Oι ημέρες των Χριστουγέννων είναι ημέρες απολογισμών, προσωπικών και συλλογικών, υποκειμενικών και αντικειμενικών. Αρκετοί σπεύδουν να αναλάβουν δημοσίως τις ευθύνες τους, άλλοι εκόντες άκοντες και άλλοι αυθορμήτως και απροκλήτως. Και το περίεργο είναι ότι οι πρώτοι χειροκροτούνται, ενώ οι δεύτεροι προκαλούν μάλλον αμηχανία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η εξομολόγηση «απελευθερώνει» τον αμαρτωλό. Ακόμη κι αν περιέχει δηλητηριώδεις αιχμές προς άλλους αμαρτωλούς, οι οποίοι ενδεχομένως δεν είχαν καμία πρόθεση ούτε να απολογηθούν ούτε να εξομολογηθούν. Τέτοιας φύσεως εξομολόγηση- που μοιάζει δηλαδή πολύ με «κάρφωμα»- συνιστά η συνέντευξη που έδωσε στο ΒΒC ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας. Ο σερ Τζον Τζιβ εξαγνίζεται χριστουγεννιάτικα, αποκαλύπτοντας δύο ενδιαφέρουσες ειδήσεις: πρώτον, ότι τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου δύο τραπεζικοί κολοσσοί της Βρετανίας, η ΗΒΟS και η Royal Βank of Scotland, ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης και, δεύτερον, ότι η Τράπεζα της Αγγλίας δεν είχε αντιληφθεί τη σοβαρότητα των οικονομικών προβλημάτων που είχαν ενσκήψει προτού ξεσπάσει η σοβούσα κρίση!

Ω ς γνωστόν, της οικονομικής κρίσεως προηγήθηκε η πιστωτική. Η ΗΒΟS και η RΒS αντιμετώπιζαν εδώ και μήνες προβλήματα εξασφάλισης βραχυπρόθεσμου δανεισμού- πρόκειται για μια πανεύκολη διαδικασία σε καιρούς οικονομικής ευημερίας. Κατά τα λεγόμενα του σερ Τζον, οι δύο τράπεζες σώθηκαν στο «παρά πέντε» χάρη στα χρήματα των βρετανών φορολογουμένων που αποφάσισαν να αποδεσμεύσουν (στις 13 Οκτωβρίου) ο πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν και η Τράπεζα της Αγγλίας για να σταθεροποιήσουν το τραπεζικό σύστημα της χώρας. «Τα χρονικά περιθώρια ήταν εξαιρετικά στενά. Η κυβέρνηση ανακοίνωνε τους όρους παρέμβασής της και οι τράπεζες έπρεπε να αποφασίσουν το συντομότερο δυνατόν αν θα δεχθούν την παρέμβαση αυτή ή όχι» είπε χαρακτηριστικά ο σερ Τζον. Και θυμήθηκε ότι ο επικεφαλής της RΒS σερ Φρεντ Γκούντγουιν του είχε πει τότε ότι δεν έχει καμία διάθεση για να διαπραγματευθεί τους όρους της χορήγησης κρατικής αρωγής στην τράπεζά του καθώς βρίσκεται με το πιστόλι στον κρόταφο! Η RΒS έλαβε τελικώς 20 δισ. στερλίνες σε ρευστά από το συνολικό «πακέτο» των 350 δισ. στερλινών σε δάνεια και εγγυήσεις που αποδέσμευσε ο Μπράουν και οι φορολογούμενοι κατέχουν πλέον μερίδιο 58% στην τράπεζα. Η ΗΒΟS και η Lloyds ΤSΒ, οι οποίες βρίσκονται σε διαδικασία συγχώνευσης, διεκδικούν από κοινού 17 δισ. στερλίνες, με τη μερίδα του λέοντος να καταλήγει στην ΗΒΟS. Καθώς οι μέτοχοι των δύο τραπεζών έχουν εγκρίνει τη συγχώνευση, εκτιμάται ότι στην ενοποιημένη «υπερτράπεζα» που θα δημιουργηθεί το βρετανικό Δημόσιο (δηλαδή οι… φορολογούμενοι, κατά τον σερ Τζον) θα κατέχει μερίδιο άνω του 40%. Εν πάση περιπτώσει, ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μπράουν Αλιστερ Ντάρλινγκ, μιλώντας επίσης στο ΒΒC παραδέχτηκε ότι ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα της χώρας χρειαζόταν κρατική αρωγή για να σωθεί.

«Δεν υπήρχε ούτε ίχνος εμπιστοσύνης στη διατραπεζική αγορά και η εντύπωση που έδιναν οι τράπεζες ήταν ότι η τύχη που θα είχαν,καλή ή κακή,θα ήταν κοινή» είπε χαρακτηριστικά ο Ντάρλινγκ. Oτραπεζίτης σερ Τζον, πάντως, ο οποίος παλαιότερα είχε κατηγορηθεί για ανεπάρκεια στον χειρισμό της κατάρρευσης της τράπεζας Νorthern Rock, δεν δίστασε να κάνει την αυτοκριτική του και βεβαίως να «καρφώσει» εμμέσως πλην σαφώς τον διοικητή Μέρβιν Κινγκ και τους συναδέλφους του στο διοικητικό συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας, λέγοντας ούτε λίγο ούτε πολύ ότι το σύστημα κατέρρεε και αυτοί κοιμούνταν τον ύπνο του δικαίου. «Βλέπαμε τον δανεισμό να έχει φθάσει σε τρελά επίπεδα και τις τιμές των ακινήτων να καλπάζουν ασυγκράτητα και δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι αυτές ήταν τόσο επικίνδυνες εξελίξεις» παραδέχθηκε ο βρετανός τραπεζίτης. Και πρόσθεσε: «Χρειαζόμαστε νέα “εργαλεία”, πέρα από τα επιτόκια, για να διασφαλίσουμε το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία… Επίσης χρειαζόμαστε καλύτερη εποπτεία των προσώπων και ασφαλέστερη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας των τραπεζών».