Μέσα σε βαρύ πένθος η Ρωσία και η Ορθοδοξία απευθύνουν το ύστατο χαίρε στον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Αλέξιο Β ΄. Τον Προκαθήμενο που από το 1990 κράτησε στα χέρια του το πηδάλιο της πολυπληθέστερης, ισχυρότερης και δυναμικότερης Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η είδηση της εκδημίας του προκάλεσε συναγερμό στους ορθόδοξους προκαθημένους οι οποίοι προσπαθούσαν να ενημερωθούν για τα όσα εκτυλίσσονται στη Μόσχα καθώς το αιφνίδιο γεγονός αποτέλεσε για όλους κεραυνό εν αιθρία. Πολλές φορές τα προβλήματα υγείας του Αλέξιου ήταν ορατά, όμως ο ίδιος σχεδίαζε στις 20 Δεκεμβρίου να επισκεφθεί την Αυστρία, μόλις είκοσι τέσσερις ώρες προτού εγκαταλείψει τα εγκόσμια συλλειτούργησε στον Πατριαρχικό Ναό με τον Μητροπολίτη Μεσογαίας κ. Νικόλαο και πριν από δύο μήνες επισκέφθηκε έπειτα από δεκαέξι ολόκληρα χρόνια την Κωνσταντινούπολη και την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το Φανάρι.

Από το 2002 ο Πατριάρχης Μόσχας άρχισε να αντιμετωπίζει κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο Αστραχάν τα πρώτα προβλήματα υγείας που προέρχονταν από την καρδιά του και χρειάστηκε να επισκεφθεί πολλές φορές μεγάλα θεραπευτήρια της Ελβετίας και της Γερμανίας για να μπορέσει να τα ξεπεράσει. Πριν από δύο μήνες κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχε με τον ρώσο υπουργό Πολιτισμού Αλεξάντερ Αβντέγεφ δήλωσε: «Με τη βοήθεια και το έλεος του Θεού κατάφερα και ξεπέρασα το πρόβλημα υγείας που είχα», επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες που τον έφεραν να έχει υποβληθεί σε εγχείρηση στην καρδιά στη Γερμανία.

Στην ίδια συνάντηση και σε μια προσπάθεια να αναδείξει τη σημαντικότητα της συνάντησής του με τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Ουκρανία τον Ιούλιο είπε: «Αν και οι γιατροί ήταν εναντίον της επισκέψεώς μου στην Ουκρανία, οι περιστάσεις και τα γεγονότα απαιτούσαν το ταξίδι μου». Και η αλήθεια είναι ότι η πολυσχιδής προσωπικότητα του μακαριστού Αλέξιου και κυρίως η υπεράσπιση των κεκτημένων του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία δεν του επέτρεπαν να αποτελέσει έναν απλό θεατή των αποφάσεων του ουκρανού προέδρου κ. Βίκτορ Γιουστσένκο και των κινήσεων στην περιοχή του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου.

Ενδεδυμένος τον μανδύα του θρύλου από την εποχή που ως γιος ιερέα στο Ταλίν της Εσθονίας βοηθούσε στην κυριακάτικη λειτουργία, ο μακαριστός Αλέξιος εξελέγη το 1990 Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας ενώ ήταν Μητροπολίτης Αγίας Πετρούπολης, πόλη που από την εποχή της πτώσης των τσάρων και ως τότε έφερε το όνομα του Λένιν, γεγονός που δείχνει τις δύσκολες στιγμές κατά τις οποίες εξελέγη Πατριάρχης.

Η εκλογή του για πολλούς αποτελούσε ακόμη μια ένδειξη ότι ο κατά κόσμον Αλεξέι Μιχαήλοβιτς Ρίντιγκερ υπήρξε, όπως έλεγαν οι επικριτές του, στέλεχος των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών, δηλαδή της πολυθρύλητης ΚGΒ. Ο ίδιος από την πρώτη στιγμή της εκλογής του έδειξε ότι ήταν ένα πολιτικό ον ως το μεδούλι. Με τη βροντώδη φωνή και το επιβλητικό του παράστημα, παρά το χαμηλό ύψος που του έδωσε η φύση, ο μακαριστός κατάφερε να επιβάλει το κύρος και τη δύναμή του στους οπαδούς της Περεστρόικας και της Γκλάσνοστ του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, του Μπορίς Γέλτσιν και της νέας Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν καθώς και των ηγετών των κινημάτων που υποστηρίζουν το σοβιετικό παρελθόν της χώρας.

Στις αρχές του ΄90 η Εκκλησία του άρχισε να αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα από την αθρόα είσοδο στη χώρα ρωμαιοκαθολικών, προτεσταντών και κυρίως σεκτών από τις Ηνωμένες Πολιτείες που άρχιζαν να προσηλυτίζουν τους χριστιανούς ορθοδόξους που πέρασαν από μια μακρά περίοδο αθεϊσμού. Oίδιος αντεπιτέθηκε σε όλα τα επίπεδα. Αρχισε να στηρίζει την παρουσία του Πατριαρχείου στο εξωτερικό όπου ζούσαν Ρώσοι που πήραν την οδό της μετανάστευσης στην προσπάθειά τους για μια καλύτερη ζωή. Ταυτόχρονα αρνήθηκε τις επίμονες προσπάθειες να επισκεφθεί την έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στο Βατικανό και απαγόρευε την πραγματοποίηση κάθε πιθανής επίσκεψης του Πάπα στη Μόσχα.

