H Ταϊλάνδη αντιμετωπίζει την τρίτη και μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η δύναμη του μονάρχη της τη μεγαλύτερη δοκιμασία. Οι ξένοι δυσκολεύονται να κατανοήσουν πώς ένας τόσο σεβαστός αλλά και απόμακρος ηγέτης μπορεί να διαθέτει τόσο εκπληκτικές εξουσίες, παρά το γεγονός ότι ο ρόλος του είναι απλώς «συνταγματικός» και η δράση του υπόκειται σε πολλούς περιορισμούς.

Το μυστικό δεν βρίσκεται στη δύναμη του θρόνου, αλλά στην προσωπικότητα του βασιλιά. Σε δύο περιπτώσεις στο παρελθόν, το 1974 και το 1992, όταν πλήθη λαού απειλούσαν τη δημόσια τάξη ζητώντας περισσότερη δημοκρατία, ο Ράμα Θ΄ ή Μπουμιμπόλ Αντουλαντέτζ περίμενε μέρα με την ημέρα για να δοκιμάσει την αντοχή εκείνων τους οποίους επιθυμούσε να ευνοήσει και για να δει αν εκείνοι στους οποίους αντετίθετο θα αναγκάζονταν να υποκύψουν.

Το ίδιο ακριβώς κάνει και τώρα, περιμένει. Αυτή τη φορά το καθήκον του είναι πιο σημαντικό: η ζημιά στην οικονομία και το πολιτικό σύστημα είναι πολύ μεγαλύτερη. Ο μονάρχης επιθυμεί να θάψει για πάντα τις προοπτικές του μοναδικού πολιτικού ηγέτη στην 50ετή βασιλεία του, ο οποίος τόλμησε να προσπαθήσει να τον αντικαταστήσει. Μιλάμε για τον Τακσίν Σιναουάτρα, έναν αυτοδημιούργητο δισεκατομμυριούχο και πρώην αξιωματικό της αστυνομίας, ο οποίος έχει τεράστια απήχηση στην επαρχία της Ταϊλάνδης μέσω της δημαγωγικής πολιτικής του και της οξείας αντίθεσής του στις «δυνάμεις του κατεστημένου».

Στην πραγματικότητα, η πα ρούσα κρίση είναι κάπως πιο περίπλοκη, διότι υπάρχουν τρεις παίκτες και ο καθένας τους είναι απόγονος δυνάμεων που ενεργοποιήθηκαν όταν ανετράπη, το 1932, ο απόλυτος μονάρχης.

Πρώτον, η μοναρχία. Από το 1932 ως το 1963, ο θρόνος δεν διέθετε παρά μια χλωμή αχτίδα της δόξας του παρελθόντος. Μια χούντα η οποία είχε καταλάβει την εξουσία το 1957, άρχισε να χρησιμοποιεί τον Μπουμιμπόλ, αλλά εκείνος αποδείχθηκε πιο έξυπνος στο να τους χρησιμοποιεί. Τώρα πια είναι ηλικιωμένος, με εύθραυστη υγεία, αλλά εννοεί να μείνει στη θέση του και να κερδίσει και αυτόν, τον τελευταίο γύρο.

Δεύτερον, ο απευθείας απόγονος μιας ομάδας ημιφασιστών οι οποίοι σκηνοθέτησαν ένα πραξικόπημα το 1932, δεν είναι ο στρατός, αλλά ο ίδιος ο Τακσίν.

Το 1948 αναδύθηκε μια τρίτη ομάδα Ταϊλανδέζων, η οποία συσπειρώθηκε γύρω από τον προοδευτικό Πρίντι Πανομιόνγκ, ο οποίος ενέπνευσε τους νεαρούς δημοκράτες. Ο Πανομιόνγκ ωστόσο δεν κατάφερε να διατηρήσει την ισχύ του έναντι της καλύτερα οπλισμένης ομάδας των ακροδεξιών. Οι φοιτητές του εξωτερικού ενθάρρυναν τις δημοκρατικές κινήσεις στο βασίλειο, απαιτώντας μεταρρυθμίσεις και εκλογές στα τέλη του 1973 και αναγκάζοντας τον βασιλιά να παρέμβει για να αποφευχθεί το χάος. Αυτοί εξελίχθηκαν στη Συμμαχία του Λαού για τη Δημοκρατία (ΡΑD), οπαδοί της οποίας κατέλαβαν τις περασμένες ημέρες αεροδρόμια και κυβερνητικά κτίρια.

Ο Τακσίν κέρδισε πανηγυρικά τις εκλογές στις οποίες συμμετείχε. Τον ανέτρεψε ο στρατός με πραξικόπημα, που είχε τη σιωπηρή συναίνεση του μονάρχη. Γιατί τότε έρχονται σε τέτοια αντίθεση μαζί του οι «δημοκράτες»; Υποψιάζονται ότι αν επαφίετο το θέμα στον ίδιο, θα κυβερνούσε αιωνίως. Ωστόσο ούτε οι «δημοκράτες» είναι και τόσο αγνοί. Φυσικά, υπάρχουν πολλοί συνετοί αυτοαποκαλούμενοι δημοκράτες, αλλά υπάρχουν και ασυνείδητα μέλη που δεν δίστασαν να κάνουν στρατιωτικά πραξικοπήματα, να επιβάλουν στρατιωτικούς νόμους και να κάνουν ό,τι άλλο χρειαζόταν για να ξεφορτωθούν τον Τακσίν και τους συνεργάτες του.

Γιατί και πώς μπόρεσαν να επιδείξουν τόση αποφασιστικότητα; Ο στρατός παίρνει εντολές από το παλάτι και όχι από την κυβέρνηση του Τακσίν.

Οι διαδηλωτές γνωρίζουν ότι ο βασιλιάς είναι με το μέρος τους παρ΄ ότι το χάος που δημιούργησαν κατέστρεψε την τουριστική βιομηχανία και επιβράδυνε την οικονομία. Αυτή τη φορά περιττεύει να πούμε ότι αυτό που διακυβεύεται είναι η δημοκρατία. Περιμένετε και θα δείτε, ο βασιλιάς θα κουνήσει το μαγικό του ραβδί και η κρίση θα εξαφανιστεί. Ο στρατός ή κάποιος άλλος ευνοούμενός του θα αναλάβει την εξουσία και η χώρα θα αρχίσει να χάνει την υπομονή της με τον εξόριστο Τακσίν.

Η Ταϊλάνδη πληρώνει τεράστιο τίμημα για την παρούσα κρίση. Στο τέλος όμως, η αποφασιστικότητα του βασιλιά να εξασφαλίσει ένα μέλλον όπου θα κινούν τα ηνία οι δικοί του άνθρωποι θα επικρατήσει και η Ταϊλάνδη θα επιστρέψει στην ταχεία οικονομική ανάπτυξη και τα χαμόγελα με τα οποία έγινε γνωστή- με ολίγη από δημοκρατία επίσης. Αξίζει να δούμε ποιες θα είναι οι κινήσεις του βασιλιά τις επόμενες ημέρες.

Ο κ. Γουίλιαμ Σκοτ Τόμπσον είναι εμπειρογνώμων σε θέματα εθνικής ασφαλείας και από αυτή τη θέση υπηρέτησε τέσσερις προέδρους των ΗΠΑ. Είναι ομότιμος καθηγητής της Σχολής Φλέτσερ και συνέγραψε ή επιμελήθηκε 13 βιβλία για διεθνή πολιτικά θέματα.