Τον τελευταίο χρόνο, καθώς το σκάφος της αμερικανικής οικονομίας κλυδωνιζόταν από τα αλλεπάλληλα κύματα της πιστωτικής κρίσης, ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) κ. Μπεν Μπερνάνκι βρισκόταν διαρκώς σε ανοιχτή γραμμή με τον υπουργό Οικονομικών κ.Χένρι Πόλσον. Σε αυτές τις συνομιλίες, ο κ. Μπερνάνκι επαναλάμβανε ότι το ζήτημα θα απαιτούσε κάποια στιγμή συνολική αντιμετώπιση· μια παρέμβαση σωτηρίας για ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ως καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Ρrinceton, ο επικεφαλής της Fed είχε μελετήσει επισταμένως τη Μεγάλη Υφεση της δεκαετίας του 1930 και γνώριζε καλά τι θα μπορούσε να συμβεί αν η παρέμβαση της Ουάσιγκτον δεν ήταν αρκετά αποφασιστική. Η στιγμή για τη μεγάλη κίνηση έφτασε την περασμένη Τετάρτη, λιγότερο από 24 ώρες μετά την παρέμβαση της Fed για τη σωτηρία του γιγαντιαίου ασφαλιστικού ομίλου ΑΙG. Η τομή ήρθε σε μια στιγμή που η Wall Street «έβραζε» και οι φήμες για το επόμενο θύμα της κρίσης έδιναν και έπαιρναν. Ηταν πλέον σαφές ότι η ad hoc αντιμετώπιση των «ασθενών» του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν επαρκούσε για την αντιμετώπιση του συνολικού προβλήματος. Ο χειρισμός της κρίσης που πυροδότησε η κατάρρευση της αγοράς των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου (subprime) πέρασε σε επόμενη φάση.

Οι δύο άνδρες συμφώνησαν ότι πρέπει να εγκαταλείψουν τη στρατηγική της αντιμετώπισης των συμπτωμάτων (με τη σωτηρία των τραπεζών που κινδύνευαν) και να στραφούν στη ρίζα του προβλήματος. Για να προχωρήσει το σχέδιο χρειαζόταν βέβαια η έγκριση του Κογκρέσου και το βάρος της ευθύνης για τις συζητήσεις έπεσε στον Πόλσον. Ο υπουργός Οικονομικών γνώριζε ότι αν το σχέδιο δεν περνούσε από το Κογκρέσο, οι επιπτώσεις για τις αγορές θα ήταν καταστρεπτικές. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήταν εξαιρετικά επιφυλακτικός πριν πει το τελικό ναι. Ομως στη διάρκεια δύο τηλεσυνδιασκέψεων με τον Μπερνάνκι, την προηγούμενη Τετάρτη και Πέμπτη, συμφώνησε ότι δεν υπήρχε άλλη λύση. «Απλώς συνέβη

Το πρόγραμμα θα κοστίσει, συγκριτικά, όσο και ο πόλεμος στο Ιράκ

με δραματικό τρόπο» παραδέχτηκε ο Πόλσον σε συνέντευξη που παραχώρησε την Παρασκευή. «Ηταν ο μόνος τρόπος για να καθησυχάσουμε τις αγορές και να αντιμετωπίσουμε τα πολύ σοβαρά προβλήματα της πιστωτικής αγοράς.Δεν υπήρξε κανένας πολιτικός υπολογισμός,ήταν πασιφανές ότι αυτό έπρεπε να κάνουμε» συμπλήρωσε ο υπουργός Οικονομικών.

Κάπως έτσι αποφασίστηκε το μεγαλύτερο κυβερνητικό οικονομικό σχέδιο σωτηρίας της σύγχρονης εποχής. Το κόστος είναι συγκρίσιμο με τον «λογαριασμό» του πολέμου στο Ιράκ και θα αλλάξει τον ρόλο της Ουάσιγκτον στις αγορές για τα επόμενα χρόνια. Η απόφαση αφορά την αγορά (με 700 δισ. δολάρια των αμερικανών φορολογούμενων) όλων των «τοξικών» επενδυτικών χρεογράφων και των «πονηρών δανείων» που βαραίνουν τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους. Ελήφθη από δύο άνδρες οι οποίοι μόλις πριν από δύο χρόνια δεν γνωρίζονταν. Ο ένας από τους δύο, ο Χένρι Πόλσον, θα εγκαταλείψει το κυβερνητικό του πόστο στην απερχόμενη κυβέρνηση Μπους μετά την 20ή Ιανουαρίου, όταν θα αναλάβει καθήκοντα ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ που θα εκλεγεί από τις εκλογές του Νοεμβρίου. Με ελάχιστες ώρες ύπνο και με μια Coca Cola διαίτης στο χέρι, ο Πόλσον έζησε με ένταση τις τελευταίες ημέρες. Η κούραση είναι πλέον εμφανής στο πρόσωπο και στις εκφράσεις του. Ο Μπερνάνκι ενημέρωνε το γραφείο του ότι θα έφευγε τα μεσάνυχτα για λίγες ώρες ξεκούρασης. Οι κοντινοί του άνθρωποι δήλωναν ότι δεν τον είχαν ξαναδεί τόσο κουρασμένο.

Ο Μπερνάνκι ανέλαβε τη θέση του επικεφαλής της Fed τον Ιανουάριο του 2006, ενώ πέντε μήνες αργότερα ο Πόλσον βρέθηκε στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών. Οι δύο άνδρες είχαν ακολουθήσει εντελώς διαφορετικές διαδρομές για να συναντηθούν τελικά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων (και των κρίσιμων αποφάσεων) για τα μελλούμενα στην αμερικανική οικονομία. Ο Μπερνάνκι, 54 ετών σήμερα, ήταν πρόεδρος του τμήματος Οικονομικών του φημισμένου Πανεπιστημίου Ρrinceton, με έδρα το Νιου Τζέρσεϊ. Ο Πόλσον, 62 ετών, αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και ανήλθε με δρασκελιές τα ιεραρχικά σκαλιά της γιγαντιαίας επενδυτικής τράπεζας Goldman Sachs, ως τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου. Τα κατάφερε χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι μέχρι να πάρει αυτό που ήθελε, σημειώνει η «Ιnternational Ηerald Τribune». Οταν απαντούσε θετικά στην πρόταση του προέδρου Μπους για το υπουργείο Οικονομικών, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα συνέδεε το όνομά του με τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από την εποχή του 1930.

Οι δύο πρωταγωνιστές των τελευταίων ημερών, Πόλσον και Μπερνάνκι, δεν αποφασίζουν μόνοι τους. Υποστηρίζονται από επιτελεία ειδικών με μεγάλη εμπειρία. Αλλωστε κανένας από τους δύο δεν είχε εμπλακεί άμεσα στην πολιτική διαδικασία πριν από το 2006. Οι διαφορές στο ταμπεραμέντο των δύο ανδρών είναι μεγάλες. Οχι τυχαία, χαρακτηρίζονται «παράξενο ζευγάρι». Ο επικεφαλής της Fed χρησιμοποιεί την ορολογία των πανεπιστημιακών εδράνων, ενώ ο Πόλσον τη γλώσσα της Wall Street. Προερχόμενοι από δύο διαφορετικούς κόσμους, καλούνται τώρα να μοιραστούν τις τεράστιες ευθύνες. Σωστές ή λάθος, οι αποφάσεις που λαμβάνει το «παράξενο ζευγάρι» θα αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης για τους οικονομικούς επιστήμονες τις επόμενες δεκαετίες.