Εκλεγμένος σε μια περίοδο όπου η Ρωσία άρχισε να χάνει τον έναν σύμμαχο μετά τον άλλο, με τις πρώην δημοκρατίες της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών να απομακρύνονται η μία μετά την άλλη, με πρώτες της χώρες της Βαλτικής και ανάμεσά τους την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Εσθονία, ο Αλέξιος συγκρούστηκε και με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. Και η σύγκρουση ήταν τόσο επώδυνη που το σχίσμα απείλησε πολλές φορές ως δαμόκλειος σπάθη τους δύο Προκαθημένους.

Από την παράδοση στην προσέγγιση με το Βατικανό
ΜΟΣΧΑ Α πεβίωσε χθες, σε ηλικία 79 ετών, ο ρώσος Ορθόδοξος Πατριάρχης Αλέξιος Β΄. Ως αργά χθες η Ρωσική Εκκλησία δεν είχε ανακοινώσει την αιτία θανάτου του, αλλά ο μακαριστός υπέφερε από χρόνια καρδιακά προβλήματα. Ο ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ εξέφρασε τη λύπη του για τον θάνατο « ενός επιφανούς πολίτη της Ρωσίας,του οποίου η ζωή συμβάδισε με τις μεγαλύτερες δοκιμασίες του 20ού αιώνα στη χώρα του », ενώ ακύρωσε ταξίδι του στην Ιταλία και επιστρέφει στη Μόσχα μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψής του στην Ινδία. Ο πρώην πρόεδρος της Σοβιετικής Ενωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δήλωσε ότι ήταν « τόσο σοκαρισμένος που ήταν αδύνατο να βρει λόγια για να εκφράσει τη λύπη του ».

Ο Αλεξέι Μιχαήλοβιτς Ρίντιγκερ γεννήθηκε το 1929 στην πρωτεύουσα της Εσθονίας Ταλίν. Εγινε Πατριάρχης το 1990, ένα χρόνο πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, σε μια εποχή που το επισήμως άθρησκο κράτος χαλάρωνε τους περιορισμούς του στη θρησκεία. Οντας βαθιά συντηρητικός, υπερασπιζόταν με θέρμη τις παραδοσιακές ρωσικές αξίες και προσπάθησε να περιορίσει τη δράση των άλλων θρησκειών στη Ρωσία, αλλά και στις ρωσικές σφαίρες επιρροής. Οι σχέσεις του με την Καθολική Εκκλησία δεν ήταν αγαστές όσο ήταν ηγέτης της ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄, αλλά από τότε που ανέλαβε ο Βενέδικτος ΙΣτ΄ σημείωσαν πρόοδο.

Παρ΄ ότι υποστήριζε τον συνταγματικό διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας στη Ρωσία, ο Πατριάρχης Αλέξιος έφερε την Ορθόδοξη Εκκλησία πιο κοντά στα κέντρα πολιτικής εξουσίας. Επισκεπτόταν τακτικά το Κρεμλίνο, και ο πρώην πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν παρίστατο συχνά στις σημαντικές λειτουργίες στις οποίες πρωτοστατούσε ο Πατριάρχης. Επίσης, ο Γκλεμπ Γιακούνιν, ερευνητής με πρόσβαση στα αρχεία της, υποστηρίζει ότι ο Πατριάρχης Αλέξιος ήταν πράκτορας της ΚGΒ. Το Πατριαρχείο το αρνείται κατηγορηματικά, αλλά η φήμη ότι υπήρξε «πληροφοριοδότης» της τον κυνηγούσε ως το τέλος της ζωής του.

Ο εκλιπών Πατριάρχης ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με τα πολιτικά πράγματα της χώρας του. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, το 1993, προσπάθησε να διαπραγματευτεί μια συμφωνία ανάμεσα στον τότε πρόεδρο Μπορίς Γέλτσιν και στους σκληροπυρηνικούς του αντιπάλους. Αργότερα, όταν το 1994 ο Γέλτσιν έστειλε στρατεύματα στην Τσετσενία για να καταπνίξει το αποσχιστικό της κίνημα, ο Αλέξιος ύψωσε τη φωνή του εναντίον του πολέμου, αλλά δεν εισακούστηκε. Στην αντίστοιχη εκστρατεία του κ. Πούτιν παρ΄ όλα αυτά, παρέμεινε σιωπηλός.

Ο Αλέξιος είχε σημαντική παρουσία και στον χώρο της οικονομίας. Κινούμενος με ευκολία στους επιχειρηματικούς κύκλους, υιοθέτησε γρήγορα τις αξίες της νέας Ρωσίας. Στα τέλη του 2001, εμφανίστηκε σε τηλεοπτική διαφήμισης της Lukoil, ευχαριστώντας την εταιρεία πετρελαίου για την οικονομική της ενίσχυση. Παράλληλα, υπό την ηγεσία του, η Ρωσική Εκκλησία ανέπτυξε σημαντική επιχειρηματική δράση και μεταξύ των άλλων ενεργοποιήθηκε στον χώρο του εμφιαλωμένου νερού αλλά και της… βότκας.