Ενστικτωδώς… όπως πάντα!
Το ένστικτο του Αντονι Χόπκινς τον οδήγησε ένα πρωινό στα 15 χρόνια του έξω από το σπίτι του Ρίτσαρντ Μπάρτον, στο κέντρο του μικρού ουαλλικού χωριού από το οποίο κατάγονταν και οι δύο. Η πρώτη εικόνα που είδε μπαίνοντας στο σπίτι του διάσημου ηθοποιού, που ως τότε κατοικούσε μόνο μέσα στο μυαλό του, ήταν ένας αυστηρός μεγαλόσωμος άνδρας που ξυριζόταν. «Τι θέλεις;» τον ρώτησε αυστηρά. «Αυτόγραφο» απάντησε εκείνος. Ο Ρίτσαρντ Μπάρτον πήρε από το τρεμάμενο χέρι του τη φωτογραφία που κρατούσε και το υπέγραψε σοβαρός. «Μιλάς ουαλλικά;» τον ρώτησε. «Οχι» απάντησε εκείνος. «Τότε δεν είσαι πραγματικός Ουαλλός».
Εικοσι δύο χρόνια αργότερα, ο διάδοχος του Ρίτσαρντ Μπάρτον τίτλο που ο ίδιος θεωρεί πιο σημαντικό από εκείνον του σερ που του απένειμε η βασίλισσα της Αγγλίας είδε ξανά τον άνθρωπο που σημάδεψε την κινηματογραφική καριέρα του, στο καμαρίνι του στη σκηνή του Plymouth Theater στη Νέα Υόρκη. Ο Ρίτσαρντ Μπάρτον συνοδευόταν από τη σύζυγό του Ελίζαμπεθ Τέιλορ και, όταν οι δύο άνδρες συναντήθηκαν, ρώτησε τον Αντονι Χόπκινς: «Αλήθεια, γιατί δεν συνεργαστήκαμε ποτέ;». Για να πάρει τη σαστισμένη απάντηση: «Ειλικρινά, δεν ξέρω». Ηταν η τελευταία φορά που συναντήθηκαν οι δύο άνδρες. Η ειρωνεία είναι ότι ο Αντονι Χόπκινς κέρδισε σειρά βραβείων για τη θεατρική ερμηνεία του στο ψυχολογικό δράμα «Εκβους», που αποτέλεσε στη συνέχεια μεγάλη κινηματογραφική επιτυχία του Μπάρτον. Μήπως ήταν γραφτό, έστω και για λίγες στιγμές, οι ρόλοι να αντιστραφούν;
Αντικοινωνικός και ντροπαλός στην προσωπική ζωή του αλλά ώριμος, δυνατός και ακτινοβόλος στο πανί, ο σερ Αντονι Χόπκινς «επιτίθεται» αυτή την εβδομάδα εκ νέου στο κινηματογραφικό κοινό της πρωτεύουσας, φροντίζοντας να αφήσει ελεύθερο το ίδιο ένστικτο που τον καθιέρωσε με το όνομα του Χάνιμπαλ Λέκτερ στη «Σιωπή των αμνών». Ονομα που του χάρισε και το Οσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου έπειτα από δύο υποψηφιότητες για «Τα απομεινάρια μιας μέρας» (τίτλος καλύτερου ηθοποιού της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης) και «Νίξον».
Το «Ενστικτο» του Γιον Ταρτελτάουμπ (δημιουργού του «Φαινομένου» με τον Τζον Τραβόλτα) είναι ένα δυνατό ψυχολογικό θρίλερ, που στηρίζεται εξ ολοκλήρου στους ώμους του «αναγεννημένου» Χάνιμπαλ Λέκτερ και του επίσης βραβευμένου με Οσκαρ για το «Τζέρι Μαγκουάιρ» Κούμπα Γκούντινγκ Τζούνιορ. Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα «Ισμαήλ» του Ντανιέλ Κουίν, το περιεχόμενο του οποίου αποτελεί έναν διάλογο ανάμεσα σε έναν γορίλα και έναν άνθρωπο. Μόνο που εδώ ο διάλογος τροποποιείται και τις συγκλονιστικές εξομολογήσεις του ευφυούς ανθρωπολόγου και δολοφόνου δύο ανδρών στα δάση της Ρουάντα, Ιθαν Πάουελ (Χόπκινς), θα ακούσει ο υπερφιλόδοξος εκπρόσωπος της ψυχιατρικής επιστήμης που θα αναλάβει την υπόθεσή του, Τέο Κέλντερ (Γκούντινγκ Τζούνιορ). Σας θυμίζει τίποτε αυτός ο ρόλος; Γιατί εδώ ο Κούμπα δεν ακούει στο όνομα Κλαρίς ούτε έχει να απαντήσει στην καταλυτική ατάκα: «Κάποτε, ένας εξυπνάκιας προσπάθησε να με δοκιμάσει. Εφαγα το συκώτι του μαζί με φάβα για βραδινό».
