Συστάσεις προς τις τράπεζες να διατηρούν επαρκή ρευστότητα ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο τις προκλήσεις που δημιουργεί η κρίση απευθύνει σε έκθεσή της σχετικά με τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η νομισματική αρχή της ευρωζώνης επισημαίνει ότι υφίστανται ακόμη κίνδυνοι τους οποίους το χρηματοοικονομικό σύστημα θα πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένο για να «αποκρούσει». Συγκεκριμένα η ΕΚΤ δεν αποκλείει το ενδεχόμενο μιας βαθύτερης επιβράδυνσης στις αγορές ακινήτων τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ευρωζώνη, γεγονός που αν συμβεί θα επιδράσει αρνητικά στην ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών. Επίσης τονίζει ότι υπάρχει κίνδυνος από το μέτωπο των επιτοκίων σε περίπτωση που το διατραπεζικό κόστος δανεισμού παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, ενώ δεν αποκλείει μια άνοδο της μεταβλητότητας στις αγορές λόγω των ρευστοποιήσεων που ενδεχομένως να πραγματοποιήσουν προβληματικά hedge funds.
Η Αlpha Βank σε ανάλυσή της επισημαίνει ότι η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη θα συνεχισθεί τα επόμενα τρίμηνα, με αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,1% το 2008 και πτώση του κατά 0,7% περίπου το 2009. Προβληματισμός επικρατεί για τον τομέα της παραγωγής μετά τη μεγάλη μείωση του δείκτη ΡΜΙ στη μεταποίηση σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο τον Νοέμβριο. Αντίστοιχη μείωση παρουσίασε και ο δείκτης ΡΜΙ στις υπηρεσίες, σηματοδοτώντας την εμβάθυνση της ύφεσης στα επόμενα τρίμηνα. Ειδικότερα ο δείκτης διαμορφώθηκε στο 42,5 τον περασμένο μήνα από 45,8 τον Οκτώβριο, ενώ και οι υποδείκτες των τιμών εισροών και εκροών μειώθηκαν σημαντικά επιβεβαιώνοντας την αποδυνάμωση των πληθωριστικών πιέσεων. Ειδικότερα ο δείκτης έπεσε σε πολύ χαμηλό επίπεδο στη Γερμανία, ενώ στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Ιρλανδία υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, η νομισματική πολιτική προσαρμόζεται μάλλον καθυστερημένα στις πραγματικότητες που αντιμετωπίζουν οι οικονομίες της ευρωζώνης, με μείωση των επιτοκίων παρέμβασης της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης, στο 2,5%, η δε δημοσιονομική πολιτική εμποδίζεται να συμβάλει ουσιαστικά στην αποτροπή της επιμήκυνσης της ύφεσης.