεγγύη.

Ερώτηση: Πώς αυτό που ήταν στην αρχή μια αίσια εκδήλωση αλληλεγγύης και υπευθυνότητας κατέληξε με το πέρασμα των εβδομάδων μια διαμάχη που ρέπει προς την καταστροφή; Είναι αποδεκτό να εξαρτάται η τύχη ενός από τα κράτη-μέλη της ΕΕ και μαζί η τύχη ολόκληρης της Νομισματικής Ενωσης από το εκλογικό σώμα μιας από τις περιοχές της ΕΕ, αναμφισβήτητα σημαντικής αλλά της οποίας οι εκλογές απέχουν πολύ από τη στρατηγική σημασία του νομισματικού διακυβεύματος;

Ακόμη και αν η Ανγκελα Μέρκελ κινηθεί μετά τις 9 Μαΐου, δεν θα είναι ήδη υπερβολικά αργά; Οι ιθύνοντες πρέπει να προσέξουν το εξής: έχουν ραντεβού με την Ιστορία και, αν δεν σωθεί η Ελλάδα, θα κριθούν αυστηρά από αυτήν. Είναι αλήθεια πως το ότι δεχθήκαμε τον κανόνα της ομοφωνίας, δηλαδή το ότι δώσαμε για τα ζητήματα αυτά δικαίωμα βέτο σε καθένα από τα μέλη της ΕΕ (ακόμη και σε εκείνα που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη), ήταν ένα υπέρμετρο ρίσκο το οποίο αντιλαμβανόμαστε σήμερα σε όλο του το εύρος.

Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».