Παντελής Νικολακόπουλος





Ο κ. Παντελής Νικολακόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Ινστιτούτο Pratt της Νέας Υόρκης (Β. Arch.) και συνέχισε με υποτροφία τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Columbia της ίδιας πόλης, από όπου αποφοίτησε το 1978 (Μ.S. in Architecture and Urban Design).


Από το 1980 διατηρεί ιδιωτικό γραφείο στην Αθήνα. Εχει διακριθεί σε πανελλήνιους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, ενώ στον διεθνή διαγωνισμό για το Μουσείο Ακροπόλεως το 1990 η πρότασή του για το νέο μουσείο στη θέση του Διονύσου τιμήθηκε με έπαινο κατά την πρώτη φάση του διαγωνισμού.


Το 1996 η Κατοικία στα Κιούρκα (1989-1995) επελέγη στα 35 διακριθέντα έργα του Πέμπτου Βραβείου Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Mies van der Rohe.


Εχει κληθεί ως επισκέπτης κριτής σε αρχιτεκτονικές σχολές του εξωτερικού όπως το Berlage Institute του Αμστερνταμ και το Cooper Union της Νέας Υόρκης.


Το 1991 συμμετέσχε στην Μπιεννάλε της Βενετίας, ενώ εφέτος για την ίδια έκθεση έξι μελέτες του έχουν επιλεγεί να παρουσιαστούν στο Ελληνικό Περίπτερο.



Η έννοια του ιδανικού διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Συνήθως εξιδανικεύουμε τις επιθυμίες μας στο όριο του μη πραγματοποιήσιμου. Για τον λόγο αυτόν, οι μελέτες που παρουσιάζονται επικαλούνται όχι τον δρόμο της ουτοπίας, αλλά μιας εναλλακτικής και εύκολα πραγματοποιήσιμης πραγματικότητας.


Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι κάτοικοι των αστικών κέντρων διαμένουν σε κάποια πολυκατοικία, τα περιθώρια εξέλιξης του κτιριακού αυτού τύπου δεν έχουν διερευνηθεί ακόμη. Οι δυνατότητες που υπάρχουν για νέες προτάσεις είναι μεγάλες, καθώς οι περισσότερες από τις ήδη υπάρχουσες πολυκατοικίες έχουν γίνει πρόχειρα με τις ελάχιστες δυνατές προδιαγραφές. Ενας διαφορετικός τρόπος ζωής μέσα σε αυτές θα μπορούσε ίσως να αλλάξει την αρνητική προδιάθεση που οι περισσότεροι έχουν, τη στιγμή μάλιστα που η πολυκατοικία συνιστά τον πιο οικονομικό τρόπο στέγασης.


Η συγκεκριμένη μελέτη έγινε για ένα οικόπεδο στην Καλλιθέα που βρίσκεται στη διασταύρωση δύο αστικών δρόμων μικρής κυκλοφορίας, παράλληλα με τις γραμμές του υπέργειου τμήματος του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου που συνδέει την Αθήνα με τον Πειραιά. Ενας ανοικτός ορίζοντας προσδιορίζει την κύρια όψη της πολυκατοικίας, εκτεινόμενος νοτιοδυτικά προς το μέτωπο της θάλασσας και βορειοανατολικά προς την Ακρόπολη.


Το κτίριο οργανώνεται γύρω από δύο κάθετους πυρήνες κυκλοφορίας που αναφέρονται στους αντίστοιχους δρόμους. Το σύνολο των 18 διαμερισμάτων ανοίγει σε δύο ή και τρεις πλευρές, ενώ τα εννέα από αυτά είναι δύο ορόφων, κάτι που είναι αισθητό στον εσωτερικό τους χώρο. Οι εξώστες εκμεταλλεύονται το διπλό ύψος του χώρου, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτόν τις κατακόρυφες σχέσεις επικοινωνίας.


Η δομή του κτιρίου εκφράζεται από την επίλυση των όψεων που ταυτόχρονα ακολουθούν τις κατευθύνσεις κίνησης των δρόμων και του ηλεκτρικού. Ενα σύστημα οριζόντιων στοιχείων προστατεύει το κτίριο από τον ήλιο εκφράζοντας μέσω της τομής τη διάταξη των διαμερισμάτων.


Αυτό που επιχειρείται στη συγκεκριμένη μελέτη είναι η επανεξέταση της τυπολογίας της πολυκατοικίας, με την εγγραφή αυτόνομων μονάδων κατοικίας σε έναν τρισδιάστατο κατασκευαστικό κάνναβο.


Η δεύτερη περίπτωση που παρουσιάζεται αναφέρεται σε ένα κτίριο το οποίο περιέχει τρεις κατοικίες. Η οριζόντια διάταξή τους στο ενιαίο οικόπεδο δημιουργεί την αίσθηση της μονοκατοικίας, καθώς το ύψος τους δεν ξεπερνά αυτό των δύο ορόφων.


Η εν σειρά διάταξη των κατοικιών επιλύεται σε κάτοψη και τομή γύρω από μια εσωτερική αυλή, ενώ η τρίτη διαφοροποιημένη μονάδα αποτελεί το τερματικό στοιχείο του συνόλου. Η τυπολογία αυτή, με την επανάληψη της αρχικής μονάδας, μπορεί να επεκταθεί σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα προτείνοντας έναν άλλο τρόπο ανάπτυξης στα όρια της πόλης. Η επαφή με το έδαφος αποτελεί ουσιαστική επιλογή, καθώς όλοι οι χώροι του ισογείου ανοίγουν προς την αυλή δημιουργώντας ένα ενιαίο πεδίο αναφοράς.


Η αμφίδρομη σχέση των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων του ισογείου συμπληρώνεται από τη γραμμική διάταξη των υπνοδωματίων του ορόφου, που δέχονται τον νότιο προσανατολισμό μέσα από έναν μεταβατικό ημιυπαίθριο χώρο, ελεγχόμενο από σταθερό σύστημα περσίδων.


Τα κάθετα στοιχεία των κλιμακοστασίων που καταλήγουν σε στέγαστρα προστασίας των ανοιγμάτων της οροφής του ισογείου ορίζουν την κλίμακα των κατοικιών μέσα από έναν κανονικά αναπτυσσόμενο ρυθμό.


Και στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις κτιρίων υπάρχει μεγάλη έμφαση στην καθαρότητα της κατασκευής, με την κάθετη οργάνωση των υδραυλικών και ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, κάτι που επιτρέπει τον έλεγχό τους καθώς και τη δραστική μείωση του κόστους κατασκευής. Κύριο όμως μέλημα είναι η αίσθηση του χώρου της ίδιας της κατοικίας, που προσφέρει για τα δεδομένα του κάθε κτιρίου τη δυνατότητα ενός λιτού, φωτεινού, διάφανου σχεδόν χώρου, δίχως περιττά στοιχεία.


Σημείωση: Η Πολυκατοικία στην Καλλιθέα και οι Τρεις Κατοικίες αποτελούν τμήμα της έκθεσης που παρουσιάζεται στο Ελληνικό Περίπτερο στην εφετινή Μπιεννάλε της Βενετίας. Η διεθνής αυτή έκθεση ασχολείται με το θέμα της πόλης έχοντας γενικό τίτλο «Λιγότερη Αισθητική, Περισσότερη Ηθική».