ΒΕΡΟΛΙΝΟ.

Oι γερμανοί Αυτόνομοι είναι κάθε άλλο παρά ειρηνικοί. Οι ζημιές που προκαλούν κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς στα κέντρα των πόλεων ξεπερνούν εκείνες ενός μεσαίου αμερικανικού τυφώνα. Το καλό με αυτούς είναι ότι δεν έχουν τάση προς μίμηση- ό,τι κάνουν φέρει πάντα το σήμα «made in Germany».

Γιατί αν μιμούνταν τους έλληνες ομοϊδεάτες τους, που βάζουν φωτιά στο χριστουγεννιάτικο δέντρο της πλατείας Συντάγματος, τότε ολόκληρη η Γερμανία θα ήταν παρανάλωμα του πυρός. Τα έλατα που κοσμούν τις χριστουγεννιάτικες αγορές είναι αμέτρητα. Και τα περίπτερα των εκθετών που είναι στημένα γύρω τους είναι φτιαγμένα επίσης από εύφλεκτα υλικά. Μια μολότοφ θα έφθανε για να οδηγήσει τα πάντα σε ολοκαύτωμα.

Μαζί με την πλατεία θα αποτεφρωνόταν βέβαια και ένας σημαντικός εμπορικός κλάδος. Οι χριστουγεννιάτικες αγορές είναι, όπως σε μας οι λαϊκές, αναντικατάστατοι οίκοι εμπορίου. Κι αυτό για πολλούς λόγους. Ο πρώτος είναι η μεγάλη διάρκεια λειτουργίας τους: Οι αγορές ανοίγουν ακριβώς τέσσερις εβδομάδες πριν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μένουν διαρκώς ανοιχτές ως τις 24 Δεκεμβρίου. Και αυτό εξηγεί τον τεράστιο τζίρο τους, που ξεπερνά ετησίως τα 5 δισ. ευρώ. «Μέσα σε έναν μήνα κάνουμε περισσότερες εισπράξεις απ΄ ό,τι όλον τον χρόνο στο κανονικό μαγαζί» λέει έμπορος σε αγορά του Μονάχου. Oδεύτερος λόγος είναι ο αριθμός τους. Στα κατάστιχα της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας καταγράφονται 2.500 και πλέον χριστουγεννιάτικες αγορές. Στην πραγματικότητα όμως είναι πολύ περισσότερες. Στο Βερολίνο, για παράδειγμα, λειτουργούν επισήμως 60 αγορές. Δεν υπάρχει όμως γειτονιά που να μην έχει το δικό της χριστουγεννιάτικο στέκι- ενίοτε μεγαλύτερο και από εκείνο στην πλατεία Συντάγματος. Και το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες γερμανικές πόλεις και κοινότητες.

Ο τρίτος λόγος είναι ο αριθμός των επισκεπτών. Για το 2005 οι στατιστικές τον ανέβασαν σε 160 εκατομμύρια- εξυπακούεται, μόνο στις επίσημες αγορές. Για εφέτος υπολογίζεται ότι θα προσεγγίσει τα 200 εκατομμύρια. Σε αυτό συμβάλλει και ο τουρισμός. Τα καραβάνια των τουριστών κατευθύνονται συνεχώς στις αγορές. Οι κεντρικές πλατείες της Δρέσδης, του Μονάχου, της Νυρεμβέργης ή του Βερολίνου θυμίζουν γλωσσικά πύργο της Βαβέλ, από τον οποίο δεν λείπουν φυσικά και τα ελληνικά. Αλλά και αντίστροφα: Οι χριστουγεννιάτικες αγορές προάγουν τον τουρισμό. Πολλοί τουρίστες επισκέπτονται τη Γερμανία αποκλειστικά γι΄ αυτές. Επόμενο έτσι, δίπλα στους εμπόρους, να τρίβουν και οι ξενοδόχοι με τους εστιάτορες τα χέρια τους. Μια ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ο διασυνοριακός τουρισμός «της ημέρας». Στην αγορά της Τρίερ, για παράδειγμα, οι ελβετοί επισκέπτες είναι σχεδόν τόσοι όσοι και οι Γερμανοί, ενώ στο Σάαρλαντ τον τόνο δίνουν οι Γάλλοι. « Οι Τσέχοι είναι οι καλύτεροι πελάτες μας » δηλώνει έμπορος στην αγορά της Δρέσδης.

Από απόψεως περιεχομένου οι χριστουγεννιάτικες αγορές είναι «ψεύτικες»- πολλή λάμψη, λίγη ουσία. Τα προσφερόμενα εμπορεύματα είναι κατά κανόνα «φτηνιάρικα» μπιχλιμπίδια. Εκείνο που τα κάνει συναρπαστικά είναι ο συμβολισμός τους. Χάρη σε αυτόν οι αγορές μετατρέπονται σε αυλή των θαυμάτων. Στη γοητεία τους προστίθενται και οι λιχουδιές- από τα διάφορα γλυκίσματα ως το Gluehwein (καυτό κρασί με ζάχαρη και κανέλα) και τις αμέτρητες ποικιλίες λουκάνικων. Οι επισκέπτες δεν αφήνουν τίποτε αδοκίμαστο. Ο μέσος όρος των δαπανών ανά επίσκεψη, σύμφωνα πάντα με τις στατιστικές, είναι 50-55 ευρώ. Και το μεγαλύτερο μέρος από αυτές (57%) πηγαίνουν σε τρόφιμα και ποτά, μόνο το 34,9% για την αγορά δώρων.

Πολλές αγορές, μεγάλη απασχόληση.

Οι εργαζόμενοι σε αυτές φθάνουν ετησίως τις 300.000. Οι περισσότεροι από αυτούς προσλαμβάνονται βέβαια μόνο για το διάστημα των εορτών. Γι΄ αυτούς το άστρο της απασχόλησης δύει την ώρα που ανατέλλει το άστρο της Βηθλεέμ. Ούτε και αυτό όμως μπορεί να τους παρηγορήσειτον Δεκέμβριο ο γερμανικός ουρανός είναι πάντα σκεπασμένος με σύννεφα.