Στο «Ενστικτο» ο Χάνιμπαλ συναντάει τον Βασιλιά Ληρ· η φύση είναι η αλήθεια και ο πολιτισμός η απειλή, τα ζώα είναι η αγνότητα και ο άνθρωπος η καταστροφή. «Δεν ξαφνιάστηκα όταν άκουσα τον Αντονι Χόπκινς να μου λέει με διεστραμμένο χιούμορ “you big ape” (“παλιογορίλα”), ολοκληρώνοντας τη συνέντευξή του για το “Ενστικτο”» αναφέρει στην ανταπόκρισή του από το μέτωπο του Χόλιγουντ ο δημοσιογράφος της «San Fransisco Chronicle» Μπομπ Γκράχαμ. Το βιβλίο του Κουίν εντοπίστηκε από τον παραγωγό Μάικλ Τέιλορ, το υποστήριξε ο ίδιος μαζί με τη συνεργάτιδά του Μπάρμπαρα Μπόιλ και το σενάριο ανέλαβε να γράψει ο Τζέραλντ ντι Πέγκο, που εμπνεύστηκε μια καινούργια ιστορία, ενσωματώνοντας όμως σε αυτή τις φιλοσοφικές ιδέες του βιβλίου. Η ταινία είναι γυρισμένη στην Τζαμάικα, στο Ορλάντο και στην Καλιφόρνια και αισθητικά λειτουργεί σε δύο επίπεδα: εκείνο του Ιθαν, όπου κυριαρχεί το πράσινο και το καφέ της ζούγκλας, και εκείνο του Τέο όπου κυριαρχεί το μπεζ και το γκρι του αστικού τρόπου ζωής. Σε έναν ενδιαφέροντα ρόλο βλέπουμε και τον Ντόναλντ Σάδερλαντ, ως προϊστάμενο του Κέλντερ.
Ο Αντονι Χόπκινς ξεκίνησε την καριέρα του από το σανίδι σε ηλικία 17 ετών, θητεία που του έδωσε και την τεράστια εκφραστική δύναμη που αποτύπωσε στη συνέχεια στο σελιλόιντ. Το 1965 μάλιστα συνεργάστηκε και με τον σερ Λόρενς Ολίβιε στον «Χορό του θανάτου» του Στρίντμπεργκ. Η κινηματογραφική καριέρα του ξεκίνησε με το «Ενα λιοντάρι τον χειμώνα» όπου και υποδύθηκε τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο. Οι κινηματογραφικοί χαρακτήρες που ακολούθησαν τον κατέταξαν με ευκολία στην κορυφή του Τοπ-100 των πιο σημαντικών ηθοποιών του αιώνα. «Ο άνθρωπος-ελέφαντας», «Μπάουντι» «Επιστροφή στο Χάουαρντς Εντ», «Θρύλοι του πάθους», «Η σιωπή των αμνών», «Πικάσο», «Νίξον», «Ντράκουλα», «Η μάσκα του Ζορό», «Meet Joe Black».
«Στο σχολείο ήμουν πάντα άθλιος» λέει ο ίδιος αυτοσαρκαζόμενος. «Ειλικρινά, πάντα τα θαλάσσωνα. Ημουν αντικοινωνικός και δεν μπορούσα να συναναστρέφομαι τα άλλα παιδιά. Και βέβαια, ήμουν κακός μαθητής. Νομίζω ότι δεν είχα καθόλου μυαλό. Δεν καταλάβαινα τι ήθελα εκεί. Γι’ αυτό και έγινα ηθοποιός».